Το σύννεφο του Μποπάλ πάνω από την Ινδία

Μπορεί να έχουν περάσει τρεις ολόκληρες δεκαετίες από τότε που 40 τόνοι θανατηφόρων αερίων ισοκυανικού μεθυλίου διέρρευσαν από το εργοστάσιο της πολυεθνικής Union Carbide India Limited στην ινδική πόλη Μποπάλ, στις 3 Δεκεμβρίου 1984, σκοτώνοντας σχεδόν ακαριαία περίπου 4.000 ανθρώπους και αφήνοντας ακρωτηριασμένους και τυφλούς εκατοντάδες χιλιάδες άλλους·
αλλά η χειρότερη παγκοσμίως βιομηχανική καταστροφή παραμένει επίκαιρη σε ό,τι αφορά την ανάγκη για αυστηρότερους κανονισμούς ασφαλείας στην τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ασίας.
Τριάντα χρόνια μετά, και ενώ έως και 30.000 άνθρωποι υπολογίζεται ότι έχουν χάσει τη ζωή τους από το ατύχημα, χιλιάδες παιδιά στο Μποπάλ, πρωτεύουσα της πολιτείας Μαντία Πραντές, καθώς και σε γειτονικές περιοχές, εξακολουθούν να γεννιούνται με παραμορφωμένα άκρα και άλλες φυσικές και διανοητικές αναπηρίες που προκλήθηκαν από την έκθεση των γονέων τους στο τοξικό αέριο.
Τα δηλητηριώδη αέρια, τα οποία έχουν εισχωρήσει βαθιά μέσα στο έδαφος και στα υπόγεια ύδατα κατά τη διάρκεια των ετών, εξακολουθούν να σκοτώνουν τον πληθυσμό που είναι πολύ φτωχός για να μετακινηθεί αλλού.
«Δεν υπάρχει κάποιο ενοποιημένο μητρώο ώστε να καταδειχθεί ο αριθμός των ανθρώπων που εξακολουθούν να υποφέρουν. Ως εκ τούτου, και παρ’ όλο που η ινδική κυβέρνηση κατέβαλε έστω και μικρές αποζημιώσεις σε περισσότερα από μισό εκατομμύριο θύματα, εξακολουθούν να υπάρχουν νέες αξιώσεις», αναφέρει το Κέντρο για την Επιστήμη και το Περιβάλλον (CSE) με έδρα το Δελχί.
Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, περίπου 350.000 κιλά τοξικών αποβλήτων εξακολουθούν να καλύπτουν τον χώρο του εργοστασίου της Union Carbide. Το 2009, 25 χρόνια μετά την τραγωδία, το CSE διεξήγαγε μια ανεξάρτητη αξιολόγηση και ανακάλυψε υψηλά επίπεδα μόλυνσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων στον χώρο του εργοστασίου της Union Carbide και τις γειτονικές περιοχές. Και μόλις το 2013, το Κέντρο συνεργάστηκε με εμπειρογνώμονες από όλη τη χώρα ώστε να αναπτύξει ένα πενταετές σχέδιο δράσης με στόχο την αποκατάσταση του εδάφους και των τοξικών αποβλήτων εντός του εργοστασίου, καθώς και την απολύμανση των υπόγειων υδάτων στην κοντινή περιοχή.
Περιέργως, παρότι για την καταστροφή εξακολουθούν να αναπαράγονται βιβλία, κινηματογραφικές ταινίες και συζητήσεις σχετικά με την εταιρική ευθύνη και τους ανεπαρκείς κανονισμούς ασφαλείας στην ινδική βιομηχανία, η ικανότητα της χώρας να αντιμετωπίσει μια παρόμοια καταστροφή εξακολουθεί να αμφισβητείται έντονα. «Μετά το ατύχημα η Ινδία βελτίωσε τη νομοθεσία για τις χημικές βιομηχανικές καταστροφές και την ασφάλεια των εργαζομένων, αλλά η αποτελεσματικότητά της εξακολουθεί να παραμένει ημιτελής», αναφέρει η Sunita Narain, γενική διευθύντρια του CSE. «Ακόμα κι αν δεν έχουμε δει μια άλλη, ανάλογη τρομακτική ανθρώπινη τραγωδία, η χώρα εξακολουθεί να έχει πολλά μικρά Μποπάλ και θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα και πολλές πηγές πρόκλησης μεγάλων και επικίνδυνων ατυχημάτων», επισημαίνει η ίδια.

Βροχή ατυχημάτων

Ετσι, ενώ η κυβέρνηση έχει επιδείξει προθυμία για τη δημιουργία διαφόρων επιτροπών για να εκτιμήσουν τις ζημιές και να υπολογίσουν τις αποζημιώσεις, τα ατυχήματα εξακολουθούν να σπέρνουν τον όλεθρο στα ορυχεία και τα εργοστάσια της χώρας.
Το πρόβλημα επιδεινώνεται από το χαλαρό νομοθετικό πλαίσιο και την εδραίωση της διαφθοράς, λόγος για τον οποίο αναμένεται εκθετική αύξηση στο κόστος για το περιβάλλον και την ανθρώπινη ασφάλεια στην τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ασίας, που αποτελεί το σπίτι για περισσότερους από 1,2 δισεκατομμύρια ανθρώπους.
Κι όμως, αυτό αποτελεί μια αντίφαση καθώς η Ινδία έχει μία από τις πιο πολύπλοκες και ολοκληρωμένες νομοθεσίες για τη βιομηχανική ασφάλεια. Για παράδειγμα, οι έλεγχοι ασφαλείας είναι πλέον υποχρεωτικοί σε όλα τα εργοστάσια αποθήκευσης επικίνδυνων χημικών ουσιών. Εντούτοις, η μόλυνση του εδάφους και του νερού διογκώνεται. Το 2010, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Δασών εντόπισε 10 τοξικούς χώρους που στεγάζουν χιλιάδες τόνους επικίνδυνων αποβλήτων.
Το χειρότερο είναι ότι η περιοχή του εργοστασίου της Union Carbide στο Μποπάλ δεν έχει ακόμη απαλλαγεί από τα τοξικά απόβλητα. Τα κόμματα της Ινδίας φιλονικούν για το πώς θα πρέπει να καθαριστεί ο χώρος, για το τι θα πρέπει να γίνει με τα απόβλητα και το ποιοι θα πρέπει να πληρώσουν για αυτό, τη στιγμή που η ρύπανση συνεχίζει να σπέρνει τον όλεθρο και να εξαπλώνεται σε περισσότερες περιοχές.
Η ουσία είναι ότι η ασφάλεια ακόμα δεν έχει γίνει «κουλτούρα» στην Ινδία, σε αντίθεση με τη Δύση. Οι βιομηχανίες συνεχίζουν να ρυπαίνουν και η ανεξέλεγκτη απαλλαγή τους από βιομηχανικά απόβλητα είναι η μεγαλύτερη αιτία για τη μόλυνση των υδάτων και τα προβλήματα υγείας εκατομμυρίων ανθρώπων στην Ινδία.
Από την άλλη, αν και υπάρχουν κατευθυντήριες γραμμές που υποδεικνύουν ότι τα νέα εργοστάσια που χρησιμοποιούν ή παράγουν τοξικές χημικές ουσίες πρέπει να κατασκευάζονται τουλάχιστον 25 χιλιόμετρα μακριά από κατοικημένες περιοχές, η πραγματικότητα είναι ότι οποιαδήποτε νέα βιομηχανική δραστηριότητα στην Ινδία προσελκύει ανθρώπους.
Από τη στιγμή που ανοίγει μια νέα εγκατάσταση, οι εργάτες δημιουργούν κάμπινγκ πίσω από τους φράχτες των εργοστασίων, όπου διαβιούν με τις οικογένειές τους. Αυτοί οι οικισμοί σε πολλές περιπτώσεις νομιμοποιούνται τελικά από ντόπιους πολιτικούς. Ετσι, τα εργοστάσια περιβάλλονται από παραγκουπόλεις. Οπως ακριβώς και στο Μποπάλ.
πηγη

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...