Η πίστη στη δύναμη και τη σοφία των αγορών είναι ένα παραμύθι σαν κι
αυτά που πουλάνε οι παπάδες όταν τσεπώνουν τα εκατομμύρια από αγίες
παντόφλες κι οδοντόβουρτσες.
Σήμερα μπορούμε ως χρυσόψαρα να το χάβουμε με μεγάλη ευκολία, αλλά την περίοδο μετά το κραχ του 1929, ήταν αδύνατον να πουληθούν τέτοια φούμαρα όταν ακριβώς δίπλα στην Σύνθλιψη του Μεσοπολέμου υπήρχε μια ΕΣΣΔ εντελώς απρόσβλητη:
η ανεργία στις αρχές της δεκαετίας του ’30 στην «Δύση» (αδόκιμος όρος, τον βάζω για οικονομία) κυμαινόταν από 22% έως 44% (το τελευταίο νούμερο αφορά στη Γερμανία όπου οι άνεργοι μάλιστα βαφτίζονταν «φυγόπονοι αντικοινωνικοί») και στις ΗΠΑ σχεδόν τα μισά στεγαστικά δάνεια δεν εξυπηρετούνταν.
Ταυτόχρονα, οι Εργατικοί και τα συνδικάτα στη Βρετανία, παραμένοντας πιστά στην ορθοδοξία των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και της αντιπληθωριστικής πολιτικής, έχασαν τα μισά τους μέλη από το 1920 και μετά, καθώς οι εργαζόμενοι δεν είχαν κανένα λόγο να συμμετέχουν σε μια συλλογικότητα η οποία σαμποτάρει τα συμφέροντά τους. Την ίδια περίοδο στην ΕΣΣΔ η λέξη «ανεργία» ήταν άγνωστη και η βιομηχανική παραγωγή τριπλασιάστηκε (από το 5% της παγκόσμιας παραγωγής μεταποίησης το 1929 εκτοξεύθηκε στο 18% το 1938). Το εργατικό δυναμικό στις πόλεις διπλασιάστηκε από το 1927 έως το 1932 και σχεδόν τετραπλασιάστηκε ως το 1939.
Έτσι, με τη λήξη του Β’ΠΠ και την ανάσα του Στάλιν στο σβέρκο πολλών (ένας Κόκκινος Στρατός θα μπορούσε να δώσει μια οριστική λύση στη διαχείριση των μέσων παραγωγής), τα καπιταλιστικά έθνη αναγκάστηκαν να εξαφανίσουν από τον δημόσιο διάλογο τη λέξη «καπιταλισμός» και να πάρουν από τους μπολσεβίκους την ιδέα του κεντρικού σχεδιασμού και ελέγχου. Της έβαλαν κάμποσο νερό, πρόσθεσαν τριγωνική ρύθμιση εργασιακών σχέσεων (κράτος - συνδικάτα - εργοδότες) και δούλεψε – τουλάχιστον για την συντριπτική πλειοψηφία, που ήταν και το ζητούμενο.
Οι επιχειρηματίες, παρά την βαριά φορολογία στα ανώτατα εισοδηματικά κλιμάκια ώστε να αμβλυνθούν οι ανισότητες (ενδεικτικά: 91% στις ΗΠΑ έως το 1964, 70% έως το 1981, 90% στη Βρετανία τις δεκαετίες 1950-60 και 83% το 1974, κάτι που αφορούσε 750.000 ανθρώπους), ωφελήθηκαν από τη δημόσια διαχείριση της ζήτησης και τις πολιτικές πλήρους απασχόλησης και μπόρεσαν να επενδύσουν με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη, γνωρίζοντας ότι το κράτος συγκρατούσε τους οικονομικούς κύκλους και απάλυνε τις διακυμάνσεις του εμπορίου που είχαν ταλαιπωρήσει τις οικονομίες του Μεσοπολέμου. Η δημόσια διαχείριση, η κοινωνική αλληλεγγύη και η θεσμική συνεργασία εγγυήθηκαν ένα από τα πιο εντυπωσιακά επιτεύγματα της ευρωπαϊκής κι αμερικανικής ιστορίας: μειώθηκαν σημαντικά οι ανισότητες και οι ασθένειες, ανέβηκε ο προσδόκιμος χρόνος ζωής, το βιοτικό επίπεδο και το επίπεδο μόρφωσης. Η τεράστια υλική πρόοδος μπήκε στην υπηρεσία της ανθρωπότητας και η χρηματιστική ορθοδοξία στο χρονοντούλαπο στης ιστορίας (των ανθρώπων, όχι των χρυσόψαρων λέμε).
Ενδεικτικά: στην δεκαετία του ’60 η ανεργία στην Ευρώπη ήταν κατά μ.ο. στο 1.5% και ΟΛΕΣ οι περιπτώσεις μεγάλης οικονομικής επιτυχίας αποτέλεσαν περιπτώσεις εκβιομηχάνισης με κρατική υποστήριξη, επίβλεψη, σχεδιασμό και management. Αυτή η κεϋνσιανού τύπου οικονομική μεγέθυνση σε καπιταλιστική οικονομία βασίστηκε στη μαζική κατανάλωση ενός πλήρως απασχολούμενου εργατικού δυναμικού (καταναλωτής και εργαζόμενος είναι το ίδιο και αυτό πρόσωπο) που απολαμβάνει όλο και καλύτερες αμοιβές και προστασία.
Στις 16 βιομηχανικά πιο προηγμένες χώρες, ο ρυθμός των επενδύσεων τριπλασιάστηκε σε σχέση με την περίοδο της «ελεύθερης αγοράς» (1870-1913). Με όρους ατομικής ευημερίας, ο ντε Γκώλ π.χ. ανήλθε στην εξουσία σε μία Γαλλία του ενός (1) εκατομμυρίου τηλεοράσεων και αποχώρησε όταν υπήρχαν δέκα (10). Και όχι, δεν ήταν το σχέδιο Μάρσαλ: το μεγαλύτερο μέρος των ευρωπαϊκών επενδύσεων προήλθε από εγχώριες διεργασίες, ενώ οι ρυθμοί ανάπτυξης των δυτικοευρωπαϊκών χωρών παρέμειναν χαμηλότεροι των ανατολικοευρωπαϊκών που δεν απολάμβαναν ανάλογη βοήθεια.
Τι χρωστάμε στην ΕΣΣΔ τελικά; Την ανάδειξη της πολιτικής ως κυρίαρχη δύναμη: η πλήρης απασχόληση, το κράτος πρόνοιας, οι μισθοί αξιοπρεπούς διαβίωσης, ο ελεύθερος χρόνος, η μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων, η κοινωνική ασφάλιση υπήρξαν πολιτική δέσμευση και μέριμνα κάποιας κεντρικής αρχής. Δεν περίμενε κανείς καμία «αγορά» για να ανοικοδομήσει τις κατεστραμμένες από τον πόλεμο χώρες, πόσο μάλλον να ικανοποιήσει τα παραπάνω γιατί απλούστατα μέριμνα της «αγοράς» δεν είναι η ευημερία κανενός πολίτη πλην ημετέρων μετόχων και λοιπών τζογαδόρων, ραντιέρηδων κι ερπετών. Η πίεση που άσκησε η Οκτωβριανή Επανάσταση γέννησε εκείνα τα εμπειρικά κι επιστημονικά δεδομένα στην οικονομία που μας επιτρέπουν σήμερα να κράξουμε ως τσαρλατάνο όποιον παπα-Κλεομένη ψέλνει τα γκόσπελ της «προσέλκυσης επενδύσεων για τη μείωση της ανεργίας και το μεγάλωμα της πίτας».
Υ.Γ. Η φωτογραφία είναι από τον υπόγειο σταθμό του Gants Hill στο Λονδίνο που χτίστηκε το 1937 και αποτυπώνει – σύμφωνα με τον Mazower – την «μυστηριακή έλξη της Σοβιετικής Ένωσης» εκείνη την εποχή. Η διαφορά αυτής της μεγαλοπρεπούς κεντρικής αίθουσας από τους υπόλοιπους σταθμούς της πόλης είναι χαρακτηριστική. Σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Charles Holden ως φόρος τιμής στο μετρό της Μόσχας στο οποίο είχε εργαστεί ως σύμβουλος.
* Ο πρωτότυπος τίτλος είναι «1917 - 2017: What have the soviets ever done for us?»
Από το sarantakos.wordpress.com
πηγη
Σήμερα μπορούμε ως χρυσόψαρα να το χάβουμε με μεγάλη ευκολία, αλλά την περίοδο μετά το κραχ του 1929, ήταν αδύνατον να πουληθούν τέτοια φούμαρα όταν ακριβώς δίπλα στην Σύνθλιψη του Μεσοπολέμου υπήρχε μια ΕΣΣΔ εντελώς απρόσβλητη:
η ανεργία στις αρχές της δεκαετίας του ’30 στην «Δύση» (αδόκιμος όρος, τον βάζω για οικονομία) κυμαινόταν από 22% έως 44% (το τελευταίο νούμερο αφορά στη Γερμανία όπου οι άνεργοι μάλιστα βαφτίζονταν «φυγόπονοι αντικοινωνικοί») και στις ΗΠΑ σχεδόν τα μισά στεγαστικά δάνεια δεν εξυπηρετούνταν.
Ταυτόχρονα, οι Εργατικοί και τα συνδικάτα στη Βρετανία, παραμένοντας πιστά στην ορθοδοξία των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και της αντιπληθωριστικής πολιτικής, έχασαν τα μισά τους μέλη από το 1920 και μετά, καθώς οι εργαζόμενοι δεν είχαν κανένα λόγο να συμμετέχουν σε μια συλλογικότητα η οποία σαμποτάρει τα συμφέροντά τους. Την ίδια περίοδο στην ΕΣΣΔ η λέξη «ανεργία» ήταν άγνωστη και η βιομηχανική παραγωγή τριπλασιάστηκε (από το 5% της παγκόσμιας παραγωγής μεταποίησης το 1929 εκτοξεύθηκε στο 18% το 1938). Το εργατικό δυναμικό στις πόλεις διπλασιάστηκε από το 1927 έως το 1932 και σχεδόν τετραπλασιάστηκε ως το 1939.
Έτσι, με τη λήξη του Β’ΠΠ και την ανάσα του Στάλιν στο σβέρκο πολλών (ένας Κόκκινος Στρατός θα μπορούσε να δώσει μια οριστική λύση στη διαχείριση των μέσων παραγωγής), τα καπιταλιστικά έθνη αναγκάστηκαν να εξαφανίσουν από τον δημόσιο διάλογο τη λέξη «καπιταλισμός» και να πάρουν από τους μπολσεβίκους την ιδέα του κεντρικού σχεδιασμού και ελέγχου. Της έβαλαν κάμποσο νερό, πρόσθεσαν τριγωνική ρύθμιση εργασιακών σχέσεων (κράτος - συνδικάτα - εργοδότες) και δούλεψε – τουλάχιστον για την συντριπτική πλειοψηφία, που ήταν και το ζητούμενο.
Οι επιχειρηματίες, παρά την βαριά φορολογία στα ανώτατα εισοδηματικά κλιμάκια ώστε να αμβλυνθούν οι ανισότητες (ενδεικτικά: 91% στις ΗΠΑ έως το 1964, 70% έως το 1981, 90% στη Βρετανία τις δεκαετίες 1950-60 και 83% το 1974, κάτι που αφορούσε 750.000 ανθρώπους), ωφελήθηκαν από τη δημόσια διαχείριση της ζήτησης και τις πολιτικές πλήρους απασχόλησης και μπόρεσαν να επενδύσουν με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη, γνωρίζοντας ότι το κράτος συγκρατούσε τους οικονομικούς κύκλους και απάλυνε τις διακυμάνσεις του εμπορίου που είχαν ταλαιπωρήσει τις οικονομίες του Μεσοπολέμου. Η δημόσια διαχείριση, η κοινωνική αλληλεγγύη και η θεσμική συνεργασία εγγυήθηκαν ένα από τα πιο εντυπωσιακά επιτεύγματα της ευρωπαϊκής κι αμερικανικής ιστορίας: μειώθηκαν σημαντικά οι ανισότητες και οι ασθένειες, ανέβηκε ο προσδόκιμος χρόνος ζωής, το βιοτικό επίπεδο και το επίπεδο μόρφωσης. Η τεράστια υλική πρόοδος μπήκε στην υπηρεσία της ανθρωπότητας και η χρηματιστική ορθοδοξία στο χρονοντούλαπο στης ιστορίας (των ανθρώπων, όχι των χρυσόψαρων λέμε).
Ενδεικτικά: στην δεκαετία του ’60 η ανεργία στην Ευρώπη ήταν κατά μ.ο. στο 1.5% και ΟΛΕΣ οι περιπτώσεις μεγάλης οικονομικής επιτυχίας αποτέλεσαν περιπτώσεις εκβιομηχάνισης με κρατική υποστήριξη, επίβλεψη, σχεδιασμό και management. Αυτή η κεϋνσιανού τύπου οικονομική μεγέθυνση σε καπιταλιστική οικονομία βασίστηκε στη μαζική κατανάλωση ενός πλήρως απασχολούμενου εργατικού δυναμικού (καταναλωτής και εργαζόμενος είναι το ίδιο και αυτό πρόσωπο) που απολαμβάνει όλο και καλύτερες αμοιβές και προστασία.
Στις 16 βιομηχανικά πιο προηγμένες χώρες, ο ρυθμός των επενδύσεων τριπλασιάστηκε σε σχέση με την περίοδο της «ελεύθερης αγοράς» (1870-1913). Με όρους ατομικής ευημερίας, ο ντε Γκώλ π.χ. ανήλθε στην εξουσία σε μία Γαλλία του ενός (1) εκατομμυρίου τηλεοράσεων και αποχώρησε όταν υπήρχαν δέκα (10). Και όχι, δεν ήταν το σχέδιο Μάρσαλ: το μεγαλύτερο μέρος των ευρωπαϊκών επενδύσεων προήλθε από εγχώριες διεργασίες, ενώ οι ρυθμοί ανάπτυξης των δυτικοευρωπαϊκών χωρών παρέμειναν χαμηλότεροι των ανατολικοευρωπαϊκών που δεν απολάμβαναν ανάλογη βοήθεια.
Τι χρωστάμε στην ΕΣΣΔ τελικά; Την ανάδειξη της πολιτικής ως κυρίαρχη δύναμη: η πλήρης απασχόληση, το κράτος πρόνοιας, οι μισθοί αξιοπρεπούς διαβίωσης, ο ελεύθερος χρόνος, η μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων, η κοινωνική ασφάλιση υπήρξαν πολιτική δέσμευση και μέριμνα κάποιας κεντρικής αρχής. Δεν περίμενε κανείς καμία «αγορά» για να ανοικοδομήσει τις κατεστραμμένες από τον πόλεμο χώρες, πόσο μάλλον να ικανοποιήσει τα παραπάνω γιατί απλούστατα μέριμνα της «αγοράς» δεν είναι η ευημερία κανενός πολίτη πλην ημετέρων μετόχων και λοιπών τζογαδόρων, ραντιέρηδων κι ερπετών. Η πίεση που άσκησε η Οκτωβριανή Επανάσταση γέννησε εκείνα τα εμπειρικά κι επιστημονικά δεδομένα στην οικονομία που μας επιτρέπουν σήμερα να κράξουμε ως τσαρλατάνο όποιον παπα-Κλεομένη ψέλνει τα γκόσπελ της «προσέλκυσης επενδύσεων για τη μείωση της ανεργίας και το μεγάλωμα της πίτας».
Υ.Γ. Η φωτογραφία είναι από τον υπόγειο σταθμό του Gants Hill στο Λονδίνο που χτίστηκε το 1937 και αποτυπώνει – σύμφωνα με τον Mazower – την «μυστηριακή έλξη της Σοβιετικής Ένωσης» εκείνη την εποχή. Η διαφορά αυτής της μεγαλοπρεπούς κεντρικής αίθουσας από τους υπόλοιπους σταθμούς της πόλης είναι χαρακτηριστική. Σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Charles Holden ως φόρος τιμής στο μετρό της Μόσχας στο οποίο είχε εργαστεί ως σύμβουλος.
* Ο πρωτότυπος τίτλος είναι «1917 - 2017: What have the soviets ever done for us?»
Από το sarantakos.wordpress.com
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου