Για μισό σχεδόν αιώνα, ο Πατρίκ Μοντιανό εξέδιδε ένα βιβλίο κάθε δύο
χρόνια. Όπως λέει όμως ο συγγραφέας στον οποίο απονεμήθηκε το φετινό
Νομπέλ Λογοτεχνίας, όλα αυτά τα βιβλία ήταν στην πραγματικότητα κομμάτια
ενός μεγάλου μυθιστορήματος.
«Είχα πάντα την εντύπωση ότι έγραφα το ίδιο βιβλίο», είπε ο Πατρίκ Μοντιανό, ο συγγραφέας στον οποίο απονεμήθηκε το φετινό Νομπέλ Λογοτεχνίας, στην ιστοσελίδα Nobelprize.org. Και πρόσθεσε: «Φυσικά, δεν έχει κανείς επίγνωση του τι γράφει, δεν μπορεί να γίνει αναγνώστης του εαυτού του, η αίσθηση όμως είναι ότι γράφω το ίδιο βιβλίο εδώ και 45 χρόνια» λέει ο Πατρίκ Μοντιανό
Ο 69χρονος Μοντιανό σπανίως εμφανίζεται δημοσίως και δίνει συνεντεύξεις. Κι όμως, πρωταγωνιστεί στη λογοτεχνική σκηνή της Γαλλίας από το 1968. Τη χρονιά εκείνη εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο, με τίτλο «Place de L'Etoile», και άρχισε να δημιουργεί έναν ημιφανταστικό κόσμο όπου θα μπορούσε να παρουσιάζει πλευρές της ιστορίας της χώρας του τις οποίες άλλοι απέφευγαν συστηματικά. Το τελευταίο του μυθιστόρημα, με τίτλο «Pour que tu ne te perdes pas dans le quartier» (Για να μη χάνεσαι στη γειτονιά), έγινε αμέσως μπεστ-σέλερ. Κάθε μυθιστόρημα του Μοντιανό διαβάζεται από τουλάχιστον 100.000 ανθρώπους.
Οι οπαδοί του λένε ότι αποτελεί μια λογοτεχνική κατηγορία από μόνος του, όπως ο Μπαλζάκ ή ο Σέξπιρ. Το «Rues des boutiques obscures» (Η οδός των σκοτεινών μαγαζιών), που αφηγείται την ιστορία ενός ντετέκτιβ που χάνει τη μνήμη του ύστερα από ένα σκοτεινό ατύχημα, κέρδισε το 1978 το μεγαλύτερο λογοτεχνικό βραβείο της Γαλλίας, το Γκονκούρ.
Σύμφωνα με μία δημοσιογράφο της Λε Μοντ που τον γνωρίζει καλά, τη Μαριόν Βαν Ρεντεργκέμ, αυτό που κάνει τη δουλειά του μοναδική είναι η ικανότητά του να «δημιουργεί έναν κόσμο». Κάθε βιβλίο είναι μέρος αυτού του κόσμου, σημειώνει. Οι δρόμοι του Παρισιού περιγράφονται με την τελευταία λεπτομέρεια και με προφανή αγάπη. Οι χαρακτήρες του αναζητούν απαντήσεις, όπως άλλωστε και ο ίδιος ο συγγραφέας.
Τα γραπτά του Μοντιανό, που περιλαμβάνουν 29 βιβλία και αρκετά σενάρια και τραγούδια, αντλούν σε μεγάλο βαθμό την έμπνευσή τους από τη γερμανική κατοχή του Παρισιού. Εκείνη ακριβώς τη σκοτεινή περίοδο γνωρίστηκαν οι γονείς του, ένας εβραίος επιχειρηματίας και μια βελγίδα ηθοποιός από την Αμβέρσα. Ο Μοντιανό προβληματιζόταν πάντα από τη σκέψη ότι οι γονείς του δεν θα συναντιόντουσαν ποτέ αν δεν είχαν γίνει οι ωμότητες του περασμένου αιώνα.
«Είναι περίεργο να σκέφτεσαι ότι γεννήθηκες ύστερα από μια καταστροφή, εν μέσω ερειπίων», λέει. Όπως επισημαίνει ο Ντενί Κονάρ, που διαχειρίζεται ένα μπλογκ για το έργο του Μοντιανό, «ο συγγραφέας κατέρριψε τον μύθο της Γαλλίας που ήταν όλη στο στρατόπεδο της αντίστασης. Ηταν ένας από τους πρώτους που έγραψε για τη γαλλική Γκεστάπο και τη χρησιμοποίησε ως βασικό θέμα ενός από τα μυθιστορήματά του».
Επιφυλακτικός απέναντι στα μέσα ενημέρωσης και αφοσιωμένος στην οικογενειακή ζωή, ο Μοντιανό αρέσκεται κυρίως στους μοναχικούς περιπάτους στο Πάρκο του Λουξεμβούργου, που βρίσκεται κοντά στο σπίτι του. Περπατά επίσης συχνά στο Σεν Ζερμέν ντε Πρε, πάντα με το γείσο του παλτού του ανεβασμένο και ένα πανικόβλητο βλέμμα στο πρόσωπο, όπως λέει η Βαν Ρεντεργκέμ.
Το 1974, ο Μοντιανό έγραψε το σενάριο για την ταινία «Λακόμπ Λισιέν», που διηγείται τη ζωή ενός 17χρονου αγοριού στη νοτιοδυτική Γαλλία, το οποίο αποφασίζει να ενταχθεί στην Γκεστάπο αφού δεν το δέχθηκαν στην Αντίσταση. Η ταινία, την οποία σκηνοθέτησε ο Λουι Μαλ, χαρακτηρίστηκε αριστούργημα και κέρδισε το βραβείο Bafta. Δέχθηκε όμως και επικρίσεις, καθώς παρουσίασε με συμπαθητικό τρόπο ένα συνεργάτη του κατακτητή.
Τον Ιούλιο του 1945, όταν γεννήθηκε ο Μοντιανό σε ένα προάστιο του Παρισιού, ο στρατηγός Ντε Γκολ είχε αποφασίσει στο όνομα της συμφιλίωσης να αφήσει στην άκρη το ζήτημα της συνεργασίας με τον εχθρό. Για πολλές δεκαετίες, αυτό το κεφάλαιο έμεινε θαμμένο στα σχολικά βιβλία ιστορίας. Πολλοί από εκείνους που συνεργάστηκαν με τους Ναζί έκαναν καριέρα σε κυβερνητικές θέσεις. Όταν μεγάλωσε όμως η μεταπολεμική γενιά, τα ερωτήματα αυτά επανήλθαν στο προσκήνιο.
Ο ίδιος ο Μοντιανό προσπαθούσε να βρει απαντήσεις για τη δική του ζωή. Ηταν πάντα δυσαρεστημένος που η μητέρα του έστειλε τον ίδιο και τον αδελφό του σε οικοτροφείο. Ο θάνατος του αδελφού του από λευχαιμία σε ηλικία 10 ετών υπήρξε άλλο ένα μεγάλο τραύμα. Ο πατέρας του, που απέκρυψε την εβραϊκή του ταυτότητα στη διάρκεια του πολέμου και έκανε μαύρη αγορά προτού εγκαταλείψει την οικογένειά του, ίσως να αποτέλεσε την έμπνευση για τον πρωταγωνιστή του «Place de L'Etoile».
«Η γερμανική κατοχή τον στοίχειωσε, όχι τόσο ως μια ιστορική περίοδος όσο επειδή αποκάλυψε το σκοτάδι της ανθρώπινης ψυχής», λέει η Βαν Ρεντεργκέμ. «Τον έλκουν τα ταραγμένα νερά».
Πηγή: Financial Times
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου