Ήθελα να μάθω αρχαία ελληνικά. Στο σχολείο μου, ωστόσο, μου είπαν ευγενικά ότι εκεί τα αρχαία ελληνικά είχαν πεθάνει και θα έπρεπε να πάω αλλού για να τα μάθω – αν επέμενα πραγματικά. Δεν θα προτιμούσα να μάθω μια άλλη ζωντανή γλώσσα αντ’ αυτού; Η απάντησή μου ήταν πώς όχι, προτιμούσα αυτό το νεκρό πυρσό πολιτισμού και ανθρωπισμού, αλλά δεν είχα επιλογή.
Έχει λοιπόν ανοίξει τώρα μια συζήτηση γύρω από την αφαίρεση των αρχαίων ελληνικών από τη διδακτέα ύλη των ελληνικών σχολείων. Φιλόλογοι σε όλη την Ευρώπη δίνουν αγώνα για να διατηρήσουν ζωντανή τη διδασκαλία των δύο σπουδαίων κλασικών γλωσσών, της ελληνικής και της λατινικής. Παλεύουν σε αντίξοες συνθήκες. Πώς να αντιταχτούν στην επέλαση των «μοντέρνων» στοιχείων της σχολικής διδασκαλίας και σε μια στρατιά αδαών που κηρύσσουν ότι οι γλώσσες, για να έχουν σήμερα συνάφεια με τη διδακτέα ύλη, πρέπει να εξασκούνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Πώς να σταθούν απέναντι σε αυτό το χείμαρρο αντιξοοτήτων αν η ίδια η Ελλάδα εγκαταλείψει τη γλώσσα που αποτελεί το θεμέλιο του επιστημονικού, νομικού και καλλιτεχνικού λόγου τον οποίο είμαστε σήμερα σε θέση να αρθρώσουμε;
Ήθελα να μάθω αρχαία ελληνικά. Στο σχολείο μου, ωστόσο, μου είπαν ευγενικά ότι εκεί τα αρχαία ελληνικά είχαν πεθάνει και θα έπρεπε να πάω αλλού για να τα μάθω – αν επέμενα πραγματικά. Δεν θα προτιμούσα να μάθω μια άλλη ζωντανή γλώσσα αντ’ αυτού; Η απάντησή μου ήταν πώς όχι, προτιμούσα αυτό το νεκρό πυρσό πολιτισμού και ανθρωπισμού, αλλά δεν είχα επιλογή. Οπότε επέλεξα κάτι ζωντανό, το οποίο ήταν διαθέσιμο, αλλά πάντοτε μου έλειπαν τα αρχαία ελληνικά. Με ενοχλούσε το γεγονός ότι ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Δημόκριτος, ο Σοφοκλής και όλοι οι άλλοι δεν θα ήταν «άμεσα» προσβάσιμοι σε έμενα.
Μετά από χρόνια, ξεκίνησα να μαθαίνω νέα ελληνικά. Μια γλώσσα στην οποία δεν μπορεί κανείς να έχει δομημένη πρόσβαση χωρίς αναφορά, συνεχή αναφορά, στην αρχαία γλώσσα των Ελλήνων. Τα ελληνικά πήραν τους κανόνες τους, απέκτησαν τη μορφή τους, σχεδίασαν τους ήχους τους, τα γράμματα και τα νοήματά τους, χιλιάδες χρόνια πριν. Τα ελληνικά, αν και διαφοροποιημένα, παραμένουν μια ενιαία γλώσσα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Τα ελληνικά έχουν μια γλωσσολογική συνέχεια για πάνω από 3000 χρόνια. Κανένας λογικός διαμορφωτής πολιτικής δεν θα ήθελε να διαγράψει αυτή την πραγματικότητα από το ελληνικό σχολικό πρόγραμμα.
Όποιος επιδιώκει να αποκτήσει επαρκή γνώση της γλώσσας του Καβάφη έχει ανάγκη να καταλάβει τη δομή της γλώσσας του Ομήρου. Αυτός που αναζητά να αντιληφθεί τη γλώσσα του Καζαντζάκη πρέπει να βασιστεί στη λογική του Περικλή. Ίσως αυτό είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτό από ένα φυσικό ομιλητή των νέων ελληνικών. Αλλά επιτρέψτε μου να σας διαβεβαιώσω: όλοι οι άλλοι που θέλουν κατανοήσουν και να μάθουν να χειρίζονται τα νέα ελληνικά θα επωφεληθούν πολύ από τα ελληνικά του παρελθόντος.
Μαθηματικά, φιλοσοφία, πολιτική και τέχνες ριζώθηκαν πρώτα στην αρχαία Ελλάδα. Οι ιδρυτές του σύγχρονου ελληνικού κράτους πήραν ώθηση για τον αγώνα τους την ικανότητά τους να παραθέτουν αποσπάσματα από το πρωτότυπο από την Οδύσσεια, την Πολιτεία και το Φιλοκτήτη. Ήταν η γλώσσα στην οποία δόθηκε νόημα στην ύπαρξή μας. Τα αρχαία ελληνικά είναι μια γλώσσα μέσω της οποίας η Ελλάδα συνεχίζει να εμπνέει την Ευρώπη και τον κόσμο. Αυτοί που θέλουν να στερήσουν από τους μαθητές των ελληνικών σχολείων αυτή την κληρονομιά και αυτές τις προοπτικές θα απέκοπταν την Ελλάδα από τις ρίζες της. Καμία συζήτηση στο facebook σε Greeklish δεν θα μπορούσε να αναπληρώσει μια τέτοια απώλεια.
Οι Έλληνες μαθητές πρέπει να συνεχίσουν να διδάσκονται την αρχαία ελληνική. Θα έμοιαζε σουρεαλιστικό αν οι Έλληνες μαθητές στη χώρα από την οποία προήλθε η γλώσσα θα έπρεπε να έχουν την ίδια τύχη με εμένα – να τους στερηθεί η πρόσβαση σε αυτό που καταρχάς έκανε το λαό τους σπουδαίο. Η αρχαία ελληνική γλώσσα δεν θα πρέπει να γίνει όμηρος μιας στείρας πολιτικής συζήτησης πάνω στο κράτος, τη θρησκεία και την πολιτιστική κληρονομιά. Αν πρέπει υψηλόβαθμα (και αμφιλεγόμενα) πρόσωπα της Ορθόδοξης Εκκλησίας να στρέφονται κατά αριστερών βουλευτών ας συγκρουστούν για πολιτικά ζητήματα. Όχι για μια γλώσσα που έχει υπάρχει εκπαιδευτικό πλεονέκτημα για αιώνες.
* Ο κ. Φρανκ Ενγκελ είναι ευρωβουλευτής, μέλος του Χριστιανικού Κοινωνικού Λαϊκού Κόμματος (CSV), επικεφαλής της ομάδας ευρωβουλευτών του Λαϊκού Κόμματος του Λουξεμβούργου.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Καθημερινή
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου