Πριν ακριβώς έναν χρόνο, την Κυριακή της 1ης Οκτωβρίου, οι Καταλανοί αψηφούσαν την απαγόρευση, από την κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι στη Μαδρίτη, της διεξαγωγής του δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της χώρας. Τα γεγονότα, συχνά βίαια, που σημάδεψαν το πριν, τη διάρκεια, και το μετά της προσέλευσης στις κάλπες, στάθηκαν η αφετηρία για τη μεγαλύτερη πολιτική κρίση που έχει συνοδεύσει το διαρκώς ανοικτό θέμα της ανεξαρτησίας της Καταλονίας από την Ισπανία.
Πολιτικοί φυλακισμένοι, ή φυγόδικοι, επιβολή κράτους εξαίρεσης με την Μαδρίτη να ασκεί ασφυκτική επιτροπεία στην αυτόνομη περιφέρεια, αδιέξοδο στον διάλογο και κυρίως μία κοινωνία βαθιά διχασμένη, με το μίσος και τον εθνικισμό να αποτελούν έναν υπαρκτό κίνδυνο: ιδού ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της εικόνας που άφησε πίσω του το δημοψήφισμα τούτο. Ο διευθυντής ύλης της καταλανικής εφημερίδας La Vanguardia, Ζόρδι Ζουάν, με διεισδυτικό τρόπο αποτολμά έναν κριτικό απολογισμό του δημοψηφίσματος σε σημερινό άρθρο του με τίτλο «1η Οκτωβρίου. Ένας χρόνος αποσύνδεσης».
«Η 1η Oκτωβρίου ήταν το μεγαλύτερο πολιτικό λάθος του Μαριάνο Ραχό κι ένα δώρο για τους προμάχους της ανεξαρτησίας», υπογραμμίζει ο Ζουάν. «Οι λόγοι που οδήγησαν περισσότερα από δύο εκατομμύρια Καταλανούς να προσέλθουν στα αυτοσχέδια εκλογικά τμήματα που στήθηκαν για να ρίξουν την ψήφο τους σε πλαστικό κουτί θα μπορούσαμε να πούμε πως ήσαν πολυποίκιλοι: από την προσωπική κατάφαση υπέρ της ανεξαρτησίας, έως την έκφραση μίας μορφής διαμαρτυρίας για την εξέλιξη που είχε λάβει η διένεξη για την Καταλονία έπειτα από την έγκριση του Καθεστώτος Αυτονομίας (Estatut) για την περιοχή».
« Το πολιτικό υποκείμενο του català emprenyat (στρατευμένου Καταλανού) θέλησε με την αφορμή του δημοψηφίσματος να κάνει την φωνή του να ακουσθεί και να δείξει την κούραση του. Ναι μεν το δημοψήφισμα είχε κηρυχθεί παράνομο, αλλά πολλοί Καταλανοί θέλησαν μολαταύτα να συμμετάσχουν, προκειμένου να εκβιάσουν μία πολιτική διαπραγμάτευση με τον ίδιο τρόπο που το προηγούμενο δημοψήφισμα της 9ης Nομεβρίου σηματοδότησε μια μεγάλη ημέρα διεκδίκησης και διαμαρτυρίας.
Όμως εκείνο που συνέβη τη συγκεκριμένη ημέρα ήταν μια τόσο υπερβολική αντίδραση του κράτους, που ώθησε πολλούς Καταλανούς να διαβούν το νοητό όριο ανοχής για να αποσυνδεθούν εντελώς από την οποιαδήποτε έννοια της Ισπανίας. Θα τολμούσα να πω ότι μέσα τους συντελέσθηκε όχι μόνον μία νοητική, αλλά ταυτόχρονα και μία συναισθηματική, ρήξη», σημειώνει ο ίδιος αρθρογράφος.
«Έναν χρόνο αργότερα, όλα όσα συνέβησαν στο ενδιάμεσο, που εξακολουθούν φέρουν ανεξίτηλα πάνω τους τα σημάδια εκείνες της ημέρας και αυτή η νοητική-συναισθηματική ρήξη, συνιστούν τη μεγαλύτερη δυσκολία για να βγει η περιοχή από την συγκρουσιακή κατάσταση τούτη. Το αυτονομιστικό κίνημα ριζοσπαστικοποιήθηκε ακόμη περισσότερο κι έφτασε στο απόγειό του με την μονομερή ανακήρυξη της Καταλανικής Δημοκρατίας, πράξη η οποί με τη σειρά του προκάλεσε το αίσθημα μιας άλλης σιωπηλής πλειοψηφίας των Καταλανών, που τότε έκανε κι αυτή ένα βήμα εμπρός για να ακουστεί και να κραυγάσει τα δικά της συναισθήματά υπέρ της Ισπανίας. Η εφαρμογή του περιοριστικού άρθρου 155, η φυλάκιση και η φυγή των ηγετών της ανεξαρτησίας και ό, τι έχει έκτοτε προκύψει, μπορούν να γίνουν κατανοητά μόνον μέσα από την αλληλοσύνδεση τούτων των γεγονότων».
«Η ιστορία θα κρίνει με αυστηρότητα τους πρωταγωνιστές όλων όσων συνέβησαν την 1η Οκτωβρίου 2017. Σήμερα είναι αδύνατο να αποτολμηθεί οποιαδήποτε αυτοκριτική, καθόσον οι πληγές εξακολουθούν να είναι χαίνουσες και κανείς δεν θέλει να προσφέρει επιχειρήματα στην άλλη πλευρά. Λιγοστές οι φωνές είναι εκείνες που έχουν ακουσθεί εντεύθεν του ποταμού Έβρου που να καταδικάζουν την αστυνομική καταστολή.
Εντούτοις, οι εικόνες της καταστολής με πρωταγωνιστές τους αποσπασμένους αστυνομικούς έχουν καταγραφεί στη μνήμη πολλών Καταλανών και εξ αυτού σήμερα υπάρχουν τόσοι που δεν θέλουν να ακούσουν τίποτα άλλο, πλην από τον διαχωρισμό της περιοχής από την Ισπανία. Θα χρειαστεί να επενδύσουμε πολύ χρόνο στον κατευνασμό των παθών και στον διάλογο, προκειμένου να υπερβαθεί το στάδιο τούτο, το οποίο οφείλει επίσης να ξεπεράσει τις Συμπληγάδες της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου ενάντια στο κίνημα της ανεξαρτησίας. Μία δεύτερη μεγάλη δυναμική των συνεπειών εκείνου του δημοψηφίσματος, που παραμένουν ακόμα απρόβλεπτες».
«Ο τότε πρόεδρος Κάρλες Πουτζδεμόν θα μπορούσε να ζητήσει πρόωρες εκλογές την επαύριο του δημοψηφίσματος, όπως κάποιοι εξ υμών του ζητούσαμε δημοσίως να πράξει μετά τη δραματική εκείνη μέρα. Ουδείς δύναται να γνωρίζει μετά βεβαιότητος τι θα γινόταν εάν θα μπορούσαμε να ψηφίσουμε στις 26 Νοεμβρίου (όπως προτεινόταν), όμως είναι βέβαιο πως θα ήταν δυνατόν να αποφευχθούν κάποια από τα λάθη που έγιναν αργότερα. Ωστόσο, αργότερα, οι Καταλανοί εμπιστεύθηκαν ξανά μία φιλο-αποσχιστική κυβέρνηση, στις επιβληθείσες από τη Μαδρίτη εκλογές που χαρακτηρίσθηκαν από τα γεγονότα της 1ης Οκτωβρίου και την επιβολή του Άρθρου 155. Αυτό που προέκυψε και έχουμε σήμερα ενώπιόν μας είναι μια κυβέρνηση της Καταλονίας σε κρίση και σε αναζήτηση μιας ταυτότητας. Είναι μια κυβέρνηση που αγκαλά και διαχειρίζεται ένα καθεστώς αυτονομίας, το περιεχόμενο στις δημόσιες αναφορές των κυβερνώντων είναι σάμπως να ζούσαμε σε μια ανεξάρτητη Δημοκρατία.
Το έλλειμμα ηγεσίας του προέδρου Κιμ Τόρα, ο οποίος δεν έχει ακόμη αρθεί σκόπιμα στο ύψος των ευθυνών της θέσης του και η αυξανόμενη δυσπιστία μεταξύ των δύο κύριων παρατάξεων της ανεξαρτησίας, των Junts per Catalunya και της Esquerra Republicana (Erc) δεν βοηθούν στην έξοδο από την κρίση. Η αλλαγή του ενοίκου στο ανάκτορο της Μονκλόα στη Μαδρίτη, ναι μεν και έχει κατευνάσει κάπως το πολιτικό κλίμα, αλλά απέχει ακόμα παρασάγγας από μια συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών. Η πρόοδος στις διαπραγματεύσεις είναι εμφανής, όμως είναι δύσκολο οι οπαδοί της ανεξαρτησίας να προσαρμόσουν τις υποσχέσεις για βελτίωση της αυτοδιοίκησης της Καταλονίας στο όραμα για τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης Δημοκρατίας. Το τρανότερο παράδειγμα διγλωσσία αποτελεί ο ίδιος ο Τόρα, ο οποίος αφ’ ενός υποστηρίζει τη δημιουργία ενός αυτοσχέδιου καταυλισμού από μια ομάδα αυτονομιστών στην πλατεία Σαν Τζάουμε και μετά δεν έχει άλλη επιλογή από το να στείλει την ίδια του την αστυνομία για να το διαλύσει».
« Η μεγάλη απόφαση που πρέπει να λάβει τώρα ο Πουτζδεμόν είναι αν θα συνεχίσει την πορεία της προσέγγισης που έχει εγκαινιασθεί από τη νέα σοσιαλιστική κυβέρνηση του Πέδρο Σάντσεθ, ή αντίθετα, να καταψηφίσει το σχέδιο προϋπολογισμού για προκαλέσει την πτώση της. Η στρατηγική που ακολούθησε από την αρχή των κοινοβουλευτικών εργασιών είναι η πολιτική της αντιπαράθεσης με την κεντρική κυβέρνηση, σε μία επιδίωξη να πολλαπλασιάσει τον αντίκτυπο από τις συνέπειες της 1ης Οκτωβρίου. Για τους αυτονομιστές που επιδιώκουν την οριστική αποσύνδεση της Καταλονίας από την Ισπανία, το ιδανικό θα ήταν μία κυβέρνηση συνασπισμού των ορκισμένων εχθρών της Άλμπερτ Ριβέρα (Ciudadanos) και Πάβλο Κασάδο (PP). Αυτός είναι άραγε ο στόχος του Πουτζδεμόν;
Πολιτικοί φυλακισμένοι, ή φυγόδικοι, επιβολή κράτους εξαίρεσης με την Μαδρίτη να ασκεί ασφυκτική επιτροπεία στην αυτόνομη περιφέρεια, αδιέξοδο στον διάλογο και κυρίως μία κοινωνία βαθιά διχασμένη, με το μίσος και τον εθνικισμό να αποτελούν έναν υπαρκτό κίνδυνο: ιδού ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της εικόνας που άφησε πίσω του το δημοψήφισμα τούτο. Ο διευθυντής ύλης της καταλανικής εφημερίδας La Vanguardia, Ζόρδι Ζουάν, με διεισδυτικό τρόπο αποτολμά έναν κριτικό απολογισμό του δημοψηφίσματος σε σημερινό άρθρο του με τίτλο «1η Οκτωβρίου. Ένας χρόνος αποσύνδεσης».
«Η 1η Oκτωβρίου ήταν το μεγαλύτερο πολιτικό λάθος του Μαριάνο Ραχό κι ένα δώρο για τους προμάχους της ανεξαρτησίας», υπογραμμίζει ο Ζουάν. «Οι λόγοι που οδήγησαν περισσότερα από δύο εκατομμύρια Καταλανούς να προσέλθουν στα αυτοσχέδια εκλογικά τμήματα που στήθηκαν για να ρίξουν την ψήφο τους σε πλαστικό κουτί θα μπορούσαμε να πούμε πως ήσαν πολυποίκιλοι: από την προσωπική κατάφαση υπέρ της ανεξαρτησίας, έως την έκφραση μίας μορφής διαμαρτυρίας για την εξέλιξη που είχε λάβει η διένεξη για την Καταλονία έπειτα από την έγκριση του Καθεστώτος Αυτονομίας (Estatut) για την περιοχή».
« Το πολιτικό υποκείμενο του català emprenyat (στρατευμένου Καταλανού) θέλησε με την αφορμή του δημοψηφίσματος να κάνει την φωνή του να ακουσθεί και να δείξει την κούραση του. Ναι μεν το δημοψήφισμα είχε κηρυχθεί παράνομο, αλλά πολλοί Καταλανοί θέλησαν μολαταύτα να συμμετάσχουν, προκειμένου να εκβιάσουν μία πολιτική διαπραγμάτευση με τον ίδιο τρόπο που το προηγούμενο δημοψήφισμα της 9ης Nομεβρίου σηματοδότησε μια μεγάλη ημέρα διεκδίκησης και διαμαρτυρίας.
Όμως εκείνο που συνέβη τη συγκεκριμένη ημέρα ήταν μια τόσο υπερβολική αντίδραση του κράτους, που ώθησε πολλούς Καταλανούς να διαβούν το νοητό όριο ανοχής για να αποσυνδεθούν εντελώς από την οποιαδήποτε έννοια της Ισπανίας. Θα τολμούσα να πω ότι μέσα τους συντελέσθηκε όχι μόνον μία νοητική, αλλά ταυτόχρονα και μία συναισθηματική, ρήξη», σημειώνει ο ίδιος αρθρογράφος.
«Έναν χρόνο αργότερα, όλα όσα συνέβησαν στο ενδιάμεσο, που εξακολουθούν φέρουν ανεξίτηλα πάνω τους τα σημάδια εκείνες της ημέρας και αυτή η νοητική-συναισθηματική ρήξη, συνιστούν τη μεγαλύτερη δυσκολία για να βγει η περιοχή από την συγκρουσιακή κατάσταση τούτη. Το αυτονομιστικό κίνημα ριζοσπαστικοποιήθηκε ακόμη περισσότερο κι έφτασε στο απόγειό του με την μονομερή ανακήρυξη της Καταλανικής Δημοκρατίας, πράξη η οποί με τη σειρά του προκάλεσε το αίσθημα μιας άλλης σιωπηλής πλειοψηφίας των Καταλανών, που τότε έκανε κι αυτή ένα βήμα εμπρός για να ακουστεί και να κραυγάσει τα δικά της συναισθήματά υπέρ της Ισπανίας. Η εφαρμογή του περιοριστικού άρθρου 155, η φυλάκιση και η φυγή των ηγετών της ανεξαρτησίας και ό, τι έχει έκτοτε προκύψει, μπορούν να γίνουν κατανοητά μόνον μέσα από την αλληλοσύνδεση τούτων των γεγονότων».
«Η ιστορία θα κρίνει με αυστηρότητα τους πρωταγωνιστές όλων όσων συνέβησαν την 1η Οκτωβρίου 2017. Σήμερα είναι αδύνατο να αποτολμηθεί οποιαδήποτε αυτοκριτική, καθόσον οι πληγές εξακολουθούν να είναι χαίνουσες και κανείς δεν θέλει να προσφέρει επιχειρήματα στην άλλη πλευρά. Λιγοστές οι φωνές είναι εκείνες που έχουν ακουσθεί εντεύθεν του ποταμού Έβρου που να καταδικάζουν την αστυνομική καταστολή.
Εντούτοις, οι εικόνες της καταστολής με πρωταγωνιστές τους αποσπασμένους αστυνομικούς έχουν καταγραφεί στη μνήμη πολλών Καταλανών και εξ αυτού σήμερα υπάρχουν τόσοι που δεν θέλουν να ακούσουν τίποτα άλλο, πλην από τον διαχωρισμό της περιοχής από την Ισπανία. Θα χρειαστεί να επενδύσουμε πολύ χρόνο στον κατευνασμό των παθών και στον διάλογο, προκειμένου να υπερβαθεί το στάδιο τούτο, το οποίο οφείλει επίσης να ξεπεράσει τις Συμπληγάδες της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου ενάντια στο κίνημα της ανεξαρτησίας. Μία δεύτερη μεγάλη δυναμική των συνεπειών εκείνου του δημοψηφίσματος, που παραμένουν ακόμα απρόβλεπτες».
«Ο τότε πρόεδρος Κάρλες Πουτζδεμόν θα μπορούσε να ζητήσει πρόωρες εκλογές την επαύριο του δημοψηφίσματος, όπως κάποιοι εξ υμών του ζητούσαμε δημοσίως να πράξει μετά τη δραματική εκείνη μέρα. Ουδείς δύναται να γνωρίζει μετά βεβαιότητος τι θα γινόταν εάν θα μπορούσαμε να ψηφίσουμε στις 26 Νοεμβρίου (όπως προτεινόταν), όμως είναι βέβαιο πως θα ήταν δυνατόν να αποφευχθούν κάποια από τα λάθη που έγιναν αργότερα. Ωστόσο, αργότερα, οι Καταλανοί εμπιστεύθηκαν ξανά μία φιλο-αποσχιστική κυβέρνηση, στις επιβληθείσες από τη Μαδρίτη εκλογές που χαρακτηρίσθηκαν από τα γεγονότα της 1ης Οκτωβρίου και την επιβολή του Άρθρου 155. Αυτό που προέκυψε και έχουμε σήμερα ενώπιόν μας είναι μια κυβέρνηση της Καταλονίας σε κρίση και σε αναζήτηση μιας ταυτότητας. Είναι μια κυβέρνηση που αγκαλά και διαχειρίζεται ένα καθεστώς αυτονομίας, το περιεχόμενο στις δημόσιες αναφορές των κυβερνώντων είναι σάμπως να ζούσαμε σε μια ανεξάρτητη Δημοκρατία.
Το έλλειμμα ηγεσίας του προέδρου Κιμ Τόρα, ο οποίος δεν έχει ακόμη αρθεί σκόπιμα στο ύψος των ευθυνών της θέσης του και η αυξανόμενη δυσπιστία μεταξύ των δύο κύριων παρατάξεων της ανεξαρτησίας, των Junts per Catalunya και της Esquerra Republicana (Erc) δεν βοηθούν στην έξοδο από την κρίση. Η αλλαγή του ενοίκου στο ανάκτορο της Μονκλόα στη Μαδρίτη, ναι μεν και έχει κατευνάσει κάπως το πολιτικό κλίμα, αλλά απέχει ακόμα παρασάγγας από μια συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών. Η πρόοδος στις διαπραγματεύσεις είναι εμφανής, όμως είναι δύσκολο οι οπαδοί της ανεξαρτησίας να προσαρμόσουν τις υποσχέσεις για βελτίωση της αυτοδιοίκησης της Καταλονίας στο όραμα για τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης Δημοκρατίας. Το τρανότερο παράδειγμα διγλωσσία αποτελεί ο ίδιος ο Τόρα, ο οποίος αφ’ ενός υποστηρίζει τη δημιουργία ενός αυτοσχέδιου καταυλισμού από μια ομάδα αυτονομιστών στην πλατεία Σαν Τζάουμε και μετά δεν έχει άλλη επιλογή από το να στείλει την ίδια του την αστυνομία για να το διαλύσει».
« Η μεγάλη απόφαση που πρέπει να λάβει τώρα ο Πουτζδεμόν είναι αν θα συνεχίσει την πορεία της προσέγγισης που έχει εγκαινιασθεί από τη νέα σοσιαλιστική κυβέρνηση του Πέδρο Σάντσεθ, ή αντίθετα, να καταψηφίσει το σχέδιο προϋπολογισμού για προκαλέσει την πτώση της. Η στρατηγική που ακολούθησε από την αρχή των κοινοβουλευτικών εργασιών είναι η πολιτική της αντιπαράθεσης με την κεντρική κυβέρνηση, σε μία επιδίωξη να πολλαπλασιάσει τον αντίκτυπο από τις συνέπειες της 1ης Οκτωβρίου. Για τους αυτονομιστές που επιδιώκουν την οριστική αποσύνδεση της Καταλονίας από την Ισπανία, το ιδανικό θα ήταν μία κυβέρνηση συνασπισμού των ορκισμένων εχθρών της Άλμπερτ Ριβέρα (Ciudadanos) και Πάβλο Κασάδο (PP). Αυτός είναι άραγε ο στόχος του Πουτζδεμόν;
Το παράδειγμα, η διεκδίκηση των Ολυμπιακών Αγώνων τον χειμώνα.
Η πιθανή υποβολή της υποψηφιότητας των Πυρηναίων-Βαρκελώνης για την ανάληψη των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 2030 αποτελεί ένα καλό παράδειγμα για το πώς δρομολογείται το κλίμα διαλόγου και αλληλοκατανόησης ανάμεσα στην κεντρική κυβέρνηση της Μαδρίτης και την Τζενεραλιτάτ. Η υποψηφιότητα χαίρει της καλής άποψης που έχει η ΔΟΕ αναφορικά με αυτήν και την υποστήριξη των επικεφαλής των δύο κυβερνήσεων. Δεν πρέπει να λησμονούμε πως η τωρινή υπουργός Αθλητισμού είναι η πρώην σκιέρ Μαρία Χεσούς Ριένδα. Τις επόμενες ημέρες, στην ισπανική υποψηφιότητα ενδέχεται να δεχθεί την καθοριστική ώθηση. Η επίτευξη μίας συναίνεσης μεταξύ όλων των εμπλεκομένων μερών εντός του υφιστάμενου πολιτικού πλαισίου έχει πολλά πλεονεκτήματα.Οι νέες πρωτοβουλίες δημιουργούν γέφυρες
Νέα κινήματα του Καταλανισμού που δεν συνδέεται με τον σκοπό της ανεξαρτησίας έχουν ξεπηδήσει, όπως οι Lliures (Ελεύθεροι), με επικεφαλής τους Αντόνι Φερνάντες Τεϊσιδό και Ρουζέρ Μουντανιόλα. οργάνωση διοργανώνει το τέταρτο συνέδριό της την προσεχή Πέμπτη, και σε αυτό θα την απασχολήσει το θέμα της δημιουργίας ενός καταλανισμού νέου τύπου. Τις τελευταίες ημέρες υπήρξε μία προσέγγιση στο θέμα της καλλίτερης ενσωμάτωσης μεταξύ αυτού του σχηματισμού και της οργάνωσης Units per Avançar (Ενωμένοι για την Πρόοδο), του Ραμόν Εσπαλαδέρ. Σημαντικές κρίνονται επίσης και οι υφιστάμενες επαφές αυτής της πτέρυγας με τον νεήλυδα στην πολιτική ζωή της Καταλωνίας, τον Γάλλο πρώην πρωθυπουργό και υποψήφιο για τη δημαρχία Μανουέλ Βαλς, προκειμένου να υπάρξει μία συναίνεση για την καταλανική μητρόπολη.Ha passat un any i ens podem mirar als ulls. Podrem explicar als nostres fills i néts què vam fer l'#1Oct; els que ens van pegar no podran, perquè ningú podrà entendre per què van utilitzar la força i la violència per impedir que la gent es pogués expressar de manera pacífica. pic.twitter.com/81AFOUcl9p— Carles Puigdemont 🎗 (@KRLS) 1 Οκτωβρίου 2018
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου