Στο «μεγαλύτερο ξέπλυμα μαύρου
χρήματος της ιστορίας» συμμετείχαν, όπως όλα δείχνουν, τρεις από τις
μεγαλύτερες τράπεζες της υφηλίου.
Σύμφωνα με τα τελευταία δημοσιεύματα του ξένου Τύπου, η Deutsche Bank, η μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας, και σε μικρότερο βαθμό η JP Morgan Chase, η μεγαλύτερη τράπεζα των ΗΠΑ, και ο -επίσης αμερικανικός- τραπεζικός κολοσσός Bank of America αποτέλεσαν επί χρόνια ανταποκρίτριες τράπεζες της εσθονικής θυγατρικής (Sampo Bank) της δανέζικης Danske Bank.
Η τελευταία φέρεται ότι από το 2007 έως το 2015 μετέφερε στη Δύση μέσω Εσθονίας περισσότερα από 200 δισ. ευρώ, ποσό που είναι περίπου 10 φορές το μέγεθός της.
Αυτά αποτελούσαν «μαύρο χρήμα» πελατών του εσθονικού υποκαταστήματος της Danske από τη Ρωσία και άλλες πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες. Προέρχονταν στο μεγαλύτερο μέρος τους από παράνομες δραστηριότητες και με τη βοήθεια της Danske και των «τριών μεγάλων τραπεζών» έμπαιναν νόμιμα στο τραπεζικό σύστημα της Βρετανίας, των ΗΠΑ και άλλων χωρών της Δύσης. Επενδύονταν μέσω εταιρειών-βιτρίνα σε ακίνητα, γιοτ κ.λπ.
Ως ανταποκρίτριες τράπεζες του εσθονικού υποκαταστήματος της Danske, οι Deutsche, JP Morgan και Bank of America εκτελούσαν τις περισσότερες διακρατικές συναλλαγές αυτής, μετατρέποντας μεταξύ άλλων και το ξένο συνάλλαγμα των πελατών της από τη Ρωσία, το Αζερμπαϊτζάν και τις άλλες χώρες σε δολάρια.
Το «πλυντήριο» ήρθε στο φως για πρώτη φορά στα τέλη του 2013 από τον τότε επικεφαλής trading της Danske στην Εσθονία, Χάουαρντ Γουίλκινσον. Ωστόσο η διοίκηση της Danske, που γνώριζε από το 2007, προσπάθησε να κουκουλώσει την υπόθεση.
Ξεκίνησε σχετική έρευνα μόλις το 2017 μετά από σειρά δημοσιευμάτων στη δανέζικη εφημερίδα Berlingske.
Σήμερα, εκτός της Δανίας, έρευνες για το σκάνδαλο διεξάγουν οι αρμόδιες αρχές της Εσθονίας, της Φινλανδίας, των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Ελβετίας.
Ο Γουίλκινσον κατέθεσε χθες σε εξεταστική επιτροπή του δανέζικου Κοινοβουλίου και «έσφαξε» την Deutsche Bank. Χωρίς να την κατονομάσει -προκειμένου να μη φάει αγωγή- αλλά δίνοντας σαφέστατα στους Δανούς βουλευτές να καταλάβουν ότι πρόκειται για τη γερμανική τράπεζα, είπε ότι περισσότερα από τα μισά χρήματα από τα 200 δισ. ευρώ που ξεπλύθηκαν, διοχετεύτηκαν μέσω αμερικανικής θυγατρικής της Deutsche Bank.
«Αυτή ήταν η βασική ανταποκρίτρια τράπεζα για αμερικανικά δολάρια. Ηταν η τελευταία που σταμάτησε το 2015… τους πήρε 9 χρόνια», είπε σύμφωνα με το Bloomberg.
Ο Γουίλκινσον αποκάλυψε ακόμη στους Δανούς βουλευτές ότι του προσφέρθηκε πλουσιοπάροχο πακέτο αποζημίωσης προκειμένου να σιωπήσει. Ας σημειωθεί ότι τόσο η Deutsche Bank όσο και η Bank of America και η JP Morgan ερευνώνται σήμερα από τις αμερικανικές δικαστικές αρχές.
H τελευταία σταμάτησε να παρέχει υπηρεσίες ανταποκρίτριας τράπεζας στο εσθονικό υποκατάστημα της Danske Bank το 2013 ενώ οι υπόλοιπες δύο συνέχισαν για ακόμη δύο χρόνια.
Σύμφωνα με τα τελευταία δημοσιεύματα του ξένου Τύπου, η Deutsche Bank, η μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας, και σε μικρότερο βαθμό η JP Morgan Chase, η μεγαλύτερη τράπεζα των ΗΠΑ, και ο -επίσης αμερικανικός- τραπεζικός κολοσσός Bank of America αποτέλεσαν επί χρόνια ανταποκρίτριες τράπεζες της εσθονικής θυγατρικής (Sampo Bank) της δανέζικης Danske Bank.
Η τελευταία φέρεται ότι από το 2007 έως το 2015 μετέφερε στη Δύση μέσω Εσθονίας περισσότερα από 200 δισ. ευρώ, ποσό που είναι περίπου 10 φορές το μέγεθός της.
Αυτά αποτελούσαν «μαύρο χρήμα» πελατών του εσθονικού υποκαταστήματος της Danske από τη Ρωσία και άλλες πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες. Προέρχονταν στο μεγαλύτερο μέρος τους από παράνομες δραστηριότητες και με τη βοήθεια της Danske και των «τριών μεγάλων τραπεζών» έμπαιναν νόμιμα στο τραπεζικό σύστημα της Βρετανίας, των ΗΠΑ και άλλων χωρών της Δύσης. Επενδύονταν μέσω εταιρειών-βιτρίνα σε ακίνητα, γιοτ κ.λπ.
Ως ανταποκρίτριες τράπεζες του εσθονικού υποκαταστήματος της Danske, οι Deutsche, JP Morgan και Bank of America εκτελούσαν τις περισσότερες διακρατικές συναλλαγές αυτής, μετατρέποντας μεταξύ άλλων και το ξένο συνάλλαγμα των πελατών της από τη Ρωσία, το Αζερμπαϊτζάν και τις άλλες χώρες σε δολάρια.
Το «πλυντήριο» ήρθε στο φως για πρώτη φορά στα τέλη του 2013 από τον τότε επικεφαλής trading της Danske στην Εσθονία, Χάουαρντ Γουίλκινσον. Ωστόσο η διοίκηση της Danske, που γνώριζε από το 2007, προσπάθησε να κουκουλώσει την υπόθεση.
Ξεκίνησε σχετική έρευνα μόλις το 2017 μετά από σειρά δημοσιευμάτων στη δανέζικη εφημερίδα Berlingske.
Σήμερα, εκτός της Δανίας, έρευνες για το σκάνδαλο διεξάγουν οι αρμόδιες αρχές της Εσθονίας, της Φινλανδίας, των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Ελβετίας.
Ο Γουίλκινσον κατέθεσε χθες σε εξεταστική επιτροπή του δανέζικου Κοινοβουλίου και «έσφαξε» την Deutsche Bank. Χωρίς να την κατονομάσει -προκειμένου να μη φάει αγωγή- αλλά δίνοντας σαφέστατα στους Δανούς βουλευτές να καταλάβουν ότι πρόκειται για τη γερμανική τράπεζα, είπε ότι περισσότερα από τα μισά χρήματα από τα 200 δισ. ευρώ που ξεπλύθηκαν, διοχετεύτηκαν μέσω αμερικανικής θυγατρικής της Deutsche Bank.
«Αυτή ήταν η βασική ανταποκρίτρια τράπεζα για αμερικανικά δολάρια. Ηταν η τελευταία που σταμάτησε το 2015… τους πήρε 9 χρόνια», είπε σύμφωνα με το Bloomberg.
Ο Γουίλκινσον αποκάλυψε ακόμη στους Δανούς βουλευτές ότι του προσφέρθηκε πλουσιοπάροχο πακέτο αποζημίωσης προκειμένου να σιωπήσει. Ας σημειωθεί ότι τόσο η Deutsche Bank όσο και η Bank of America και η JP Morgan ερευνώνται σήμερα από τις αμερικανικές δικαστικές αρχές.
H τελευταία σταμάτησε να παρέχει υπηρεσίες ανταποκρίτριας τράπεζας στο εσθονικό υποκατάστημα της Danske Bank το 2013 ενώ οι υπόλοιπες δύο συνέχισαν για ακόμη δύο χρόνια.
Έντυπη έκδοση
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου