Το Λας Βέγκας δεν είναι αυτό που βλέπεις στις ταινίες
Ο μεγάλος παιδότοπος των ενηλίκων που φτιάχτηκε για να εκπληρώνει ακόμα και τις πιο διεστραμμένες ανθρώπινες φαντασιώσεις.
Μια μητρόπολη στην καρδιά της ερήμου της Νεβάδα έμελλε να μετατραπεί σε ναό τζόγου, σεξ και ενήλικης διασκέδασης, δημιουργώντας έναν ανεξάντλητο θρύλο γύρω από την καζινούπολη και την ασωτία που την περιβάλλει.
Άλλωστε ό,τι συμβαίνει στο Βέγκας μένει στο Βέγκας, όπως λένε χαρακτηριστικά για τα κλειστά στόματα και την απόλυτη εχεμύθεια
που σπεύδει να παρέχει η Πόλη της Αμαρτίας σε όσους καταφτάνουν εκεί αναζητώντας χαλαρά ήθη και υποσχέσεις εύκολου πλουτισμού.
Το Λας Βέγκας μαγνητίζει σήμερα εκατομμύρια κυριολεκτικά τουρίστες από κάθε γωνιά της οικουμένης, οι οποίοι αφήνουν στο έξαλλο πέρασμά τους τρισεκατομμύρια δολάρια στα ταμεία της Νεβάδα και τις τσέπες των κατοίκων.
Καθόλου άσχημα δηλαδή για μια πόλη με ιστορία που εκτείνεται μόλις σε έναν αιώνα και ιδρύθηκε από κτηνοτρόφους και σιδηροδρομικούς υπαλλήλους, για να ανακαλύψει σύντομα ότι ο πλούτος που διέθετε δεν ήταν οι πηγές νερού καταμεσής της ερήμου αλλά ο τζόγος, η πορνεία και η κάθε λογής αλητεία.
Το Λας Βέγκας αγκάλιασε από τις πρώτες στιγμές τις παροιμιώδεις ασυδοσίες της Άγριας Δύσης, λάτρεψε τη χαρτοπαιξία και την πορνεία και μετατράπηκε στο ιδανικό σπίτι του οργανωμένου εγκλήματος της Ανατολικής Ακτής. Όταν τα κλειδιά της πόλης θα δίνονταν στους μαφιόζους της Κόζα Νόστρα δηλαδή, οι οποίοι σήκωσαν εκεί στη δεκαετία του 1940 τα θεόρατα καζίνο για να ξεπλένουν το μαύρο παραδάκι από τις παράνομες δραστηριότητές τους.
Τα καζίνο φτιάχτηκαν με μαύρο χρήμα για να ξεπλένουν μαύρο χρήμα λοιπόν και οι τουρίστες μπήκαν στον χορό από σπόντα, προσπαθώντας να καρπωθούν όσα είχε να προσφέρει η Πόλη της Αμαρτίας: φτηνή διαμονή και την υπόσχεση ότι κάθε φαντασίωση θα βρει την ιδανική ικανοποίησή της.
Αν και η ιστορία της γέννησης και της ακμής του Λας Βέγκας είναι απείρως πιο πολύπλοκη και ενδιαφέρουσα από το σχηματικό αυτό περίγραμμα, περιλαμβάνοντας από συλλογικά γεγονότα και ατομικές πρωτοβουλίες μέχρι και τη συνήθη τυχαιότητα της ζωής που αλλάζει τον ρου όπως μόνο αυτή ξέρει…
Ίχνη ανθρώπινης παρουσίας υπάρχουν στη Νεβάδα εδώ και τουλάχιστον 10.000 χρόνια και παρά το αφιλόξενο του περιβάλλοντός της, εκεί ζούσαν φυλές Ινδιάνων ήδη από το 700 μ.Χ. Λίγα ζωντανά πράγματα επιβίωναν βέβαια στις άνυδρες και σκονισμένες γωνιές της Ερήμου Μοχάβε, αν και ο γηγενής πληθυσμός επέμενε παρά τις δυσκολίες.
Όλα έμελλε να αλλάξουν μόλις θα πατούσε στη νότια αυτή πινέζα της Νεβάδα το πόδι του Ευρωπαίου. Ένας ισπανός ανιχνευτής, κάποιος Ραφαέλ Ριβέρα, εξερεύνησε την -μεξικανικής ιδιοκτησίας ακόμα- περιοχή στα χρόνια που εμείς εδώ στην Ελλάδα παλεύαμε για την ελευθερία μας: ήταν το 1821 όταν ο εξερευνητής ανέλαβε για λογαριασμό του μεξικανού μεγαλεμπόρου Αντόνιο Αρμίγο το έργο να εγκαθιδρύσει εμπορικό δρόμο μεταξύ Καλιφόρνια και Νέου Μεξικού.
Αντικρίζοντας ο Ριβέρα την καταπράσινη κοιλάδα με τις πηγές καταμεσής της ερήμου, την ονόμασε χωρίς μεγάλη περίσκεψη «Λας Βέγκας», «Τα Λιβάδια» δηλαδή, εντυπωσιασμένος καθώς ήταν από το νερό που έρρεε άφθονο και έδινε στην έρημο ένα αναπάντεχο πράσινο χρώμα. Πλέον τα καραβάνια για Λος Άντζελες θα έκαναν την παράκαμψη ώστε να βρεθούν στη μικρή αυτή όαση της Μοχάβε και να ανεφοδιαστούν για το υπόλοιπο του ταξιδιού τους.
Τον Μάιο του 1844, ο 10ος πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζον Τάιλερ, ξαποστέλνει στο Λας Βέγκας μια ομάδα πρακτόρων, κατασκόπων, ανιχνευτών και επιστημόνων με σκοπό να διαπιστώσουν τόσο τους θησαυρούς που κρύβονταν εκεί όσο και το ενδεχόμενο προσάρτησής του στις ΗΠΑ. Η αποστολή φτιάχνει ανάμεσα στις πηγές το πρώτο -μυστικό- φρούριο, το οποίο θα χρησιμοποιούνταν αργότερα ως καταφύγιο για τους κουρασμένους ταξιδιώτες, τους κυνηγούς και για κάθε λογής τυχοδιώκτη που ο δρόμος έφερνε κατά κει.
Ο πόλεμος με το Μεξικό έγινε τελικά το 1848 και το Λας Βέγκας πέρασε σε αμερικανικά χέρια, αν και τίποτα το ουσιαστικό δεν άλλαξε για τους λιγοστούς κατοίκους. Μέχρι το 1855 τουλάχιστον, όταν ο θρησκευτικός ηγέτης των Μορμόνων, Brigham Young, στέλνει εκεί καμιά 30 ιεραπόστολους για να αποικήσουν την περιοχή. Παρά το γεγονός ότι ο καταυλισμός που θα στήσουν οι Μορμόνοι δεν θα στεριώσει τελικά, οι εγκαταλειμμένες εγκαταστάσεις θα χρησιμοποιηθούν λίγο αργότερα από τον ζάμπλουτο μεταλλοδίφη και πολιτικό Οκτάβιους Γκας, ο οποίος με εξουσιοδότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης βάζει πόδι στην περιοχή το 1865 διεκδικώντας τη πια ανοιχτά από τους Ινδιάνους.
Η φυλή των αυτοχθόνων παραδίδει τελικά το παλιό φρούριο στην κυβέρνηση των ΗΠΑ, λαμβάνοντας ως αντάλλαγμα τις συνήθως ανεκπλήρωτες υποσχέσεις του χλωμού προσώπου, και ο Γκας ονομάζει την περιοχή Ράντσο «Λος Βέγκας», ώστε να αποφύγει τις συγχύσεις με το Λας Βέγκας του Νέου Μεξικού. Τα χρόνια περνάνε αδιάφορα και οι αρχές του νέου αιώνα θα βρουν το Βέγκας σε νέο και αρκούντως αναπάντεχο ρόλο: τώρα είναι γνωστό ως το μέρος που συρρέουν τα δυστυχισμένα ζευγάρια για να πάρουν εύκολα διαζύγιο! Το Βέγκας υιοθετεί ταυτοχρόνως και το άλλο ξακουστό χαρακτηριστικό του, τον ακόμα γρηγορότερο γάμο, φτιάχνοντας έτσι ένα πακέτο που πολλοί θα βρουν ακαταμάχητο.
Σημείο καμπής για τη γέννηση του Βέγκας ήταν το 1905, όταν ο σιδηρόδρομος κατέφτασε στο πράσινο λιβάδι της Μοχάβε, συνδέοντας το παλιό οχυρό τόσο με τον Ειρηνικό όσο και το εκτεταμένο σιδηροδρομικό δίκτυο της Γιούτα. Η διαχειρίστρια εταιρία «Σιδηρόδρομοι των Λος Άντζελες και Σολτ Λέικ» αγοράζει το οχυρό και τα γύρω εδάφη από τους κληρονόμους του Γκας, αφήνοντας τώρα την κωμόπολη σε ιδιωτικά χέρια.
Η πολιτεία της Νεβάδα θέτει απρόθυμα τον τζόγο εκτός νόμου το 1910 (όντας η τελευταία δυτική πολιτεία που συγκατατέθηκε στις ομοσπονδιακές διατάξεις), αν και η χαρτοπαιξία συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό στα υπόγεια χαμαιτυπεία και τις παράνομες λέσχες. Μέχρι να νομιμοποιηθεί ο τζόγος ξανά το 1931, το οργανωμένο έγκλημα θα έχει ήδη ισχυρό λόγο στο Βέγκας…
Παρά την απαγόρευση του τζόγου μεταξύ 1910-1930, η οικονομία του Βέγκας ανθούσε και η πολίχνη πέρασε στα χέρια της Union Pacific Railroad. Οι μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις των σιδηροδρομικών την άφησαν σχεδόν έρημη το 1922, αν και σύντομα θα ξανάπαιρνε τα πάνω της από το τεράστιο κατασκευαστικό έργο της περιοχής.
Το ημερολόγιο έγραφε 3 Ιουλίου 1930 όταν ο πρόεδρος Χούβερ υπέγραψε το νομοσχέδιο για την κατασκευή του θεόρατου φράγματος που θα έπαιρνε τελικά το όνομά του. Το Φράγμα Χούβερ ξεκίνησε τις εργασίες του το 1931 φέρνοντας στο Βέγκας χιλιάδες κυριολεκτικά εργάτες, αυξάνοντας τον πληθυσμό από τους 5.000 νοματαίους σε 25.000 ανθρώπους μέσα σε μια μέρα!
Ο αντρικός πληθυσμός που συνέρρευσε μετέτρεψε φυσικά το Βέγκας σε ενήλικο παιδότοπο, αλλάζοντας άρδην τα χρονικά της μικρής όασης. Οι ντόπιοι επιχειρηματίες, οι Μορμόνοι αλλά και τα μεγαλοαφεντικά της Μαφίας μυρίστηκαν την ευκαιρία και άρχισαν να αναπτύσσουν καζίνο και στριπτιζάδικα για τις στρατιές των καλοπληρωμένων εργατών του φράγματος, που ήταν εκεί εργένηδες και διψασμένοι για διασκέδαση.
Η Fremont Street γέμισε από κακόφημα χαμαιτυπεία αλλά και σχετικά πολυτελή καζίνο, τα οποία από το 1936 που ολοκληρώθηκε το Φράγμα Χούβερ τίγκαραν με χιλιάδες λαμπιόνια και πινακίδες που αναβόσβηναν, καθώς το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο του φράγματος τροφοδοτούσε τώρα την πόλη με φτηνό και άφθονο ρεύμα. Παρά την εισβολή κακοποιών στοιχείων και μαφιόζων, η τοπική κοινότητα πάλευε να κρατήσει το Ράντσο Λος Βέγκας σε αξιοπρεπή κατάσταση, αν και η πολιτεία της Νεβάδα είχε σαφώς άλλα στον νου της: προσπαθώντας να ξαλαφρώσει τις γεμάτες τσέπες των εργατών, νομιμοποιεί μονομερώς τον τζόγο το 1931, την ώρα που φτιάχνει τα πρώτα φανάρια κυκλοφορίας.
Ο τζόγος του Λος Βέγκας είναι ήδη γνωστός στην Καλιφόρνια και η Νεβάδα έχει βάλει για τα καλά σκοπό να μετατρέψει τη μικρή καζινούπολη σε πρωτεύουσα του αμερικανικού τζόγου. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση απαντά φτιάχνοντας έναν οικισμό για τους εργάτες του φράγματος, απαγορεύοντάς τους ταυτοχρόνως να εμφανίζονται στο κακόφημο Βέγκας! Αυτό ήταν, ένα παράνομο δίκτυο μεταφοράς λευκής σαρκός και αλκοόλ στήθηκε, προσελκύοντας κι άλλους μαφιόζους.
Μετά την ολοκλήρωση του κατασκευαστικού άθλου του Φράγματος Χούβερ, όταν οι εργάτες εγκατέλειψαν τη Νεβάδα, οι πολιτειακές αρχές πίστεψαν ότι αυτό θα ήταν το τέλος της καζινούπολης. Οι ενέργειες εξάλλου των δημοτικών αρχών είχαν περιορίσει δραστικά τον κακόφημο χαρακτήρα της πόλης και όλοι ήταν ήρεμοι ότι οι έξαλλες μέρες του Βέγκας ήταν παρελθόν. Δεν υπολόγισαν όμως τον τουρισμό! Γιατί το Φράγμα Χούβερ μετατράπηκε σε απίστευτο πόλο έλξης, κάνοντας το Βέγκας να αναθαρρήσει.
Το 1941, την ώρα που ολοκληρώνεται ο μεγάλος διαπολιτειακός αυτοκινητόδρομος 91 που διευκόλυνε ακόμα περισσότερο την πρόσβαση στην πόλη, η αμερικανική κυβέρνηση στήνει τη νέα στρατιωτική σχολή της στο Λας Βέγκας. Οι επιτελείς του στρατού δεν χάρηκαν βέβαια που οι νεοσύλλεκτοι φαντάροι θα όργωναν μια πόλη στην οποία η πορνεία και ο τζόγος ήταν νόμιμα, γι’ αυτό και το 1942 ανάγκασαν την πολιτεία της Νεβάδα να θέσει εκτός νόμου την πορνεία, αν και για τον τζόγο λέξη δεν ήθελαν να ακούσουν τα κυβερνητικά αυτιά.
Κι έτσι τη στιγμή που άνοιγε τις πύλες της η στρατιωτική ακαδημία, στην έξοδο του αυτοκινητόδρομου για το Βέγκας άνοιγε το πρώτο πραγματικό καζίνο, το «Ελ Ράντσο Βέγκας». Το παράδειγμά του μιμήθηκαν αμέσως κι άλλα καζίνο και νυχτερινά κέντρα, δίνοντας έτσι υπόσταση στο «Las Vegas Strip»! Η Κόζα Νόστρα δεν θα μπορούσε να μείνει μακριά από την αναπτυσσόμενη οικονομία του Βέγκας, επιδιώκοντας να βάλει γερό χέρι εδώ και χρόνια, και το 1946 θα τα καταφέρει επιτέλους: αυτή τη χρονιά ο γκάγκστερ Μπάγκσι Σίγκελ, με τα ναρκωδόλαρα του εβραίου «νονού» της Ανατολικής Ακτής, Μέγιερ Λάνσκι, ανοίγει τις πύλες του «Φλαμίνγκο», προσφέροντας το πρώτο πραγματικό υπερθέαμα του Βέγκας.
Οι μεγαλύτεροι καλλιτέχνες της Αμερικής είχαν ήδη κλείσει εμφανίσεις στο καζίνο της Μαφίας, την ίδια ώρα που για τα εγκαίνιά του ανήμερα των Χριστουγέννων του 1946 μεταφέρθηκε εκεί με κάθε μέσο όλο το Χόλιγουντ! Και βέβαια μπορεί ο Σίγκελ να δολοφονούνταν την επόμενη χρονιά, το όραμά του ωστόσο για το Βέγκας έμελλε να ζήσει και να μακροημερεύσει.
Στη δεκαετία του 1950 και του 1960 οι μεγαλοκακοποιοί ανέλαβαν δράση ανοίγοντας σειρά πολυτελών καζίνο (όπως τα Sahara, Sands, New Frontier, Riviera, Tropicana κ.ά.), τα οποία δεν ξέπλεναν φυσικά μόνο τα παράνομα δολάρια της Μαφίας αλλά και το μαύρο χρήμα αξιοσέβαστων επιχειρηματιών και επενδυτών της Γουόλ Στριτ. Όσο για τη χρηματοδότηση των ίδιων των καζίνο, δεν προέρχονταν μόνο από τους «νονούς» της Κόζα Νόστρα και τα συνεταιράκια τους, αλλά και από σοβαρά ιδρύματα, τραπεζικά καταστήματα, ταμεία συνδικαλιστικών φορέων, ακόμα και από την Εκκλησία των Μορμόνων και τα καταπιστεύματα του Πανεπιστημίου Πρίνστον!
Το Βέγκας όπως το ξέρουμε σήμερα είχε γεννηθεί και τίποτα δεν θα μπορούσε τώρα να ανακόψει τη δυναμική του, καθώς το οργανωμένο έγκλημα δικαίωνε και με το παραπάνω την ισόβια υπόσχεση του Βέγκας ότι μπορεί να εκπληρώσει κάθε αρρωστημένη φαντασίωση του επισκέπτη. Οι τουρίστες που όργωναν νυχθημερόν το Βέγκας γεμίζοντας τα χαρτοπαικτικά τραπέζια και τους κουλοχέρηδες άγγιξαν ρεκόρ επισκεψιμότητας το 1954, όταν οι απανωτές εμφανίσεις των μεγάλων αστεριών της εποχής (Έλβις Πρίσλεϊ, Φρανκ Σινάτρα, Ντιν Μάρτιν, Λιμπεράτσε κ.λπ.) εξασφάλισαν στην Πόλη της Αμαρτίας 8 εκατομμύρια τουρίστες!
Ομοσπονδιακή εισαγγελική έρευνα στις αρχές της δεκαετίας του 1950, που ερεύνησε τη σχέση του οργανωμένου τζόγου με το επίσης οργανωμένο έγκλημα, κατέληξε ότι τα καζίνο του Βέγκας ήταν γερά προσδεμένα στο άρμα της Μαφίας, η οποία είχε μετατραπεί στο πραγματικό αφεντικό της καζινούπολης. Παρά το γεγονός ότι η επιτροπή εισηγήθηκε στο Κογκρέσο την υιοθέτηση ομοσπονδιακής νομοθεσίας για τη διαφάνεια στη λειτουργία των καζίνο, ο κυβερνήτης της Νεβάδα και οι «νονοί» χρηματοδότες του κατάφεραν να στραγγαλίσουν την πρόταση.
Τα μεγαλοαφεντικά της Κόζα Νόστρα, χρησιμοποιώντας τις διασυνδέσεις τους τόσο στο Χόλιγουντ όσο και τον Τύπο της Νέας Υόρκης, διαφήμιζαν καθημερινά το Βέγκας ως αμαρτωλή πόλη συμβάλλοντας τα μέγιστα στην καθιέρωσή της ως πρωτεύουσα της αμερικανικής ανηθικότητας. Η Μαφία έκανε όμως και κάτι άλλο, που θα έκλεβε τη δόξα, το χρήμα και τον τουρισμό από τον εσωτερικό ανταγωνισμό του Βέγκας: λάδωνε τις δημοτικές αρχές και την αστυνομία να κάνουν τα στραβά μάτια, μετατρέποντας το Βέγκας σε άντρο ανομίας και παράδεισο σεξ και ναρκωτικών.
Κι έτσι εκεί που άλλοτε ήταν οι εργάτες αυτοί που υποστήριζαν τη «ροζ» ψυχαγωγία και τον τζόγο, τώρα ήταν οι στρατιώτες και οι εργένηδες τουρίστες αυτοί που τροφοδοτούσαν με δολάρια το αδηφάγο δίκτυο των καζίνο, των κόκκινων φαναριών και κάθε άλλης νόμιμης και παράνομης δραστηριότητας. Οι στρατιωτικές βάσεις του Β’ Παγκοσμίου έδωσαν τελικά τη θέση τους στις μυστικές ψυχροπολεμικές εγκαταστάσεις της άνυδρης περιοχής, αν και τις μεγαλύτερες δόξες γνώρισε το πεδίο πυρηνικών δοκιμών της Νεβάδα, στο οποίο από το 1951 ως το 1963 πυροδοτήθηκαν περισσότερες από 100 ατομικές βόμβες!
Η πόλη εκμεταλλεύτηκε και με το παραπάνω τον λεγόμενο «πυρηνικό τουρισμό», παρέχοντας απλόχερα θέα στα ατομικά «μανιτάρια» από τα καζίνο-ξενοδοχεία του Strip και συνδυάζοντάς τα με τουριστικά πακέτα και αναλόγου έμπνευσης «ραδιενεργά» κοκτέιλ. Η Πόλη της Αμαρτίας διαφημιζόταν τώρα ως Ατομική Πόλη, καθώς το κοινό έβρισκε ακαταμάχητο το απόκοσμο θέαμα της πυρηνικής εποχής…
Η ιστορία του Βέγκας ήταν πάντα στενά συνδεδεμένη με τα χρονικά της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Όπως έχει ειπωθεί, σε καμιά άλλη πόλη η ιστορία δεν γράφτηκε σε τέτοιον βαθμό από μεμονωμένα άτομα. Και για το σύγχρονο πρόσωπο της καζινούπολης κανείς δεν έκανε περισσότερα από τον Χάουαρντ Χιουζ!
Ήταν ανήμερα των Ευχαριστιών του 1966 όταν ο εκκεντρικός κροίσος κλείστηκε στη σουίτα του καζίνο «Desert Inn» για να μην ξαναβγεί για έναν και πλέον μήνα από το πολυτελές δωμάτιό του. Όταν λοιπόν ο διευθυντής τού ζήτησε να αφήσει τη σουίτα, ο ζάμπλουτος Χιουζ αγόρασε όλο το καζίνο! Δεν έμεινε φυσικά εκεί και σύντομα είχε στα χέρια του κι άλλα καζίνο και ξενοδοχεία (συνολικής αξίας 300 εκατ. δολαρίων!), γεννώντας έτσι μέσα σε λίγους μήνες τη νέα εποχή του Βέγκας, όταν τα μαφιόζικα συμφέροντα πέρασαν δηλαδή στα χέρια επιχειρηματικών ομίλων.
Ο νέος ισχυρός άντρας του Βέγκας πήρε ηθελημένα στην κατοχή του τις δραστηριότητες της Κόζα Νόστρα, αποτελώντας τον κινητήριο μοχλό πίσω από τη μετατροπή του Βέγκας από άντρο του Φαρ Ουέστ σε κοσμοπολίτικη μητρόπολη ενήλικης ψυχαγωγίας. Ένα ακόμα στοιχείο έλειπε από το Λας Βέγκας για να πάρει την ολότελα σημερινή μορφή του: τα μέγκα-καζίνο.
Ήταν το 1989 όταν ο εδώ και δεκαετίες κατασκευαστής καζίνο Steve Wynn άνοιξε τις πύλες του «Mirage», του πρώτου τεράστιου resort του Βέγκας. Η καζινούπολη θα περνούσε τις επόμενες δύο δεκαετίες αλλάζοντας και πάλι πρόσωπο, όταν οι δυναμίτες στα θεμέλια των παλιών χαρτοπαικτικών εγκαταστάσεων έκαναν χώρο για την ανέγερση πελώριων οικοδομικών συγκροτημάτων που έφεραν στην καρδιά της Μοχάβε ακόμα πιο κοσμοπολίτικο αέρα με ρέπλικες της αρχαίας Ρώμης, της φαραωνικής Αιγύπτου, της Βενετίας, του Παρισιού κ.λπ. Τα υπόλοιπα είναι λίγο πολύ γνωστά, καθώς το Λας Βέγκας απέκτησε την εικόνα με την οποία είναι τώρα παγκοσμίως γνωστό.
Σήμερα, παρά την παγκόσμια ύφεση και την οικονομική δυσπραγία, το Βέγκας συνεχίζει να μετρά κάπου 40 εκατ. τουρίστες τον χρόνο, κάνοντας τον τζόγο και τις «ροζ» υπηρεσίες τον μεγαλύτερο εργοδότη μιας μεγαλούπολης που αρέσκεται να αυτοαποκαλείται Πόλη της Αμαρτίας…
..Ο μεγάλος παιδότοπος των ενηλίκων που φτιάχτηκε για να εκπληρώνει ακόμα και τις πιο διεστραμμένες ανθρώπινες φαντασιώσεις.
Μια μητρόπολη στην καρδιά της ερήμου της Νεβάδα έμελλε να μετατραπεί σε ναό τζόγου, σεξ και ενήλικης διασκέδασης, δημιουργώντας έναν ανεξάντλητο θρύλο γύρω από την καζινούπολη και την ασωτία που την περιβάλλει.
Άλλωστε ό,τι συμβαίνει στο Βέγκας μένει στο Βέγκας, όπως λένε χαρακτηριστικά για τα κλειστά στόματα και την απόλυτη εχεμύθεια
που σπεύδει να παρέχει η Πόλη της Αμαρτίας σε όσους καταφτάνουν εκεί αναζητώντας χαλαρά ήθη και υποσχέσεις εύκολου πλουτισμού.
Το Λας Βέγκας μαγνητίζει σήμερα εκατομμύρια κυριολεκτικά τουρίστες από κάθε γωνιά της οικουμένης, οι οποίοι αφήνουν στο έξαλλο πέρασμά τους τρισεκατομμύρια δολάρια στα ταμεία της Νεβάδα και τις τσέπες των κατοίκων.
Καθόλου άσχημα δηλαδή για μια πόλη με ιστορία που εκτείνεται μόλις σε έναν αιώνα και ιδρύθηκε από κτηνοτρόφους και σιδηροδρομικούς υπαλλήλους, για να ανακαλύψει σύντομα ότι ο πλούτος που διέθετε δεν ήταν οι πηγές νερού καταμεσής της ερήμου αλλά ο τζόγος, η πορνεία και η κάθε λογής αλητεία.
Το Λας Βέγκας αγκάλιασε από τις πρώτες στιγμές τις παροιμιώδεις ασυδοσίες της Άγριας Δύσης, λάτρεψε τη χαρτοπαιξία και την πορνεία και μετατράπηκε στο ιδανικό σπίτι του οργανωμένου εγκλήματος της Ανατολικής Ακτής. Όταν τα κλειδιά της πόλης θα δίνονταν στους μαφιόζους της Κόζα Νόστρα δηλαδή, οι οποίοι σήκωσαν εκεί στη δεκαετία του 1940 τα θεόρατα καζίνο για να ξεπλένουν το μαύρο παραδάκι από τις παράνομες δραστηριότητές τους.
Τα καζίνο φτιάχτηκαν με μαύρο χρήμα για να ξεπλένουν μαύρο χρήμα λοιπόν και οι τουρίστες μπήκαν στον χορό από σπόντα, προσπαθώντας να καρπωθούν όσα είχε να προσφέρει η Πόλη της Αμαρτίας: φτηνή διαμονή και την υπόσχεση ότι κάθε φαντασίωση θα βρει την ιδανική ικανοποίησή της.
Αν και η ιστορία της γέννησης και της ακμής του Λας Βέγκας είναι απείρως πιο πολύπλοκη και ενδιαφέρουσα από το σχηματικό αυτό περίγραμμα, περιλαμβάνοντας από συλλογικά γεγονότα και ατομικές πρωτοβουλίες μέχρι και τη συνήθη τυχαιότητα της ζωής που αλλάζει τον ρου όπως μόνο αυτή ξέρει…
Προϊστορία και πρώτα σπίτια
Ίχνη ανθρώπινης παρουσίας υπάρχουν στη Νεβάδα εδώ και τουλάχιστον 10.000 χρόνια και παρά το αφιλόξενο του περιβάλλοντός της, εκεί ζούσαν φυλές Ινδιάνων ήδη από το 700 μ.Χ. Λίγα ζωντανά πράγματα επιβίωναν βέβαια στις άνυδρες και σκονισμένες γωνιές της Ερήμου Μοχάβε, αν και ο γηγενής πληθυσμός επέμενε παρά τις δυσκολίες.
Όλα έμελλε να αλλάξουν μόλις θα πατούσε στη νότια αυτή πινέζα της Νεβάδα το πόδι του Ευρωπαίου. Ένας ισπανός ανιχνευτής, κάποιος Ραφαέλ Ριβέρα, εξερεύνησε την -μεξικανικής ιδιοκτησίας ακόμα- περιοχή στα χρόνια που εμείς εδώ στην Ελλάδα παλεύαμε για την ελευθερία μας: ήταν το 1821 όταν ο εξερευνητής ανέλαβε για λογαριασμό του μεξικανού μεγαλεμπόρου Αντόνιο Αρμίγο το έργο να εγκαθιδρύσει εμπορικό δρόμο μεταξύ Καλιφόρνια και Νέου Μεξικού.
Αντικρίζοντας ο Ριβέρα την καταπράσινη κοιλάδα με τις πηγές καταμεσής της ερήμου, την ονόμασε χωρίς μεγάλη περίσκεψη «Λας Βέγκας», «Τα Λιβάδια» δηλαδή, εντυπωσιασμένος καθώς ήταν από το νερό που έρρεε άφθονο και έδινε στην έρημο ένα αναπάντεχο πράσινο χρώμα. Πλέον τα καραβάνια για Λος Άντζελες θα έκαναν την παράκαμψη ώστε να βρεθούν στη μικρή αυτή όαση της Μοχάβε και να ανεφοδιαστούν για το υπόλοιπο του ταξιδιού τους.
Τον Μάιο του 1844, ο 10ος πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζον Τάιλερ, ξαποστέλνει στο Λας Βέγκας μια ομάδα πρακτόρων, κατασκόπων, ανιχνευτών και επιστημόνων με σκοπό να διαπιστώσουν τόσο τους θησαυρούς που κρύβονταν εκεί όσο και το ενδεχόμενο προσάρτησής του στις ΗΠΑ. Η αποστολή φτιάχνει ανάμεσα στις πηγές το πρώτο -μυστικό- φρούριο, το οποίο θα χρησιμοποιούνταν αργότερα ως καταφύγιο για τους κουρασμένους ταξιδιώτες, τους κυνηγούς και για κάθε λογής τυχοδιώκτη που ο δρόμος έφερνε κατά κει.
Ο πόλεμος με το Μεξικό έγινε τελικά το 1848 και το Λας Βέγκας πέρασε σε αμερικανικά χέρια, αν και τίποτα το ουσιαστικό δεν άλλαξε για τους λιγοστούς κατοίκους. Μέχρι το 1855 τουλάχιστον, όταν ο θρησκευτικός ηγέτης των Μορμόνων, Brigham Young, στέλνει εκεί καμιά 30 ιεραπόστολους για να αποικήσουν την περιοχή. Παρά το γεγονός ότι ο καταυλισμός που θα στήσουν οι Μορμόνοι δεν θα στεριώσει τελικά, οι εγκαταλειμμένες εγκαταστάσεις θα χρησιμοποιηθούν λίγο αργότερα από τον ζάμπλουτο μεταλλοδίφη και πολιτικό Οκτάβιους Γκας, ο οποίος με εξουσιοδότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης βάζει πόδι στην περιοχή το 1865 διεκδικώντας τη πια ανοιχτά από τους Ινδιάνους.
Η φυλή των αυτοχθόνων παραδίδει τελικά το παλιό φρούριο στην κυβέρνηση των ΗΠΑ, λαμβάνοντας ως αντάλλαγμα τις συνήθως ανεκπλήρωτες υποσχέσεις του χλωμού προσώπου, και ο Γκας ονομάζει την περιοχή Ράντσο «Λος Βέγκας», ώστε να αποφύγει τις συγχύσεις με το Λας Βέγκας του Νέου Μεξικού. Τα χρόνια περνάνε αδιάφορα και οι αρχές του νέου αιώνα θα βρουν το Βέγκας σε νέο και αρκούντως αναπάντεχο ρόλο: τώρα είναι γνωστό ως το μέρος που συρρέουν τα δυστυχισμένα ζευγάρια για να πάρουν εύκολα διαζύγιο! Το Βέγκας υιοθετεί ταυτοχρόνως και το άλλο ξακουστό χαρακτηριστικό του, τον ακόμα γρηγορότερο γάμο, φτιάχνοντας έτσι ένα πακέτο που πολλοί θα βρουν ακαταμάχητο.
Σημείο καμπής για τη γέννηση του Βέγκας ήταν το 1905, όταν ο σιδηρόδρομος κατέφτασε στο πράσινο λιβάδι της Μοχάβε, συνδέοντας το παλιό οχυρό τόσο με τον Ειρηνικό όσο και το εκτεταμένο σιδηροδρομικό δίκτυο της Γιούτα. Η διαχειρίστρια εταιρία «Σιδηρόδρομοι των Λος Άντζελες και Σολτ Λέικ» αγοράζει το οχυρό και τα γύρω εδάφη από τους κληρονόμους του Γκας, αφήνοντας τώρα την κωμόπολη σε ιδιωτικά χέρια.
Η πολιτεία της Νεβάδα θέτει απρόθυμα τον τζόγο εκτός νόμου το 1910 (όντας η τελευταία δυτική πολιτεία που συγκατατέθηκε στις ομοσπονδιακές διατάξεις), αν και η χαρτοπαιξία συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό στα υπόγεια χαμαιτυπεία και τις παράνομες λέσχες. Μέχρι να νομιμοποιηθεί ο τζόγος ξανά το 1931, το οργανωμένο έγκλημα θα έχει ήδη ισχυρό λόγο στο Βέγκας…
Η Μαφία και η Χρυσή Εποχή
Παρά την απαγόρευση του τζόγου μεταξύ 1910-1930, η οικονομία του Βέγκας ανθούσε και η πολίχνη πέρασε στα χέρια της Union Pacific Railroad. Οι μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις των σιδηροδρομικών την άφησαν σχεδόν έρημη το 1922, αν και σύντομα θα ξανάπαιρνε τα πάνω της από το τεράστιο κατασκευαστικό έργο της περιοχής.
Το ημερολόγιο έγραφε 3 Ιουλίου 1930 όταν ο πρόεδρος Χούβερ υπέγραψε το νομοσχέδιο για την κατασκευή του θεόρατου φράγματος που θα έπαιρνε τελικά το όνομά του. Το Φράγμα Χούβερ ξεκίνησε τις εργασίες του το 1931 φέρνοντας στο Βέγκας χιλιάδες κυριολεκτικά εργάτες, αυξάνοντας τον πληθυσμό από τους 5.000 νοματαίους σε 25.000 ανθρώπους μέσα σε μια μέρα!
Ο αντρικός πληθυσμός που συνέρρευσε μετέτρεψε φυσικά το Βέγκας σε ενήλικο παιδότοπο, αλλάζοντας άρδην τα χρονικά της μικρής όασης. Οι ντόπιοι επιχειρηματίες, οι Μορμόνοι αλλά και τα μεγαλοαφεντικά της Μαφίας μυρίστηκαν την ευκαιρία και άρχισαν να αναπτύσσουν καζίνο και στριπτιζάδικα για τις στρατιές των καλοπληρωμένων εργατών του φράγματος, που ήταν εκεί εργένηδες και διψασμένοι για διασκέδαση.
Η Fremont Street γέμισε από κακόφημα χαμαιτυπεία αλλά και σχετικά πολυτελή καζίνο, τα οποία από το 1936 που ολοκληρώθηκε το Φράγμα Χούβερ τίγκαραν με χιλιάδες λαμπιόνια και πινακίδες που αναβόσβηναν, καθώς το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο του φράγματος τροφοδοτούσε τώρα την πόλη με φτηνό και άφθονο ρεύμα. Παρά την εισβολή κακοποιών στοιχείων και μαφιόζων, η τοπική κοινότητα πάλευε να κρατήσει το Ράντσο Λος Βέγκας σε αξιοπρεπή κατάσταση, αν και η πολιτεία της Νεβάδα είχε σαφώς άλλα στον νου της: προσπαθώντας να ξαλαφρώσει τις γεμάτες τσέπες των εργατών, νομιμοποιεί μονομερώς τον τζόγο το 1931, την ώρα που φτιάχνει τα πρώτα φανάρια κυκλοφορίας.
Ο τζόγος του Λος Βέγκας είναι ήδη γνωστός στην Καλιφόρνια και η Νεβάδα έχει βάλει για τα καλά σκοπό να μετατρέψει τη μικρή καζινούπολη σε πρωτεύουσα του αμερικανικού τζόγου. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση απαντά φτιάχνοντας έναν οικισμό για τους εργάτες του φράγματος, απαγορεύοντάς τους ταυτοχρόνως να εμφανίζονται στο κακόφημο Βέγκας! Αυτό ήταν, ένα παράνομο δίκτυο μεταφοράς λευκής σαρκός και αλκοόλ στήθηκε, προσελκύοντας κι άλλους μαφιόζους.
Μετά την ολοκλήρωση του κατασκευαστικού άθλου του Φράγματος Χούβερ, όταν οι εργάτες εγκατέλειψαν τη Νεβάδα, οι πολιτειακές αρχές πίστεψαν ότι αυτό θα ήταν το τέλος της καζινούπολης. Οι ενέργειες εξάλλου των δημοτικών αρχών είχαν περιορίσει δραστικά τον κακόφημο χαρακτήρα της πόλης και όλοι ήταν ήρεμοι ότι οι έξαλλες μέρες του Βέγκας ήταν παρελθόν. Δεν υπολόγισαν όμως τον τουρισμό! Γιατί το Φράγμα Χούβερ μετατράπηκε σε απίστευτο πόλο έλξης, κάνοντας το Βέγκας να αναθαρρήσει.
Το 1941, την ώρα που ολοκληρώνεται ο μεγάλος διαπολιτειακός αυτοκινητόδρομος 91 που διευκόλυνε ακόμα περισσότερο την πρόσβαση στην πόλη, η αμερικανική κυβέρνηση στήνει τη νέα στρατιωτική σχολή της στο Λας Βέγκας. Οι επιτελείς του στρατού δεν χάρηκαν βέβαια που οι νεοσύλλεκτοι φαντάροι θα όργωναν μια πόλη στην οποία η πορνεία και ο τζόγος ήταν νόμιμα, γι’ αυτό και το 1942 ανάγκασαν την πολιτεία της Νεβάδα να θέσει εκτός νόμου την πορνεία, αν και για τον τζόγο λέξη δεν ήθελαν να ακούσουν τα κυβερνητικά αυτιά.
Κι έτσι τη στιγμή που άνοιγε τις πύλες της η στρατιωτική ακαδημία, στην έξοδο του αυτοκινητόδρομου για το Βέγκας άνοιγε το πρώτο πραγματικό καζίνο, το «Ελ Ράντσο Βέγκας». Το παράδειγμά του μιμήθηκαν αμέσως κι άλλα καζίνο και νυχτερινά κέντρα, δίνοντας έτσι υπόσταση στο «Las Vegas Strip»! Η Κόζα Νόστρα δεν θα μπορούσε να μείνει μακριά από την αναπτυσσόμενη οικονομία του Βέγκας, επιδιώκοντας να βάλει γερό χέρι εδώ και χρόνια, και το 1946 θα τα καταφέρει επιτέλους: αυτή τη χρονιά ο γκάγκστερ Μπάγκσι Σίγκελ, με τα ναρκωδόλαρα του εβραίου «νονού» της Ανατολικής Ακτής, Μέγιερ Λάνσκι, ανοίγει τις πύλες του «Φλαμίνγκο», προσφέροντας το πρώτο πραγματικό υπερθέαμα του Βέγκας.
Οι μεγαλύτεροι καλλιτέχνες της Αμερικής είχαν ήδη κλείσει εμφανίσεις στο καζίνο της Μαφίας, την ίδια ώρα που για τα εγκαίνιά του ανήμερα των Χριστουγέννων του 1946 μεταφέρθηκε εκεί με κάθε μέσο όλο το Χόλιγουντ! Και βέβαια μπορεί ο Σίγκελ να δολοφονούνταν την επόμενη χρονιά, το όραμά του ωστόσο για το Βέγκας έμελλε να ζήσει και να μακροημερεύσει.
Στη δεκαετία του 1950 και του 1960 οι μεγαλοκακοποιοί ανέλαβαν δράση ανοίγοντας σειρά πολυτελών καζίνο (όπως τα Sahara, Sands, New Frontier, Riviera, Tropicana κ.ά.), τα οποία δεν ξέπλεναν φυσικά μόνο τα παράνομα δολάρια της Μαφίας αλλά και το μαύρο χρήμα αξιοσέβαστων επιχειρηματιών και επενδυτών της Γουόλ Στριτ. Όσο για τη χρηματοδότηση των ίδιων των καζίνο, δεν προέρχονταν μόνο από τους «νονούς» της Κόζα Νόστρα και τα συνεταιράκια τους, αλλά και από σοβαρά ιδρύματα, τραπεζικά καταστήματα, ταμεία συνδικαλιστικών φορέων, ακόμα και από την Εκκλησία των Μορμόνων και τα καταπιστεύματα του Πανεπιστημίου Πρίνστον!
Το Βέγκας όπως το ξέρουμε σήμερα είχε γεννηθεί και τίποτα δεν θα μπορούσε τώρα να ανακόψει τη δυναμική του, καθώς το οργανωμένο έγκλημα δικαίωνε και με το παραπάνω την ισόβια υπόσχεση του Βέγκας ότι μπορεί να εκπληρώσει κάθε αρρωστημένη φαντασίωση του επισκέπτη. Οι τουρίστες που όργωναν νυχθημερόν το Βέγκας γεμίζοντας τα χαρτοπαικτικά τραπέζια και τους κουλοχέρηδες άγγιξαν ρεκόρ επισκεψιμότητας το 1954, όταν οι απανωτές εμφανίσεις των μεγάλων αστεριών της εποχής (Έλβις Πρίσλεϊ, Φρανκ Σινάτρα, Ντιν Μάρτιν, Λιμπεράτσε κ.λπ.) εξασφάλισαν στην Πόλη της Αμαρτίας 8 εκατομμύρια τουρίστες!
Ομοσπονδιακή εισαγγελική έρευνα στις αρχές της δεκαετίας του 1950, που ερεύνησε τη σχέση του οργανωμένου τζόγου με το επίσης οργανωμένο έγκλημα, κατέληξε ότι τα καζίνο του Βέγκας ήταν γερά προσδεμένα στο άρμα της Μαφίας, η οποία είχε μετατραπεί στο πραγματικό αφεντικό της καζινούπολης. Παρά το γεγονός ότι η επιτροπή εισηγήθηκε στο Κογκρέσο την υιοθέτηση ομοσπονδιακής νομοθεσίας για τη διαφάνεια στη λειτουργία των καζίνο, ο κυβερνήτης της Νεβάδα και οι «νονοί» χρηματοδότες του κατάφεραν να στραγγαλίσουν την πρόταση.
Τα μεγαλοαφεντικά της Κόζα Νόστρα, χρησιμοποιώντας τις διασυνδέσεις τους τόσο στο Χόλιγουντ όσο και τον Τύπο της Νέας Υόρκης, διαφήμιζαν καθημερινά το Βέγκας ως αμαρτωλή πόλη συμβάλλοντας τα μέγιστα στην καθιέρωσή της ως πρωτεύουσα της αμερικανικής ανηθικότητας. Η Μαφία έκανε όμως και κάτι άλλο, που θα έκλεβε τη δόξα, το χρήμα και τον τουρισμό από τον εσωτερικό ανταγωνισμό του Βέγκας: λάδωνε τις δημοτικές αρχές και την αστυνομία να κάνουν τα στραβά μάτια, μετατρέποντας το Βέγκας σε άντρο ανομίας και παράδεισο σεξ και ναρκωτικών.
Κι έτσι εκεί που άλλοτε ήταν οι εργάτες αυτοί που υποστήριζαν τη «ροζ» ψυχαγωγία και τον τζόγο, τώρα ήταν οι στρατιώτες και οι εργένηδες τουρίστες αυτοί που τροφοδοτούσαν με δολάρια το αδηφάγο δίκτυο των καζίνο, των κόκκινων φαναριών και κάθε άλλης νόμιμης και παράνομης δραστηριότητας. Οι στρατιωτικές βάσεις του Β’ Παγκοσμίου έδωσαν τελικά τη θέση τους στις μυστικές ψυχροπολεμικές εγκαταστάσεις της άνυδρης περιοχής, αν και τις μεγαλύτερες δόξες γνώρισε το πεδίο πυρηνικών δοκιμών της Νεβάδα, στο οποίο από το 1951 ως το 1963 πυροδοτήθηκαν περισσότερες από 100 ατομικές βόμβες!
Η πόλη εκμεταλλεύτηκε και με το παραπάνω τον λεγόμενο «πυρηνικό τουρισμό», παρέχοντας απλόχερα θέα στα ατομικά «μανιτάρια» από τα καζίνο-ξενοδοχεία του Strip και συνδυάζοντάς τα με τουριστικά πακέτα και αναλόγου έμπνευσης «ραδιενεργά» κοκτέιλ. Η Πόλη της Αμαρτίας διαφημιζόταν τώρα ως Ατομική Πόλη, καθώς το κοινό έβρισκε ακαταμάχητο το απόκοσμο θέαμα της πυρηνικής εποχής…
Το σύγχρονο πρόσωπο της καζινούπολης
Η ιστορία του Βέγκας ήταν πάντα στενά συνδεδεμένη με τα χρονικά της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Όπως έχει ειπωθεί, σε καμιά άλλη πόλη η ιστορία δεν γράφτηκε σε τέτοιον βαθμό από μεμονωμένα άτομα. Και για το σύγχρονο πρόσωπο της καζινούπολης κανείς δεν έκανε περισσότερα από τον Χάουαρντ Χιουζ!
Ήταν ανήμερα των Ευχαριστιών του 1966 όταν ο εκκεντρικός κροίσος κλείστηκε στη σουίτα του καζίνο «Desert Inn» για να μην ξαναβγεί για έναν και πλέον μήνα από το πολυτελές δωμάτιό του. Όταν λοιπόν ο διευθυντής τού ζήτησε να αφήσει τη σουίτα, ο ζάμπλουτος Χιουζ αγόρασε όλο το καζίνο! Δεν έμεινε φυσικά εκεί και σύντομα είχε στα χέρια του κι άλλα καζίνο και ξενοδοχεία (συνολικής αξίας 300 εκατ. δολαρίων!), γεννώντας έτσι μέσα σε λίγους μήνες τη νέα εποχή του Βέγκας, όταν τα μαφιόζικα συμφέροντα πέρασαν δηλαδή στα χέρια επιχειρηματικών ομίλων.
Ο νέος ισχυρός άντρας του Βέγκας πήρε ηθελημένα στην κατοχή του τις δραστηριότητες της Κόζα Νόστρα, αποτελώντας τον κινητήριο μοχλό πίσω από τη μετατροπή του Βέγκας από άντρο του Φαρ Ουέστ σε κοσμοπολίτικη μητρόπολη ενήλικης ψυχαγωγίας. Ένα ακόμα στοιχείο έλειπε από το Λας Βέγκας για να πάρει την ολότελα σημερινή μορφή του: τα μέγκα-καζίνο.
Ήταν το 1989 όταν ο εδώ και δεκαετίες κατασκευαστής καζίνο Steve Wynn άνοιξε τις πύλες του «Mirage», του πρώτου τεράστιου resort του Βέγκας. Η καζινούπολη θα περνούσε τις επόμενες δύο δεκαετίες αλλάζοντας και πάλι πρόσωπο, όταν οι δυναμίτες στα θεμέλια των παλιών χαρτοπαικτικών εγκαταστάσεων έκαναν χώρο για την ανέγερση πελώριων οικοδομικών συγκροτημάτων που έφεραν στην καρδιά της Μοχάβε ακόμα πιο κοσμοπολίτικο αέρα με ρέπλικες της αρχαίας Ρώμης, της φαραωνικής Αιγύπτου, της Βενετίας, του Παρισιού κ.λπ. Τα υπόλοιπα είναι λίγο πολύ γνωστά, καθώς το Λας Βέγκας απέκτησε την εικόνα με την οποία είναι τώρα παγκοσμίως γνωστό.
Σήμερα, παρά την παγκόσμια ύφεση και την οικονομική δυσπραγία, το Βέγκας συνεχίζει να μετρά κάπου 40 εκατ. τουρίστες τον χρόνο, κάνοντας τον τζόγο και τις «ροζ» υπηρεσίες τον μεγαλύτερο εργοδότη μιας μεγαλούπολης που αρέσκεται να αυτοαποκαλείται Πόλη της Αμαρτίας…
Ε λοιπόν, όχι. Ξεχάστε όσα έχετε δει και την εικόνα παραδείσου που προσπαθεί η προπαγάνδα του Χόλιγουντ (με έπιασε το επαναστατικό μου παραλήρημα τώρα) να χτίσει για το Βέγκας και φέρτε στο μυαλό σας μόνο μια λέξη: ΖΕΣΤΗ! Βασικά το ζέστη, έστω και με κεφαλαία είναι understatement. ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΗ ΖΕΣΤΗ!!!, με κεφαλαία και ακόμη περισσότερα θαυμαστικά για έμφαση.
Βρέθηκα πριν από δυο καλοκαίρια με την παρέα μου στην Καλιφόρνια, πραγματοποιώντας ένα road trip - όνειρο ζωής, διάρκειας 15 ημερών. Το ταξίδι μας ξεκίνησε από το Λος Άντζελες, συνεχίστηκε στο Σαν Φρανσίσκο και τότε ήταν που έπρεπε να πάρουμε μια κομβική απόφαση για τη συνέχεια του ταξιδιού: Θα πάμε στο Σαν Ντιέγκο μέσω Λας Βέγκας ή θα διαλέξουμε τον σύντομο δρόμο, αφήνοντας έξω τη Νεβάδα και τη χώρα του τζόγου;
Μέχρι που φτάσαμε στο περιβόητο «The Strip», αυτήν την -μικρή- ευθεία στην οποία απλώνονται όλα τα επιβλητικά ξενοδοχεία - καζίνο και τα ομολογουμένως εντυπωσιακά όσο και τρομερά κιτς αξιοθέατα, ρέπλικες αυθεντικών αξιοθέατων. Αλλά οκ, αν θέλω να δω έναν ψεύτικο πύργο του Άιφελ, πάω και στα Φιλιατρά.
Εντάξει θα είμαι δίκαιος. Για μερικά λεπτά είναι εντυπωσιακό πράγματι όλο αυτό που αντικρίζεις. Τεράστια κτίρια, άπειρα φώτα, συντριβάνια, σου φέρνουν στο μυαλό όλες αυτές τις εικόνες που έχεις δει για το Βέγκας μέσα από την οθόνη σου. Το πρόβλημα είναι όμως ότι μέσα στην πρώτη ώρα θα το έχεις βαρεθεί αυτό.Μόλις τακτοποιηθήκαμε πήγαμε μια βόλτα από το καζίνο του ξενοδοχείου κι έπειτα από μια μικρή περιήγηση αποφασίσαμε πως συνετό θα είναι πριν δοκιμάσουμε την τύχη μας στη ρουλέτα να κάνουμε μια βόλτα με τα πόδια στην πόλη. Ακόμα και το βράδυ όμως, η ζέστη κι η υγρασία έκαναν τη βόλτα μας ανυπόφορη, ενώ ο άπειρος κόσμος που περπατούσε γύρω μας δεν είχε σε τίποτα να ζηλέψει από το feeling που αποκομίζεις όταν περιφέρεσαι στα σοκάκια της Μυκόνου.
Άλλο ένα μεγάλο πρόβλημα κι ίσως βασικός παράγοντας του εκνευρισμού μου (μετά τη ζέστη), υπήρξε το γεγονός ότι δεν βρίσκεις πουθενά ένα αξιοπρεπές μέρος να φας, πέρα από τουριστικά junk food εστιατόρια, ενώ ακόμη κι ένα σάντουιτς στο ξενοδοχείο ήταν πανάκριβο (είπαμε, πρέπει να στα φάνε από αλλού). Τελοσπάντων, μετά από τη βόλτα είπαμε να τζογάρουμε και λίγο για το καλό, φυσικά πολύ γρήγορα έχασα τα λεφτά που είχα αποφασίσει να ποντάρω γιατί εντάξει, δεν είμαι κι ο Νικ the Greek, τελικά έβαλα κι άλλα, ψιλορέφαρα κι αποφάσισα να πάω να κοιμηθώ πριν παρασυρθώ και μείνω στη ζέστη του Λας Βέγκας για πάντα.
Το πρωί σηκωθήκαμε νωρίς για να φύγουμε και κατεβαίνοντας στη ρεσεψιόν του ξενοδοχείου αντίκρισα μια από τις πιο θλιβερές εικόνες που έχω δει στη ζωή μου, με τζογαδόρους να συνεχίζουν απτόητοι να παίζουν στις 9 το πρωί.
Για να καταλάβεις, πριν γίνει αυτό, το highlight ήταν ότι από το παράθυρο του δωματίου στο ξενοδοχείο φαινόταν η ταράτσα που είχαν ξεχάσει τον Νταγκ στο Hangover (ο οποίος μεταξύ μας, δεν έχασε και τίποτα σπουδαίο μένοντας εγκλωβισμένος εκεί).
Στο αεροπλάνο της επιστροφής διάλεξα επίτηδες να δω την ταινία The Incredible Burt Wonderstone η οποία εξελίσσεται στο Λας Βέγκας. Αφού είπα από μέσα μου «Χα, έχω πάει εκεί», κοίταξα την οθόνη και με σιγουριά είπα «Προπαγάνδα του Λας Βέγκας, δεν μπορείς να με κοροϊδέψεις πια».
Πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου