Η
οργισμένη διαπίστωση της λιθουανής προέδρου Ντάλια Γκριμπαουσκάιτε ότι η
ΕΕ έγινε «όμηρος της εθνικής πολιτικής μιας μεμονωμένης χώρας» ήταν
κάθε άλλο παρά υπερβολική. Διότι στην πραγματικότητα δεν πρόκειται καν
για μια ολόκληρη χώρα. Αντιθέτως αφορά τη συγκατάθεση του κοινοβουλίου
της γαλλόφωνης περιοχής της Βαλονίας στο Βέλγιο, με μόλις 3,5
εκατομμύρια κατοίκους.
Μηδενός εξαιρουμένου οι κυβερνήσεις των 28 χωρών μελών είναι υπέρ της CETA.
Οι ενστάσεις των Βαλόνων αφορούν τόσο τις πιθανές κοινωνικές, όσο και περιβαλλοντικές επιπτώσεις της προωθούμενης οικονομικής και εμπορικής συμφωνίας με τον Καναδά. Το Βέλγιο όμως δεν μπορεί να δώσει τη συγκατάθεσή του, εάν δεν διαθέτει τη συναίνεση όλων των τοπικών κυβερνήσεων. Η διαμάχη της κεντρικής με τις περιφερειακές κυβερνήσεις δεν είναι απλώς έκφραση της σύνθετης πολιτειακής δομής του Βελγίου, αλλά υπαγορεύεται και από τους δύσκολους πολιτικούς συσχετισμούς. Όπως και να έχουν τα πράγματα, γεγονός είναι ότι η εμπορική συμφωνία οδεύει προς ναυάγιο.
Η «προεργασία» Γιούνκερ
Κανονικά τα εμπορικά ζητήματα επιλύονται σε ευρωπαϊκό και όχι σε εθνικό επίπεδο. Τον Ιούλιο ωστόσο ο ίδιος ο πρόεδρος της Κομισιόν Γιούνκερ είχε προαναγγείλει σχεδόν πανηγυρικά το τέλος αυτή της παράδοσης, ανακοινώνοντας ότι θα πρέπει να συμφωνήσουν όχι μόνον το Ευρωκοινοβούλιο αλλά και τα εθνικά κοινοβούλια. Ήταν «λάθος για το οποίο με πίεσαν άλλοι», παραδέχθηκε την Παρασκευή ο Λουξεμβούργιος. Η γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ όμως πιστεύει ότι εάν ήταν υπεύθυνη για τη CETA μόνον η Κομισιόν, τότε «θα είχαμε άλλες δυσκολίες».
Ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ έχει προειδοποιήσει ότι «εάν δεν είμαστε σε θέση να κλείσουμε μια εμπορική συμφωνία με τον Καναδά, τότε δεν ξέρω πώς θα κλείσουμε εμπορικές συμφωνίες με άλλα μέρη αυτού του κόσμου». Ο επικεφαλής της Κομισιόν αναφέρεται εμμέσως πλην σαφώς στην αντίστοιχη συμφωνία με τις ΗΠΑ, την επίσης διαμφισβητούμενη TTIP. Το πρόβλημα όμως είναι αρκετά πιο ουσιαστικό: πολλοί θεωρούν ότι διακυβεύεται η ικανότητα της ΕΕ να εκφράζεται ως ένα ενιαίο σύνολο.
Αυτό κατέδειξε και ο τρόπος αντιμετώπισης της Ρωσίας. Μολονότι οι ευρωπαίοι ηγέτες καταδίκασαν απερίφραστα τις αιματηρές ρωσικές επιδρομές στο Χαλέπι, απέφυγαν εν τέλει να χρησιμοποιήσουν το εργαλείο των περαιτέρω κυρώσεων και περιορίστηκαν στην αποδυναμωμένη διατύπωση ότι επιφυλάσσονται να απαντήσουν με «όλα τα διαθέσιμα μέσα». Πολλές χώρες προκρίνουν την επαναπροσέγγιση με τη Ρωσία του Πούτιν, άλλες για αμιγώς οικονομικούς, άλλες -όπως η Ουγγαρία του Όρμπαν- για ιδεολογικούς λόγους. Η Α. Μέρκελ άφησε να εννοηθεί ότι θα προτιμούσε μια πιο αυστηρή διατύπωση.
Τα… γαλλικά των Γάλλων στη Μέι
Ταύτιση απόψεων επικράτησε αντίθετα στο προσφυγικό ζήτημα και πιο συγκεκριμένα στο πώς μπορεί να αποτραπεί η παράτυπη μετανάστευση από τις αφρικανικές χώρες. Η ΕΕ προτίθεται να κλείσει συμφωνίες με διάφορες χώρες της αφρικανικής ηπείρου.
Όσον αφορά το Brexit, στην πρώτη της σύνοδο κορυφής ως πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας η Τερέζα Μέι δεν άνοιξε τα χαρτιά της αναφορικά με το χρονοδιάγραμμα της σχετικής διαδικασίας και την ενεργοποίηση του άρθρου 50 της ευρωπαϊκής συνθήκης. Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ ξεκαθάρισε για μια ακόμη φορά ότι όσο εκκρεμεί η ενεργοποίησή του, δεν πρόκειται να υπάρξουν διαπραγματεύσεις για τις μελλοντικές σχέσεις των δυο πλευρών. Η Μέι εκτίμησε ότι θα υπάρξουν «ορισμένες δύσκολες στιγμές» στις διαπραγματεύσεις, δεσμεύτηκε ωστόσο ότι, όσο παραμένει μέλος, η Βρετανία θα συνεχίσει να διαδραματίζει εποικοδομητικό ρόλο.
Γενικότερα πάντως η βρετανή πρωθυπουργός συνάντησε ένα σχετικό ήρεμο κλίμα στις Βρυξέλλες, εάν εξαιρέσει κανείς τους Γάλλους. Ο πρόεδρος Ολάντ προειδοποίησε ότι «εάν η Τερέζα Μέι θέλει σκληρό Μπρέξιτ, τότε θα αντιμετωπίσει σκληρές διαπραγματεύσεις». Μεγαλύτερη αίσθηση όμως προκάλεσε μία διαρροή από την γαλλική αντιπροσωπεία που θέλει τον Γάλλο διαπραγματευτή της ΕΕ για το Brexit Μισέλ Μπαρνιέ να διεξάγει τις διαπραγματεύσεις στα γαλλικά. Ο εκπρόσωπος της Μέι δεν θέλησε να απαντήσει, όσο δεν έχει κατατεθεί επίσημο αίτημα…
Πηγή: Deutsche Welle
Μηδενός εξαιρουμένου οι κυβερνήσεις των 28 χωρών μελών είναι υπέρ της CETA.
Οι ενστάσεις των Βαλόνων αφορούν τόσο τις πιθανές κοινωνικές, όσο και περιβαλλοντικές επιπτώσεις της προωθούμενης οικονομικής και εμπορικής συμφωνίας με τον Καναδά. Το Βέλγιο όμως δεν μπορεί να δώσει τη συγκατάθεσή του, εάν δεν διαθέτει τη συναίνεση όλων των τοπικών κυβερνήσεων. Η διαμάχη της κεντρικής με τις περιφερειακές κυβερνήσεις δεν είναι απλώς έκφραση της σύνθετης πολιτειακής δομής του Βελγίου, αλλά υπαγορεύεται και από τους δύσκολους πολιτικούς συσχετισμούς. Όπως και να έχουν τα πράγματα, γεγονός είναι ότι η εμπορική συμφωνία οδεύει προς ναυάγιο.
Η «προεργασία» Γιούνκερ
Κανονικά τα εμπορικά ζητήματα επιλύονται σε ευρωπαϊκό και όχι σε εθνικό επίπεδο. Τον Ιούλιο ωστόσο ο ίδιος ο πρόεδρος της Κομισιόν Γιούνκερ είχε προαναγγείλει σχεδόν πανηγυρικά το τέλος αυτή της παράδοσης, ανακοινώνοντας ότι θα πρέπει να συμφωνήσουν όχι μόνον το Ευρωκοινοβούλιο αλλά και τα εθνικά κοινοβούλια. Ήταν «λάθος για το οποίο με πίεσαν άλλοι», παραδέχθηκε την Παρασκευή ο Λουξεμβούργιος. Η γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ όμως πιστεύει ότι εάν ήταν υπεύθυνη για τη CETA μόνον η Κομισιόν, τότε «θα είχαμε άλλες δυσκολίες».
Ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ έχει προειδοποιήσει ότι «εάν δεν είμαστε σε θέση να κλείσουμε μια εμπορική συμφωνία με τον Καναδά, τότε δεν ξέρω πώς θα κλείσουμε εμπορικές συμφωνίες με άλλα μέρη αυτού του κόσμου». Ο επικεφαλής της Κομισιόν αναφέρεται εμμέσως πλην σαφώς στην αντίστοιχη συμφωνία με τις ΗΠΑ, την επίσης διαμφισβητούμενη TTIP. Το πρόβλημα όμως είναι αρκετά πιο ουσιαστικό: πολλοί θεωρούν ότι διακυβεύεται η ικανότητα της ΕΕ να εκφράζεται ως ένα ενιαίο σύνολο.
Αυτό κατέδειξε και ο τρόπος αντιμετώπισης της Ρωσίας. Μολονότι οι ευρωπαίοι ηγέτες καταδίκασαν απερίφραστα τις αιματηρές ρωσικές επιδρομές στο Χαλέπι, απέφυγαν εν τέλει να χρησιμοποιήσουν το εργαλείο των περαιτέρω κυρώσεων και περιορίστηκαν στην αποδυναμωμένη διατύπωση ότι επιφυλάσσονται να απαντήσουν με «όλα τα διαθέσιμα μέσα». Πολλές χώρες προκρίνουν την επαναπροσέγγιση με τη Ρωσία του Πούτιν, άλλες για αμιγώς οικονομικούς, άλλες -όπως η Ουγγαρία του Όρμπαν- για ιδεολογικούς λόγους. Η Α. Μέρκελ άφησε να εννοηθεί ότι θα προτιμούσε μια πιο αυστηρή διατύπωση.
Τα… γαλλικά των Γάλλων στη Μέι
Ταύτιση απόψεων επικράτησε αντίθετα στο προσφυγικό ζήτημα και πιο συγκεκριμένα στο πώς μπορεί να αποτραπεί η παράτυπη μετανάστευση από τις αφρικανικές χώρες. Η ΕΕ προτίθεται να κλείσει συμφωνίες με διάφορες χώρες της αφρικανικής ηπείρου.
Όσον αφορά το Brexit, στην πρώτη της σύνοδο κορυφής ως πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας η Τερέζα Μέι δεν άνοιξε τα χαρτιά της αναφορικά με το χρονοδιάγραμμα της σχετικής διαδικασίας και την ενεργοποίηση του άρθρου 50 της ευρωπαϊκής συνθήκης. Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ ξεκαθάρισε για μια ακόμη φορά ότι όσο εκκρεμεί η ενεργοποίησή του, δεν πρόκειται να υπάρξουν διαπραγματεύσεις για τις μελλοντικές σχέσεις των δυο πλευρών. Η Μέι εκτίμησε ότι θα υπάρξουν «ορισμένες δύσκολες στιγμές» στις διαπραγματεύσεις, δεσμεύτηκε ωστόσο ότι, όσο παραμένει μέλος, η Βρετανία θα συνεχίσει να διαδραματίζει εποικοδομητικό ρόλο.
Γενικότερα πάντως η βρετανή πρωθυπουργός συνάντησε ένα σχετικό ήρεμο κλίμα στις Βρυξέλλες, εάν εξαιρέσει κανείς τους Γάλλους. Ο πρόεδρος Ολάντ προειδοποίησε ότι «εάν η Τερέζα Μέι θέλει σκληρό Μπρέξιτ, τότε θα αντιμετωπίσει σκληρές διαπραγματεύσεις». Μεγαλύτερη αίσθηση όμως προκάλεσε μία διαρροή από την γαλλική αντιπροσωπεία που θέλει τον Γάλλο διαπραγματευτή της ΕΕ για το Brexit Μισέλ Μπαρνιέ να διεξάγει τις διαπραγματεύσεις στα γαλλικά. Ο εκπρόσωπος της Μέι δεν θέλησε να απαντήσει, όσο δεν έχει κατατεθεί επίσημο αίτημα…
Πηγή: Deutsche Welle
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου