Ανατροπή δεδομένων για το εμβόλιο των Pfizer – BioNTech κατά του κορονοϊού το οποίο, σύμφωνα με νέα αποτελέσματα που δημοσιεύουν οι Financial Times, δεν χρειάζεται πλέον να διατηρείται σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Κάτι τέτοιο θα διευκολύνει πολύ την διανομή του σε κλινικές, φαρμακεία και σε πιο απομακρυσμένες περιοχές.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, τα δεδομένα σταθερότητας, τα οποία έχουν υποβάλει οι εταιρείες στις αμερικανικές αρχές, δείχνουν ότι το εμβόλιο μπορεί να διατηρηθεί σε «κανονικές» θερμοκρασίες ιατρικού καταψύκτη – δηλαδή από – 15° C έως – 25° C – έως και δύο εβδομάδες, σε σύγκριση με τις προηγούμενες απαιτούμενες συνθήκες αποθήκευσης μεταξύ – 60° C και – 80° C .

Από την πλευρά του, ο διευθύνων σύμβουλος της BioNTech, Ugur Sahin, δήλωσε ότι η ικανότητα αποθήκευσης του εμβολίου σε υψηλότερες από τις αρχικά δηλωθείσες θερμοκρασίες, θα δώσει στα κέντρα εμβολιασμού «μεγαλύτερη ευελιξία», προσθέτοντας ότι η εταιρεία συνεχίζει να αναπτύσσει νέες συνθέσεις για να κάνει τη δόση του εμβολίου «ακόμη πιο εύκολη στη μεταφορά και τη χρήση». Το πρωτοποριακό εμβόλιο των BioNTech / Pfizer ήταν το πρώτο που κέρδισε την κανονιστική έγκριση στο Ηνωμένο Βασίλειο, τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση πέρυσι, αλλά η ανάγκη αποθήκευσης και μεταφοράς των δόσεων κάτω από τους – 60° C περιέπλεκε την διανομή τους, ιδιαίτερα σε απομακρυσμένες περιοχές που δεν διέθεταν την λεγόμενη υποδομή «ψυχρής αλυσίδας» .

Η DHL, μία από τις εταιρείες μεταφορών που συμμετείχαν στην αποστολή των δόσεων του εμβολίου, δήλωσε πρόσφατα ότι οι κυβερνήσεις δεν κατάφεραν να προετοιμαστούν για την παράδοση του «τελευταίου μιλίου», πέρα ​​από τα εξειδικευμένα κέντρα διανομής και αποθήκευσης. Οι νέες συνθήκες αποθήκευσης αναμένεται να κάμψουν αυτούς τους περιορισμούς και να κάνουν το εμβόλιο πιο ανταγωνιστικό.

Το αντίστοιχο εμβόλιο κατά της Covid-19 της Moderna, βασισμένο σε παρόμοια τεχνολογία RNA messenger, μπορεί ήδη να διατηρηθεί σε κανονικές θερμοκρασίες ψυγείου μεταξύ 2° C και 8° C για 30 ημέρες, ενώ ένα άλλο σκεύασμα ανάλογης τεχνολογίας που αναπτύσσεται από το CureVac της Γερμανίας μπορεί να διατηρηθεί σε παρόμοιες θερμοκρασίες για τρεις μήνες.

Το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech έχει αποτελεσματικότητα 85% μετά την πρώτη δόση

Η πρώτη δόση του εμβολίου των Pfizer/BioNTech κατά της Covid-19 παρέχει υψηλή αποτελεσματικότητα 85%, σύμφωνα με μια νέα ισραηλινή μελέτη στο προσωπικό του μεγαλύτερου νοσοκομείου της χώρας, του Ιατρικού Κέντρου Σέμπα. Προηγούμενες μελέτες στην ίδια χώρα έχουν δείξει ότι μετά και τη δεύτερη δόση η αποτελεσματικότητα ανεβαίνει στο 94%.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής την λοιμωξιολόγο Τζίλι Ρεγκέβ-Γιοτσάι, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό “The Lancet”, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς και τους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, ανέφεραν ότι μεταξύ των 7.214 υγειονομικών (σε σύνολο 9.100) που έκαναν την πρώτη δόση τον Ιανουάριο, υπήρξε μείωση 85% στις περιπτώσεις συμπτωματικής Covid-19 μέσα στις επόμενες 15 έως 28 μέρες.

Η συνολική αποτελεσματικότητα, δηλαδή η μείωση των λοιμώξεων στους εμβολιασμένους σε σχέση με όσους δεν έχουν εμβολιαστεί -αν συμπεριληφθούν και οι ασυμπτωματικές περιπτώσεις- ήταν 75% μετά την πρώτη δόση.

Η Ρεγκέβ-Γιοτσάι τόνισε ότι το εμβόλιο είναι «εντυπωσιακά αποτελεσματικό», αλλά επεσήμανε ότι η μελέτη αφορούσε ανθρώπους που είναι «κυρίως νέοι και υγιείς», με μικρό ποσοστό άνω των 65 ετών. Από την άλλη, η μελέτη έγινε στη διάρκεια μιας έξαρσης κρουσμάτων στο Ισραήλ, με τα νοσοκομεία να κατακλύζονται από νέα περιστατικά.

Η υψηλή αποτελεσματικότητα μετά την πρώτη δόση φαίνεται να δικαιώνει τη βρετανική κυβέρνηση που αποφάσισε να απομακρύνει χρονικά στις 12 εβδομάδες τις δύο δόσεις τόσο για το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech, όσο και για εκείνο των Οξφόρδης/AstraZeneca, καθώς προσπαθεί να εμβολιάσει όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος του βρετανικού πληθυσμού με την πρώτη δόση.

Η Pfizer αρνήθηκε να σχολιάσει τα νέα στοιχεία από το Ισραήλ, λέγοντας ότι κάνει τη δική της ανάλυση για την αποτελεσματικότητα του εμβολίου σε πραγματικές συνθήκες σε διάφορες χώρες, μεταξύ των οποίων και το Ισραήλ. Οι Pfizer και BioNTech έχουν πει ότι δεν έχουν υπάρχουν επαρκή στοιχεία πως το χρονικό «άπλωμα» των δύο δόσεων είναι εξίσου αποτελεσματικό. Σχεδόν όλες οι χώρες -μεταξύ των οποίων το Ισραήλ και οι ΗΠΑ- προσπαθούν να τηρήσουν το διάστημα των τριών εβδομάδων ανάμεσα στις δύο δόσεις.

Ακολουθήστε το Flash.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις