Πηγή: Lucas Koerner & Ricardo Vaz – FAIR.org
Μετάφραση/Επιμέλεια: Ανδρέας Κοσιάρης
Η Βολιβία έχει μια νέα ηγέτη-μαριονέτα, υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ, και τα δυτικά ΜΜΕ δυσκολεύονται να κρύψουν τον θαυμασμό τους.
Η Jeanine Áñez αυτοανακηρύχθηκε «προσωρινή πρόεδρος» ενώπιον μίας σχεδόν άδειας Γερουσίας στις 12 Νοεμβρίου, και φόρεσε την προεδρική κορδέλα με τη βοήθεια ένστολων στρατιωτών. Παρά την απουσία απαρτίας στο Κοινοβούλιο, που κάνει την κίνηση εμφανώς αντισυνταγματική, η Áñez αναγνωρίστηκε αμέσως από τις κυβερνήσεις Τραμπ και Τζόνσον.
Η σκηνή εκείνης της Τρίτης έμοιαζε με παρωδία τον γεγονότων του Ιανουαρίου στη Βενεζουέλα, κατά τα οποία ένας ουσιαστικά άγνωστος βουλευτής, επικαλούμενος άκρως αμφίβολα συνταγματικά επιχειρήματα, ανακήρυξε εαυτόν «προσωρινό πρόεδρο» χαροποιώντας την Ουάσινγκτον.
Παρά την υποτιθέμενη απειλή που αποτελεί ο Τραμπ και τον ενθουσιασμό για την πιθανή του καθαίρεση, τα δυτικά ΜΜΕ συνεχίζουν να συμβαδίζουν με τα πραξικοπήματα που στηρίζει η κυβέρνησή του στη Λατινική Αμερική.
Η Áñez έχει περιγραφεί θετικά ως «καταρτισμένη δικηγόρος» (BBC), «περήφανη Χριστιανή» (France 24) και «ακτιβίστρια των γυναικείων δικαιωμάτων και τηλεοπτική παρουσιάστρια» (Time). Το Reuters την αποκάλεσε «Βολιβιανή Προσωρινή Πρόεδρο Jeanine Áñez», το AP την είχε ως «η νεοανακηρυχθείσα προσωρινή πρόεδρος της Βολιβίας», ενώ για το BBC ήταν απλά η «Πρόεδρος Áñez». Το AFP την περιέγραψε ως «η 66η πρόεδρος την Νοτιοαμερικανικής χώρας και η δεύτερη γυναίκα που κρατά τη θέση».
Το λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται προσομοιάζει στα προφίλ των εταιρικών μέσων για τον πραξικοπηματία Juan Guaidó, που απεικονίστηκε ως «μαχητής της ελευθερίας» (Fox Business) και «φαν του μπέιζμπολ που αγαπά τη σάλσα» (Reuters) που «κατέκτησε την καρδιά ενός έθνους» (New York Times). Οι αναφορές στον Γκουαϊδό ως «πρόεδρο» έχουν πάντως μειωθεί ραγδαία έπειτα από την επαναλαμβανόμενη αποτυχία του να καταλάβει την εξουσία.
Εντωμεταξύ, τα εταιρικά ΜΜΕ έχουν χαρακτηρίσει κατ’ ευφημισμόν την Áñez ως «συντηρητική» (Guardian, New York Times, Reuters), απαλείφοντας κάθε αναφορά στις ακροδεξιές, σφοδρά αντι-αυτόχθονες πολιτικές της απόψεις. Η Áñez είναι μέλος του δεξιού Δημοκρατικού Κοινωνικού Κινήματος, από την ανατολική περιοχή της Σάντα Κρουζ, ιστορικά προπύργιο αποσχιστικών ομάδων και έδρα κάποιων από τις πιο ισχυρές ολιγαρχικές οικογένειες τη Βολιβίας. Έχει ιστορικό κατάφωρα ρατσιστικών σχολίων, τουιτάροντας το 2013 ότι η γιορτή των αυτοχθόνων «Aymara New Year» είναι «Σατανική»: «Δεν υπάρχει υποκατάστατο του Θεού». Λίγες μέρες πριν να καταλάβει την εξουσία, αναρωτήθηκε στο Twitter αν κάποιοι άνθρωποι που έκαναν δηλώσεις σε ΜΜΕ μπορούσαν στ’αλήθεια να είναι αυτόχθονες — επειδή φορούσαν παπούτσια.
Η Áñez έχει κι ακόμα ένα σκάνδαλο, που ακόμα δεν έχει αναφερθεί στον αγγλόφωνο τύπο: Ο ανιψιός της συνελήφθη για διακίνηση ναρκωτικών το 2017. Σύμφωνα με το EFE, ο Carlos Andrés Áñez Dorado συνελήφθη στη Βραζιλία στις 15 Οκκτωβρίου του 2017, έχοντας στην κατοχή του 480 κιλά κοκαΐνης.
Μαζί με το ξέπλυμα της Áñez, οι δημοσιογράφοι έχουν προσπαθήσει να ωραιοποιήσουν την εικόνα της φιγούρας που θεωρείται ότι είναι η αληθινή δύναμη πίσω από το πραξικόπημα: του φονταμενταλιστή Χριστιανού πολυεκατομμυριούχου Luis Fernando Camacho.
Ο Camacho είναι κυριολεκτικά ένας φασίστας που ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία στη νεοναζιστική Ένωση Νεολαίας της Σάντα Κρουζ, μια ακροδεξιά παραστρατιωτική οργάνωση που ήταν καθοριστική στην στηριγμένη από τις ΗΠΑ συνωμοσία απόσχισης της ολιγαρχίας της Σάντα Κρουζ το 2008.
Αλλά τίποτα από αυτά δε φαίνεται να έχει σημασία για τα δυτικά ΜΜΕ, που έχουν παρουσιάσει τον Camacho ως «συντηρητικό ηγέτη διαδηλώσεων» (BBC), «δημεγέρτη Χριστιανό» (Financial Times) και «κοινωνικό ηγέτη» (Reuters).
Απούσες από την κάλυψη των ΜΜΕ του Βολιβιανού πραξικοπήματος, είναι και οι αναφορές στις φασιστικές τακτικές που χρησιμοποίησε η αντιπολίτευση. Εικόνες και αναφορές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έδειχναν ηγέτες του Κινήματος προς τον Σοσιαλισμό (MAS) να δέχονται επιθέσεις από όχλους, να δένονται σε δέντρα, τα σπίτια τους να παραδίδονται στην πυρά και αρκετοί να υποχρεώνονται να παραιτηθούν από τη βία της αντιπολίτευσης. Αντίθετα, οι δημοσιογράφοι περιέγραψαν αθώα την αυξανόμενη βία των ακροδεξιών ως «μαζικές διαδηλώσεις» (BBC), «εναντίωση» (AP) και «πολιτική ανυπακοή» (New York Times).
Η ακροδεξιά βία παρουσιάστηκε ως «συγκρούσεις» (DW, France 24) για «αμφιλεγόμενα» ή «διαφιλονικούμενα» εκλογικά αποτελέσματα (Washington Post, BBC), επιτρέποντας στη στηριζόμενη από τις ΗΠΑ αντιπολίτευση να ενδυθεί τον μανδύα διαδηλωτών υπέρ της δημοκρατίας. Για να ενισχυθεί αυτή η αφήγηση της «νοθείας», τα δυτικά ΜΜΕ επανέλαβαν χωρίς καμία κριτική τους ισχυρισμούς του (χρηματοδοτούμενου από τις ΗΠΑ) Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών για «ανωμαλίες» και αγνόησαν επί το πλείστον την έκθεση του Center for Economic & Policy Research που δε βρήκε ενδείξεις αλλοίωσης του αποτελέσματος.
Άπαξ και ο Έβο Μοράλες υποχρεώθηκε να παραιτηθεί, ήταν σαν να ενεργοποιήθηκε ένας διακόπτης. Οι κρατικές δυνάμεις ασφαλείας, που είχαν κάνει στο πλάι για να επιτρέψουν στις φασιστικές συμμορίες του Camacho να προκαλέσουν το χάος και να επιτεθούν σε αντιπάλους, τώρα ενεργοποιήθηκαν για να συντρίψουν την αναπόφευκτη αντίσταση των αυτοχθόνων υποστηρικτών του MAS. Αλλά τώρα τα ΜΜΕ μπορούσαν να καταφύγουν στη δοκιμασμένη τεχνική της ποινικοποίησης των διαδηλώσεων κατά του πραξικοπήματος ως «βία από πλιατσικολόγους ή υποστηρικτές του κ. Μοράλες» (New York Times), ακριβώς όπως έγινε και με τις αντι-νεοφιλελεύθερες εξεγέρσεις σε Χιλή και Εκουαδόρ. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι δημοσιογράφοι έδειξαν να δικαιολογούν προληπτικά την καταστολή, γράφοντας για παράδειγμα πως υπήρξε «έκρηξη βίας» μετά την παραίτηση Μοράλες (Financial Times), ή πως οι δυνάμεις ασφαλείας αναπτύσσονταν για να «καταπνίξουν τη βία» (Reuters). Το AP ισχυρίστηκε, πιθανώς ευχόμενο, ότι «μια αίσθηση κανονικότητας επέστρεψε στην πρωτεύουσα την Τετάρτη».
Στηριγμένο από τις ΗΠΑ, το πραξικόπημα που αρνούνται τα δυτικά μέσα ότι είναι τέτοιο φαίνεται να επιτυγχάνει, τουλάχιστον προς το παρόν. Όμως, όπως στο σύντομο πραξικόπημα του 2002 στη Βενεζουέλα, η σιγή ιχθύος από τα ΜΜΕ και η βίαιη καταστολή δεν έχουν σταματήσει πλήθη Βολιβιανών από το να κατεβούν στους δρόμους για την επαναφορά της δημοκρατίας. Μόνο ο χρόνος θα δείξει αν το pueblo θα νικήσει.
Μετάφραση/Επιμέλεια: Ανδρέας Κοσιάρης
Η Βολιβία έχει μια νέα ηγέτη-μαριονέτα, υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ, και τα δυτικά ΜΜΕ δυσκολεύονται να κρύψουν τον θαυμασμό τους.
Η Jeanine Áñez αυτοανακηρύχθηκε «προσωρινή πρόεδρος» ενώπιον μίας σχεδόν άδειας Γερουσίας στις 12 Νοεμβρίου, και φόρεσε την προεδρική κορδέλα με τη βοήθεια ένστολων στρατιωτών. Παρά την απουσία απαρτίας στο Κοινοβούλιο, που κάνει την κίνηση εμφανώς αντισυνταγματική, η Áñez αναγνωρίστηκε αμέσως από τις κυβερνήσεις Τραμπ και Τζόνσον.
Η σκηνή εκείνης της Τρίτης έμοιαζε με παρωδία τον γεγονότων του Ιανουαρίου στη Βενεζουέλα, κατά τα οποία ένας ουσιαστικά άγνωστος βουλευτής, επικαλούμενος άκρως αμφίβολα συνταγματικά επιχειρήματα, ανακήρυξε εαυτόν «προσωρινό πρόεδρο» χαροποιώντας την Ουάσινγκτον.
Παρά την υποτιθέμενη απειλή που αποτελεί ο Τραμπ και τον ενθουσιασμό για την πιθανή του καθαίρεση, τα δυτικά ΜΜΕ συνεχίζουν να συμβαδίζουν με τα πραξικοπήματα που στηρίζει η κυβέρνησή του στη Λατινική Αμερική.
Η Áñez έχει περιγραφεί θετικά ως «καταρτισμένη δικηγόρος» (BBC), «περήφανη Χριστιανή» (France 24) και «ακτιβίστρια των γυναικείων δικαιωμάτων και τηλεοπτική παρουσιάστρια» (Time). Το Reuters την αποκάλεσε «Βολιβιανή Προσωρινή Πρόεδρο Jeanine Áñez», το AP την είχε ως «η νεοανακηρυχθείσα προσωρινή πρόεδρος της Βολιβίας», ενώ για το BBC ήταν απλά η «Πρόεδρος Áñez». Το AFP την περιέγραψε ως «η 66η πρόεδρος την Νοτιοαμερικανικής χώρας και η δεύτερη γυναίκα που κρατά τη θέση».
Το λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται προσομοιάζει στα προφίλ των εταιρικών μέσων για τον πραξικοπηματία Juan Guaidó, που απεικονίστηκε ως «μαχητής της ελευθερίας» (Fox Business) και «φαν του μπέιζμπολ που αγαπά τη σάλσα» (Reuters) που «κατέκτησε την καρδιά ενός έθνους» (New York Times). Οι αναφορές στον Γκουαϊδό ως «πρόεδρο» έχουν πάντως μειωθεί ραγδαία έπειτα από την επαναλαμβανόμενη αποτυχία του να καταλάβει την εξουσία.
Εντωμεταξύ, τα εταιρικά ΜΜΕ έχουν χαρακτηρίσει κατ’ ευφημισμόν την Áñez ως «συντηρητική» (Guardian, New York Times, Reuters), απαλείφοντας κάθε αναφορά στις ακροδεξιές, σφοδρά αντι-αυτόχθονες πολιτικές της απόψεις. Η Áñez είναι μέλος του δεξιού Δημοκρατικού Κοινωνικού Κινήματος, από την ανατολική περιοχή της Σάντα Κρουζ, ιστορικά προπύργιο αποσχιστικών ομάδων και έδρα κάποιων από τις πιο ισχυρές ολιγαρχικές οικογένειες τη Βολιβίας. Έχει ιστορικό κατάφωρα ρατσιστικών σχολίων, τουιτάροντας το 2013 ότι η γιορτή των αυτοχθόνων «Aymara New Year» είναι «Σατανική»: «Δεν υπάρχει υποκατάστατο του Θεού». Λίγες μέρες πριν να καταλάβει την εξουσία, αναρωτήθηκε στο Twitter αν κάποιοι άνθρωποι που έκαναν δηλώσεις σε ΜΜΕ μπορούσαν στ’αλήθεια να είναι αυτόχθονες — επειδή φορούσαν παπούτσια.
Η Áñez έχει κι ακόμα ένα σκάνδαλο, που ακόμα δεν έχει αναφερθεί στον αγγλόφωνο τύπο: Ο ανιψιός της συνελήφθη για διακίνηση ναρκωτικών το 2017. Σύμφωνα με το EFE, ο Carlos Andrés Áñez Dorado συνελήφθη στη Βραζιλία στις 15 Οκκτωβρίου του 2017, έχοντας στην κατοχή του 480 κιλά κοκαΐνης.
Μαζί με το ξέπλυμα της Áñez, οι δημοσιογράφοι έχουν προσπαθήσει να ωραιοποιήσουν την εικόνα της φιγούρας που θεωρείται ότι είναι η αληθινή δύναμη πίσω από το πραξικόπημα: του φονταμενταλιστή Χριστιανού πολυεκατομμυριούχου Luis Fernando Camacho.
Ο Camacho είναι κυριολεκτικά ένας φασίστας που ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία στη νεοναζιστική Ένωση Νεολαίας της Σάντα Κρουζ, μια ακροδεξιά παραστρατιωτική οργάνωση που ήταν καθοριστική στην στηριγμένη από τις ΗΠΑ συνωμοσία απόσχισης της ολιγαρχίας της Σάντα Κρουζ το 2008.
Αλλά τίποτα από αυτά δε φαίνεται να έχει σημασία για τα δυτικά ΜΜΕ, που έχουν παρουσιάσει τον Camacho ως «συντηρητικό ηγέτη διαδηλώσεων» (BBC), «δημεγέρτη Χριστιανό» (Financial Times) και «κοινωνικό ηγέτη» (Reuters).
Απούσες από την κάλυψη των ΜΜΕ του Βολιβιανού πραξικοπήματος, είναι και οι αναφορές στις φασιστικές τακτικές που χρησιμοποίησε η αντιπολίτευση. Εικόνες και αναφορές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έδειχναν ηγέτες του Κινήματος προς τον Σοσιαλισμό (MAS) να δέχονται επιθέσεις από όχλους, να δένονται σε δέντρα, τα σπίτια τους να παραδίδονται στην πυρά και αρκετοί να υποχρεώνονται να παραιτηθούν από τη βία της αντιπολίτευσης. Αντίθετα, οι δημοσιογράφοι περιέγραψαν αθώα την αυξανόμενη βία των ακροδεξιών ως «μαζικές διαδηλώσεις» (BBC), «εναντίωση» (AP) και «πολιτική ανυπακοή» (New York Times).
Η ακροδεξιά βία παρουσιάστηκε ως «συγκρούσεις» (DW, France 24) για «αμφιλεγόμενα» ή «διαφιλονικούμενα» εκλογικά αποτελέσματα (Washington Post, BBC), επιτρέποντας στη στηριζόμενη από τις ΗΠΑ αντιπολίτευση να ενδυθεί τον μανδύα διαδηλωτών υπέρ της δημοκρατίας. Για να ενισχυθεί αυτή η αφήγηση της «νοθείας», τα δυτικά ΜΜΕ επανέλαβαν χωρίς καμία κριτική τους ισχυρισμούς του (χρηματοδοτούμενου από τις ΗΠΑ) Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών για «ανωμαλίες» και αγνόησαν επί το πλείστον την έκθεση του Center for Economic & Policy Research που δε βρήκε ενδείξεις αλλοίωσης του αποτελέσματος.
Άπαξ και ο Έβο Μοράλες υποχρεώθηκε να παραιτηθεί, ήταν σαν να ενεργοποιήθηκε ένας διακόπτης. Οι κρατικές δυνάμεις ασφαλείας, που είχαν κάνει στο πλάι για να επιτρέψουν στις φασιστικές συμμορίες του Camacho να προκαλέσουν το χάος και να επιτεθούν σε αντιπάλους, τώρα ενεργοποιήθηκαν για να συντρίψουν την αναπόφευκτη αντίσταση των αυτοχθόνων υποστηρικτών του MAS. Αλλά τώρα τα ΜΜΕ μπορούσαν να καταφύγουν στη δοκιμασμένη τεχνική της ποινικοποίησης των διαδηλώσεων κατά του πραξικοπήματος ως «βία από πλιατσικολόγους ή υποστηρικτές του κ. Μοράλες» (New York Times), ακριβώς όπως έγινε και με τις αντι-νεοφιλελεύθερες εξεγέρσεις σε Χιλή και Εκουαδόρ. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι δημοσιογράφοι έδειξαν να δικαιολογούν προληπτικά την καταστολή, γράφοντας για παράδειγμα πως υπήρξε «έκρηξη βίας» μετά την παραίτηση Μοράλες (Financial Times), ή πως οι δυνάμεις ασφαλείας αναπτύσσονταν για να «καταπνίξουν τη βία» (Reuters). Το AP ισχυρίστηκε, πιθανώς ευχόμενο, ότι «μια αίσθηση κανονικότητας επέστρεψε στην πρωτεύουσα την Τετάρτη».
Στηριγμένο από τις ΗΠΑ, το πραξικόπημα που αρνούνται τα δυτικά μέσα ότι είναι τέτοιο φαίνεται να επιτυγχάνει, τουλάχιστον προς το παρόν. Όμως, όπως στο σύντομο πραξικόπημα του 2002 στη Βενεζουέλα, η σιγή ιχθύος από τα ΜΜΕ και η βίαιη καταστολή δεν έχουν σταματήσει πλήθη Βολιβιανών από το να κατεβούν στους δρόμους για την επαναφορά της δημοκρατίας. Μόνο ο χρόνος θα δείξει αν το pueblo θα νικήσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου