«Νομίζω ότι θα ήταν ένα πολύ πιο πράσινο μέρος με μια πληθώρα ζώων μεγάλου μεγέθους που θα ζούσαν σε όλες τις ηπείρους εκτός από την Ανταρκτική», δήλωσε στο Live Science ο Τρέβορ Γουόρθι, παλαιοντολόγος και αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Flinders της Αυστραλίας.
Ένας κόσμος χωρίς τον σύγχρονο άνθρωπο θα μπορούσε επίσης να σημαίνει ότι οι συγγενείς μας- όπως οι Νεάντερταλ που έχουν εξαφανιστεί- θα εξακολουθούσαν να υπάρχουν και θα είχαν επιφέρει αλλαγές στον κόσμο τους. Οι άνθρωποι έχουν διαμορφώσει τον κόσμο εξαφανίζοντας πολλά είδη, μέσω δραστηριοτήτων όπως το κυνήγι και η καταστροφή των ενδιαιτημάτων.
Ο ρυθμός εξαφάνισης στη Γη σήμερα είναι πάνω από 100 φορές μεγαλύτερος από ό,τι θα ήταν χωρίς τον άνθρωπο, σύμφωνα με τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις, και δεν έχει υπάρξει υψηλότερος από το γεγονός μαζικού αφανισμού της Κρητιδικής-Παλαιογενούς (K-Pg) που εξαφάνισε περίπου το 80% των ειδών ζώων πριν από 66 εκατομμύρια χρόνια, αναφέρει το Live Science.
Η καταστροφή της φύσης που προκαλείται από τον άνθρωπο, δείχνει ότι η Γη θα φιλοξενούσε περισσότερη άγρια ζωή μαζί με κάποιους χαμένους «γίγαντες», όπως τα πουλιά Μόα. Αυτά τα πτηνά που μοιάζουν με στρουθοκαμήλους, μπορούν να φτάσουν τα 3,6 μέτρα ύψος. Εξελίχθηκαν στη Νέα Ζηλανδία σε βάθος εκατομμυρίων ετών και εξαφανίστηκαν μέσα σε διάστημα 200 ετών από την άφιξη των ανθρώπων στις περιοχές τους, πριν από 750 χρόνια. Τουλάχιστον 25 άλλα είδη σπονδυλωτών- συμπεριλαμβανομένων των γιγάντιων αετών Haast (Hieraaetus moorei) που κυνηγούσαν τα μόα-επίσης εξαφανίστηκαν.
Τα γιγάντια μόα και οι αετοί Haast είναι πρόσφατα παραδείγματα μεγάλων ζώων των οποίων η εξαφάνιση συνδέεται απόλυτα με ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως το μη βιώσιμο κυνήγι και η εισαγωγή χωροκατακτητικών ειδών σε νέα ενδιαιτήματα. Αποτελούν επίσης δείκτες για το πώς μπορεί να ήταν η σχέση μας με τα μεγάλα ζώα. Η επιβίωση των μεγάλων ζώων είναι ζωτικής σημασίας για τις εικασίες σχετικά με μια Γη χωρίς τον άνθρωπο, καθώς αυτά τα θηρία έχουν τόσο μεγάλο αντίκτυπο στα τοπία.
Γη Σερενγκέτι
Ο Σόρεν Φόρμπι, ανώτερος λέκτορας ζωολογίας στο Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ στη Σουηδία, πιστεύει ότι ο άνθρωπος έπαιξε βασικό ρόλο στην εξαφάνιση πολλών μεγάλων θηλαστικών που χρονολογούνται εδώ και χιλιάδες χρόνια. Ήταν επικεφαλής μιας μελέτης του 2015, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Diversity and Distributions», η οποία πρότεινε ότι, χωρίς τον άνθρωπο, η Γη θα έμοιαζε σε μεγάλο βαθμό με το σημερινό Σερενγκέτι, ένα αφρικανικό οικοσύστημα που σφύζει από ζωή.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, εξαφανισμένα ζώα παρόμοια με αυτά που ζουν σήμερα στο Σερενγκέτι – συμπεριλαμβανομένων των ελεφάντων, των ρινόκερων και των λιονταριών – θα ζούσαν σε ολόκληρη την Ευρώπη. Για παράδειγμα, αντί για τα αφρικανικά λιοντάρια (Panthera leo), θα υπήρχαν ακόμα τα λιοντάρια των σπηλαίων (Panthera spelaea), ένα λίγο μεγαλύτερο είδος που ζούσε στην Ευρώπη μέχρι πριν από περίπου 12.000 χρόνια. Εν τω μεταξύ, η Αμερική θα φιλοξενούσε ελέφαντες και τεράστιες αρκούδες, μαζί με μοναδικά είδη, όπως γλυπτόδοντες, σύμφωνα με τον επιστήμονα.
Τα μεγάλα ζώα όπως οι ελέφαντες ανήκουν στην μεγαπανίδα. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας εποχής των παγετώνων του Πλειστόκαινου, (2,6 εκατομμύρια έως 11.700 χρόνια πριν), ο κόσμος ήταν πλούσιος σε μεγαλοπανίδα, αλλά τα περισσότερα ειδη εξαφανίστηκαν με το τέλος της εποχής των παγετώνων ή κατά τις χιλιετίες που ακολούθησαν. Για παράδειγμα, περίπου 38 γένη μεγάλων ζώων εξαφανίστηκαν στη Βόρεια Αμερική στο τέλος της τελευταίας εποχής των παγετώνων, σύμφωνα με μελέτη του 2020 στο περιοδικό «Proceedings of the National Academy of Sciences».
Μια μελέτη του 2021 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature» κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κλιματική αλλαγή εξολόθρευσε τελικά τα μαλλιαρά μαμούθ (Mammuthus primigenius) και άλλα μεγαθήρια που ζούσαν στην Αρκτική και επέζησαν στο τέλος της Πλειστόκαινου.
Οι άνθρωποι, ωστόσο, κυνηγούσαν τα μαμούθ. Οι επιστήμονες που πιστεύουν ότι ο άνθρωπος ήταν πιθανότατα ο βασικός παράγοντας για την εξαφάνισή τους, υποστηρίζουν ότι τα μαμούθ επέζησαν των κλιματικών αλλαγών πριν από την εμφάνιση του ανθρώπου και πιθανότατα θα μπορούσαν να είχαν επιβιώσει μέχρι σήμερα, αν δεν υπήρχε η πρόσθετη πίεση που τους άσκησε ο άνθρωπος.
Ο Κρίστοφερ Ντάουτι, αναπληρωτής καθηγητής και οικολόγος οικοσυστημάτων στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Αριζόνα, μοντελοποιεί τον τρόπο με τον οποίο τα μεγάλα ζώα του παρελθόντος και του παρόντος, μετακινούν σπόρους και θρεπτικά συστατικά μέσω της διατροφής και της αφόδευσης. Η εργασία του υποδηλώνει ότι η μεταφορά στοιχείων όπως ο φώσφορος, το ασβέστιο και το μαγνήσιο, τα οποία είναι ζωτικής σημασίας για τη ζωή, έχει μειωθεί κατά περισσότερο από 90% λόγω της εξαφάνισης των μεγάλων ζώων.
Ο Ντάουτι υποθέτει ότι χωρίς τον άνθρωπο, τα στοιχεία θα ήταν πιο ομοιόμορφα κατανεμημένα στο τοπίο. Αυτό θα σήμαινε πιο γόνιμο έδαφος, το οποίο θα έκανε τα οικοσυστήματα πιο παραγωγικά. «Αν τα στοιχεία είναι ανομοιογενή στα οικοσυστήματα, η παραγωγικότητα θα είναι επίσης ανομοιογενής», εξηγεί ο επιστήμονας.
Οι άνθρωποι τείνουν να συσσωρεύουν τα στοιχεία μεταξύ τους μέσω πρακτικών όπως η γεωργία και η δημιουργία περιφραγμένων περιοχών, οπότε οι περιοχές αυτές γίνονται λιγότερο γόνιμες με την πάροδο του χρόνου σε σύγκριση με τα άγρια συστήματα, σύμφωνα με τον Ντάουτι. Μεγαλύτερη γονιμότητα σημαίνει ότι τα φυτά μπορούν να διαθέσουν τους πόρους τους σε περισσότερους καρπούς και λουλούδια, οπότε ο κόσμος θα μπορούσε να είναι πιο ζωντανός και να τρέφει περισσότερα ζώα.
Το κλίμα θα μπορούσε επίσης να είναι διαφορετικό, και ενώ είναι δύσκολο να πούμε με σιγουριά πώς οι άνθρωποι και η μεγαλοπανίδα μπορεί να επηρέασαν τις κλιματικές αλλαγές πριν από χιλιάδες χρόνια, είναι πολύ πιο εύκολο να κρίνουμε την επίδρασή μας στο κλίμα της Γης σήμερα. Μέσω της υπερθέρμανσης του πλανήτη που προκαλείται από δραστηριότητες όπως η καύση ορυκτών καυσίμων, ο άνθρωπος έχει αυξήσει τη μέση παγκόσμια θερμοκρασία κατά περίπου 1 βαθμό Κελσίου από τις αρχές του 20ού αιώνα. Η Γη, επομένως, θα ήταν τουλάχιστον τόσο πιο δροσερή χωρίς εμάς.
Μια μελέτη του 2016 που δημοσιεύθηκε στο «Nature» κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αύξηση της θερμοκρασίας που προκαλείται από τον άνθρωπο, θα αναβάλει μια επερχόμενη εποχή των παγετώνων κατά τουλάχιστον 100.000 χρόνια. Ωστόσο, δεν επρόκειτο να συμβεί για άλλα 50.000 χρόνια.
Οι επιστήμονες δεν είναι σίγουροι γιατί οι Νεάντερταλ εξαφανίστηκαν πριν από περίπου 40.000 χρόνια, αλλά επειδή υπήρξε επιμιξία με τον H. sapiens, τμήματα του DNA τους ζουν σε κάποιους από εμάς. Πιθανόν να υπήρχαν πολλαπλοί λόγοι για τον αφανισμό των Νεάντερταλ, αλλά εμείς είμαστε ο κύριος ύποπτος.
Ο Κρις Στρίνγκερ, καθηγητής και επικεφαλής της έρευνας για την ανθρώπινη προέλευση στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου, πιστεύει ότι ο ανταγωνισμός για πόρους ήταν ένας παράγοντας που συνέβαλε στην εξαφάνιση των Νεάντερταλ. «Αν δεν υπήρχαμε εμείς, αν δεν είχαμε έρθει στην Ευρώπη πριν από 45.000 ή 50.000 χρόνια, νομίζω ότι πιθανότατα θα ήταν ακόμα εδώ», δήλωσε στο Live Science.
Σύμφωνα με τον Στρίνγκερ, οι Νεάντερταλ ζούσαν πολύπλοκη ζωή στην Ευρώπη, παρόμοια με αυτή των σύγχρονων ανθρώπων, αλλά δυσκολεύονταν να αντιμετωπίσουν τις κλιματικές αλλαγές και ήταν σχετικά λίγοι με χαμηλή γενετική ποικιλομορφία.
Οι επιστήμονες εξακολουθούν να μαθαίνουν νέα στοιχεία για τουλάχιστον μία ακόμη ανθρώπινη γενεαλογική γραμμή που έζησε περίπου την ίδια εποχή με τους σύγχρονους ανθρώπους και τους Νεάντερταλ: τους Ντενίσοβαν. Αυτή η γενεαλογική γραμμή φαίνεται να είναι πιο κοντά στους Νεάντερταλ από ό,τι στους σύγχρονους ανθρώπους όσον αφορά τα γονίδια και την εμφάνιση, αλλά διακρίνεται από τους Νεάντερταλ λόγω των πολύ μεγάλων γομφίων της.
Οι άνθρωποι πιθανότατα διασταυρώθηκαν με τους Ντενίσοβαν, καθώς υπάρχουν ίχνη DNA τους σε σημερινούς ανθρώπους που ζουν σε μέρη όπως η Νέα Γουινέα – ένα εύρημα που δείχνει ότι οι Ντενίσοβαν βρίσκονταν στη Νοτιοανατολική Ασία και αλληλεπιδρούσαν με τους προγόνους των σύγχρονων ανθρώπων που αργότερα εγκαταστάθηκαν ανατολικότερα, σύμφωνα με μελέτη του 2012 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Science». Οι Ντενίσοβαν αναμίχθηκαν και με τους Νεάντερταλ στη Σιβηρία, όπου βρέθηκαν τα απολιθωμένα λείψανα ενός υβριδίου Ντενίσοβαν-Νεάντερταλ, όπως ανέφερε προηγουμένως το Live Science.
Αυτές οι αλληλεπιδράσεις των Ντενίσοβαν, μαζί με απολιθωμένα στοιχεία, υποδηλώνουν ότι είχαν μεγαλύτερο γεωγραφικό εύρος από τους Νεάντερταλ, που περιλάμβανε μεγαλύτερη ποικιλία περιβαλλόντων, και ως εκ τούτου,προσαρμόζονταν καλύτερα από τους Νεάντερταλ. Τα στοιχεία DNA υποδηλώνουν επίσης ότι οι Ντενίσοβαν είχαν πιθανώς μεγαλύτερη γενετική ποικιλομορφία από ό,τι οι Νεάντερταλ, σύμφωνα με τον Στρίνγκερ.
Σύμφωνα με τον ερευνητή, εάν μία ή και οι δύο από αυτές τις γενεαλογικές γραμμές επιβίωναν, θα μπορούσαν να χαράξουν μια παρόμοια πορεία με αυτή που χάραξε ο H. sapiens και να φτάσουν στην ανάπτυξη της γεωργίας.
«Δεν υπάρχει κανένας λόγος για τον οποίο οι Νεάντερταλ ή οι Ντενίσοβαν δεν θα μπορούσαν να το κάνουν αυτό, αν τους δινόταν αρκετός χρόνος», δήλωσε ο Στρίνγκερ. Μπορεί να ξεπερνούσαν τυχόν υστερήσεις σε νοητικό επίπεδο- τις οποίες δεν είναι σαφές ότι είχαν- μέσω της εξέλιξης, πρόσθεσε. Έτσι, ίσως ο κόσμος να μην έμοιαζε τόσο διαφορετικός τελικά.
«Θα μπορούσαν επίσης να κάνουν όλα τα ίδια λάθη που κάναμε κι εμείς», είπε ο Στρίνγκερ. «Έτσι, η υπερθέρμανση του πλανήτη θα μπορούσε να είναι ακόμα εδώ, αλλά με τους Νεάντερταλ ή τους Ντενίσοβαν να την έχουν προκαλέσει, αντί για εμάς. Ποιός ξέρει;», είπε ο επιστήμονας.
ΠΗΓΗ: Live Science
Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο ertnews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου