Μια αποθαρρυντική συνειδητοποίηση αρχίζει να κερδίζει έδαφος καθώς οι Αμερικανοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αξιολογούν το νέο, "τραχύτερο" διεθνές περιβάλλον. Αναγνωρίζουν πια ότι οι δεσμοί μεταξύ Ρωσίας και Κίνας, που εδώ και πολύ καιρό υποβαθμίζονταν ως "ευκαιριακή συνεργασία", έχουν τη δυνατότητα να αναδιαμορφώσουν την παγκόσμια πολιτική σκηνή.
Η περίοδος πριν από την εισβολή του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία τούς έκανε να εστιάσουν στο πρόβλημα. Στις αρχές Φεβρουαρίου,
καθώς οι αμερικανικές προειδοποιήσεις για μια πιθανή ρωσική επίθεση γίνονταν ολοένα και πιο έντονες, ο Πούτιν επισκέφθηκε τον Κινέζο ομόλογό του, Σι Τζινπίνγκ, με αφορμή τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες στο Πεκίνο. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης οι κυβερνήσεις της Κίνας και της Ρωσίας εξέδωσαν μια κοινή δήλωση περισσότερων από 5.000 λέξεων που σηματοδοτεί μια συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών "χωρίς όρια και περιορισμούς".Το έγγραφο αποτελεί στην ουσία κάλεσμα οι δύο μεγάλες αυτές δυνάμεις να δημιουργήσουν σφαίρες επιρροής στην περιοχή που ενδιαφέρει την καθεμία τους, ενώ αποπνέει τη "σιωπηρή υποστήριξη" της Κίνας στις ρωσικές απειλές κατά της Ουκρανίας.
Με την ελπίδα ότι η Κίνα θα μπορούσε να προτρέψει τον Πούτιν να είναι προσεκτικός, Αμερικανοί αξιωματούχοι αποφάσισαν να μοιραστούν με την κινεζική κυβέρνηση πληροφορίες σχετικά με τη συσσώρευση στρατευμάτων από πλευράς Ρωσίας. Σε μια σειρά συναντήσεων στην κινεζική πρεσβεία στην Ουάσινγκτον και τηλεφωνήματα με τον Κινέζο υπουργό Εξωτερικών, Γουάνγκ Γι, οι Αμερικανοί εξέθεσαν λεπτομερώς τα ρωσικά σχέδια και προειδοποίησαν για τις επιπτώσεις τους στην παγκόσμια ασφάλεια.
Κατά τη διάρκεια αυτών των συναντήσεων η Κίνα εξέφραζε αμφιβολίες για κατά πόσον ο Πούτιν θα πραγματοποιούσε τελικώς την εισβολή στην Ουκρανία. Ακόμα χειρότερα, οι Κινέζοι αποκάλυψαν το περιεχόμενο των συζητήσεων στους Ρώσους, κατηγορώντας τις ΗΠΑ ότι επιχειρούν να σπείρουν διχόνοια μεταξύ Μόσχας και Πεκίνου.
Υποτίμηση
Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν εξοργίστηκε με τη στάση της Κίνας. Ξαφνικά έγινε σαφές πως διαδοχικές κυβερνήσεις των ΗΠΑ είχαν υποτιμήσει το βάθος των δεσμών Πούτιν-Σι, οι οποίοι μοιράζονται ένα αίσθημα έντονης οργής για τη θέση της Αμερικής στον κόσμο. Τα γεγονότα αντιπροσωπεύουν για τις ΗΠΑ μια στιγμή ξεκαθαρίσματος για τη φύση του κινεζικού καθεστώτος.
Η συνεργασία Ρωσίας-Κίνας διαφοροποιεί πλέον τις δυνατότητες της Αμερικής στην αντιμετώπιση ζητημάτων όπως η ασφάλεια της Ανατολικής Ασίας και της Ευρώπης, η ανθεκτικότητα της δημοκρατίας και η άμυνα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Άλλωστε, η σχέση Κίνας-Ρωσίας θα βαθύνει μέσα στους επόμενους μήνες, καθώς η Μόσχα θα απομονώνεται περαιτέρω διεθνώς.
Τα πρόσφατα γεγονότα είναι το αποκορύφωμα μιας μακράς διαδικασίας ρωσοκινεζικής προσέγγισης. Έπειτα από μια τεταμένη και μερικές φορές βίαιη σχέση κατά τη διάρκεια μεγάλου μέρους του Ψυχρού Πολέμου, η Ρωσία και η Κίνα άρχισαν να προσεγγίζουν στη δεκαετία του 1990, υπογράφοντας μια συνθήκη "Καλής Γειτονίας και Φιλικής Συνεργασίας" το 2001. Και οι δύο χτυπούσαν σταθερά την κυριαρχία της Αμερικής στον μεταψυχροπολεμικό κόσμο και ζητούσαν από καιρό τον "εκδημοκρατισμό" της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής, με άλλα λόγια έναν κόσμο λιγότερο επικεντρωμένο στην ηγεσία και στις συμμαχίες των ΗΠΑ.
Η ώθηση προς μια εταιρική σχέση επιταχύνθηκε καθώς ο Πούτιν αντιμετώπιζε την απομόνωση μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014 και ξεπερνούσε τους ενδοιασμούς του σχετικά με την πώληση προηγμένων όπλων στην Κίνα. Το Πεκίνο κατανοούσε τη Μόσχα, έχοντας επίσης υποστεί κι εκείνο οικονομικές πιέσεις από τις ΗΠΑ. Τον Οκτώβριο του 2019 ο Πούτιν ανακοίνωσε ότι θα βοηθούσε την Κίνα να αναπτύξει σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για αντιμετώπιση πυραυλικών επιθέσεων. Τον Φεβρουάριο του 2021 ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών, Γουάνγκ, κάλεσε δημόσια σε μια σινο-ρωσική εταιρική σχέση χωρίς περιορισμούς σε κανέναν τομέα. Τον Οκτώβριο οι δύο χώρες πραγματοποίησαν εκτεταμένα κοινά ναυτικά γυμνάσια στη Θάλασσα της Ιαπωνίας.
Αντιθέσεις
Στοιχεία έντασης μεταξύ Μόσχας και Πεκίνου συνεχίζουν να υπάρχουν. Αμερικανοί αξιωματούχοι είναι πεπεισμένοι ότι πολλοί Κινέζοι αξιωματούχοι διατηρούν βαθιές αμφιβολίες για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Οι δισταγμοί της Κίνας πιθανόν να αντανακλούν ότι έχει πολλά να χάσει σε αυτή την κρίση. Επί δεκαετίες προσπαθεί να πείσει τις ευρωπαϊκές ελίτ ότι δεν έχουν να φοβούνται τίποτε από μια ανερχόμενη Κίνα, ισχυρισμός που υπονομεύεται σοβαρά από τη σιωπηρή υποστήριξη του Πεκίνου σε μια ωμή εισβολή. Επιπλέον, η Κίνα έχει βασίσει μεγάλο μέρος της εξωτερικής της πολιτικής στο δόγμα του απαραβίαστου της κρατικής κυριαρχίας, το οποίο υπονομεύεται ανοιχτά από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Στη ρωσική πλευρά υπάρχει πιθανότητα ο Πούτιν να νιώσει τελικώς άβολα σε μια σχέση στην οποία είναι σαφώς ο ελάσσων εταίρος. Η Κίνα αντιπροσώπευε το 17,3% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2020, ενώ η Ρωσία μόλις το 1,7%. Μια τέτοια ανισορροπία θα μπορούσε να οδηγήσει την Κίνα να ζητήσει χάρες που θα έκαναν τη Ρωσία να νιώσει άβολα − σε ευαίσθητα ζητήματα όπως η Ταϊβάν και η Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Η Ρωσία έχει επίσης υψηλές προσδοκίες από τη διμερή συνεργασία: θα χρειαστεί βοήθεια για να παρακάμψει κυρώσεις σε πεδία όπου το Πεκίνο έχει φανεί έως τώρα απρόθυμο να προσφέρει αρωγή. Η Μόσχα θα εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από την Κίνα στο μέλλον και αυτή η εξάρτηση θα παρέχει στο Πεκίνο μόχλευση, την οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να εξασφαλίσει ρωσική υποστήριξη στις περιφερειακές και παγκόσμιες φιλοδοξίες του.
Εάν τελικά ο Σι Τζινπίνγκ πειστεί ότι η ενίσχυση των δεσμών με τη Ρωσία είναι η σωστή επιλογή και επιμείνει σθεναρά σε αυτήν, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους θα έχουν να αντιμετωπίσουν πολύ μεγαλύτερες προκλήσεις στο μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου