Η ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΥ ΕΝΟΠΛΟΥ ΑΓΩΝΑ ΤΟ 1946. Η επίθεση στο Λιτόχωρο, οι
πρώτες νίκες των κομμουνιστών ανταρτών και η διαμόρφωση του Δημοκρατικού
Στρατού Ελλάδας
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
Απρίλης του 1946. Ο Νίκος Ζαχαριάδης, γενικός γραμματέας του ΚΚΕ, εξαίρει με άρθρο του στον “Ριζοσπάστη” την επίθεση "ομάδας ένοπλων καταδιωκόμενων αγωνιστών" στον σταθμό χωροφυλακής του Λιτόχωρου στις 31 του Μάρτη. Η επίθεση έχει προειδοποιητικό χαρακτήρα, υπογραμμίζει και ταυτόχρονα διαμηνύει: "Θα γεμίσουν τα βουνά Μπαρουτάδες".
Η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας τον Φλεβάρη του 1945, κομμουνιστές, αριστεροί και δημοκρατικοί πολίτες υφίστανται καθημερινά βίαιες και δολοφονικές επιθέσεις από πρώην ταγματασφαλίτες και παρακρατικούς. Ειδικά στην επαρχία η κατάσταση είναι ανυπόφορη.
Στον Όλυμπο και τον Κίσσαβο, στο Βέρμιο και στο Πάικο, στα Χάσια, στο Βόιπ, στον Γράμμο, στο Βίτσι, αλλά και στην ήπειρο, στη Ρούμελη και σε περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας οι πλαγιές γεμίζουν στα σπλάχνα τους αντάρτες.
Νωρίτερα, το τριήμερο 12 με 15 Φεβρουαρίου, η 2η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ προσανατόλιζε το Κόμμα και το λαϊκό κίνημα προς τον ένοπλο αγώνα. Όχι ακόμη όμως με τρόπο γενικευμένο και αποφασιστικά προσηλωμένο σε αυτόν, όπως σημειώνει ο “Ριζοσπάστης”. Αλλά σε μια προσπάθεια να οργανωθούν σιγά - σιγά οι άμυνες απέναντι στην κλιμακούμενη λευκή τρομοκρατία. Από τα σημαντικότερα επεισόδια «λευκής τρομοκρατίας» είναι αυτό της κατάληψης της Καλαμάτας από τη συμμορία του Μαγγανά, η οποία συνέλαβε 80 ομήρους και εκτέλεσε 14 στελέχη του ΕΑΜ στις 20 Ιανουαρίου του 1946.
Ταυτόχρονα ούτε οι επερχόμενες εκλογές, οι οποίες θα διεξάγονταν από την κεντρώα κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη, προμήνυαν βελτίωση της κατάστασης. Ήταν οι πρώτες που θα γίνονταν μετά από δέκα χρόνια, καθώς είχαν καταργηθεί από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου και τον Ιωάννη Μεταξά το 1936, ενώ στη συνέχεια ακολούθησε η ναζιστική κατοχή. Από πουθενά ωστόσο δεν προέκυπτε ότι η διαδικασία θα ήταν διαφανής.
“Οι εκλογικοί κατάλογοι ήταν νόθοι από την αρχή ώς το τέλος. Μαγειρεμένοι κατ’ αυτό τον τρόπο που να διασφαλίζουν τόση νοθεία ώστε το καθεστώς να βγάλει το αποτέλεσμα που επιθυμούσε. Την πραγματικότητα αυτή δεν την παραδεχόταν μόνο το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και γενικότερα η Αριστερά, αλλά και το λεγόμενο δημοκρατικό Κέντρο, δηλαδή ο ίδιος ο Σοφούλης, που τελικά έκανε τις εκλογές. Η απάντηση της Μ. Βρετανίας ήταν κατηγορηματικά αρνητική και δόθηκε σε απαντητικό μήνυμα του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών Ερνστ Μπέβιν.
Ο Σοφούλης πειθάρχησε στην απαίτηση της Μεγάλης Βρετανίας να διεξαχθούν οι εκλογές την 31η Μαρτίου 1946, αν και ο ίδιος συνέχισε να δηλώνει -όπως φαίνεται απ’ όσα είπε στις 18 Μαρτίου 1946 στη Θεσσαλονίκη- ότι δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για αδιάβλητη εκλογική διαδικασία. Η κατάσταση αυτή οδήγησε σε μαζικές παραιτήσεις των υπουργών του Σοφούλη που δεν ήθελαν να νομιμοποιήσουν το εκλογικό έκτρωμα” σημειώνει ο Γιώργος Πετρόπουλος στην “Εφημερίδα των Συντακτών”.
Τα ξημερώματα της ίδιας μέρας, ομάδα 33 καταδιωκόμενων αγωνιστών και πρώην ανταρτών του ΕΛΑΣ, με επικεφαλής τον Αλέξανδρο Ρόσιο (καπετάν Υψηλάντη), αποφάσισε να δώσει την πρώτη απάντηση. Επιτέθηκε στον Σταθμό Χωροφυλακής του Λιτοχώρου Πιερίας, γνωστό άντρο βασανιστηρίων, κι έκανε την αρχή στον ένοπλο αγώνα. Η επίθεση ξεσήκωσε κι άλλους αγωνιστές, οι οποίοι ενίσχυσαν σημαντικά τις ανταρτοομάδες.
Οι δυνατότητες για εξοπλισμό ήταν επίσης περιορισμένες. Ο στόχος ήταν οι μαχητές να φτάσουν τους 20.000. “Μπορούμε να οπλίσουμε το πολύ 12.000 άνδρες με ατομικό οπλισμό και ελάχιστα αυτόματα. Σήμερα με τους 4.000 άνδρες έχουμε ανεπάρκεια σε αυτόματο οπλισμό. Συνεπώς χρειάζεται εντελώς νέος οπλισμός για τους υπόλοιπους 8.000 και αυτόματος οπλισμός, για να πλαισιωθεί η δύναμη των 20.000, με ανάλογα πυρομαχικά” έγραφαν οι Πέτρος Ρούσσος και Γιάννης Ιωαννίδης στην επιστολή τους προς τον Βούλγαρο κομμουνιστή ηγέτη.
Στις 5 Ιουλίου, στην Ποντοκερασιά του Κιλκίς, οι αντάρτες διαλύουν έναν λόχο στρατού και 40 στρατιώτες προσχωρούν στις γραμμές τους. “Γεγονός που προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση γιατί φανέρωνε ότι στις τάξεις του νεοσύστατου κυβερνητικού στρατού υπήρχαν ισχυρές δυνάμεις του ΕΑΜ και του ΚΚΕ” αναφέρει η Σύγχρονη Εποχή.
Τον Αύγουστο οι αντάρτες χτυπούν αποτελεσματικά τμήματα του κυβερνητικού στρατού στον Πλατύκαμπο και στη Μαρμάριανη, ενώ στην περιοχή των Γρεβενών διαλύουν δύο από τους οκτώ σταθμούς της χωροφυλακής υποχρεώνοντας τους υπόλοιπους να συμπτυχθούν σε έναν.
Πολύ σημαντική ήταν επίσης η επικράτηση των ανταρτών σε μάχη που έγινε τον Σεπτέμβριο στον Πεντάλοφο και στο Σκαλοχώρι Κοζάνης. Μετά τη νίκη τους οι αντάρτες κατάφεραν να πάρουν υπό τον έλεγχό τους το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής της Καστοριάς και του Βοΐου πετυχαίνοντας έτσι να αποκτήσουν εδαφική συνοχή τα τμήματά τους στον Γράμμο, στο Βόιο, στα Γρεβενά και στα Χάσια.
Στις αρχές του 1947 οι αντάρτες είχαν καταφέρει να απλωθούν στο μεγαλύτερο μέρος της ηπειρωτικής Ελλάδας και είχαν βάσιμες προσδοκίες για επικράτηση. Στα τέλη του 1946 ο στρατηγός του κυβερνητικού στρατού Δημήτρης Ζαφειρόπουλος είχε παραδεχτεί πως η πρωτοβουλία κινήσεων είχε περιέλθει ολοκληρωτικά στους αντάρτες, τους οποίους υπολόγιζε σε 13.000. Επιχειρώντας να ερμηνεύσει τις συνεχείς αποτυχίες του στρατού του επέρριπτε ευθύνες, μεταξύ άλλων και στα παιδιά των πλουσίων, τα οποία στράφηκαν μαζικά... στις σπουδές.
“Τα τέκνα των πλουσίων είτε ενεγράφοντο εις τα πανεπιστήμια ως φοιτηταί, διά να τύχουν αναβολής λόγω σπουδών -και παρετηρήθη ούτω αύξησις του αριθμού των φοιτητών εις 27.000 έναντι 4.000 προπολεμικώς- είτε επίεζον τους καθηγητάς του πανεπιστημίου διά των συγγενών και πολιτικών δι’ ένα πενταράκι’, βαθμόν διά να προαχθούν και τύχουν αναβολής, είτε ευχαρίστως εδέχοντο τον χαρακτηρισμό του κομμουνιστού δια να αποφύγουν την στράτευσιν” ανέφερε.
Βέβαια, ακόμη κι έτσι, η αριθμητική υπεροχή του κυβερνητικού στρατού ήταν πολύ μεγάλη. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει στο βιβλίο του "Η επανάσταση στην Ελλάδα - Το ΚΚΕ και οι ξένοι φίλοι" (εκδόσεις Λιβάνη) ο δημοσιογράφος - ερευνητής Φοίβος Οικονομίδης, οι αντάρτες στο απόγειο της δυναμικής τους έφταναν τους 25.000 μαχητές, ενώ η κυβερνητική πλευρά διέθετε 263.000 στρατιώτες και υπεροπλία.
Με κολακευτικά λόγια για τον ΔΣΕ μιλούσαν ακόμη και οι αιχμάλωτοι. Ο βουλευτής των Φιλελευθέρων Λουκάς Κουτσοπέταλος, που είχε αιχμαλωτιστεί στην περιοχή Πετρομαγούλα το 1948 από αντάρτες της Ρούμελης, είχε υπογραμμίσει ένα μήνα μετά σε δηλώσεις του, την πίστη και το μαχητικό τους πνεύμα.
Την πρώτη περίοδο δράσης του, από την εμφάνιση δηλαδή των πρώτων συγκροτημένων αντάρτικων ομάδων, ο ΔΣΕ είχε απελευθερώσει 2.476 χωριά, είχε ανατινάξει 582 γέφυρες και άλλες εγκαταστάσεις και είχε δώσει 2.012 μάχες επιφέροντας απώλειες στον αντίπαλο: 1.768 νεκρούς, 1.234 τραυματίες και 1.844 αιχμαλώτους (“Ρίζος της Δευτέρας”, Μάρτης του 1947).
Απρίλης του 1946. Ο Νίκος Ζαχαριάδης, γενικός γραμματέας του ΚΚΕ, εξαίρει με άρθρο του στον “Ριζοσπάστη” την επίθεση "ομάδας ένοπλων καταδιωκόμενων αγωνιστών" στον σταθμό χωροφυλακής του Λιτόχωρου στις 31 του Μάρτη. Η επίθεση έχει προειδοποιητικό χαρακτήρα, υπογραμμίζει και ταυτόχρονα διαμηνύει: "Θα γεμίσουν τα βουνά Μπαρουτάδες".
Η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας τον Φλεβάρη του 1945, κομμουνιστές, αριστεροί και δημοκρατικοί πολίτες υφίστανται καθημερινά βίαιες και δολοφονικές επιθέσεις από πρώην ταγματασφαλίτες και παρακρατικούς. Ειδικά στην επαρχία η κατάσταση είναι ανυπόφορη.
Πριν γίνει ΔΣΕ
Άλλοι άοπλοι και άλλοι που είχαν κρατήσει κάποια όπλα συγκροτούν ανταρτοομάδες με κύριο στόχο την αυτοπροστασία τους και την προστασία των οικογενειών τους και των περιουσιών τους. Οι ομάδες αυτές αρχίζουν να εμφανίζονται σε πολλές περιοχές της χώρας και γίνονται, αρχικά, γνωστές ως "Ομάδες Καταδιωκόμενων Δημοκρατικών" ή "Ομάδες Δημοκρατικών Ένοπλων Καταδιωκόμενων Αγωνιστών" (εκδ. Σύγχρονη Εποχή “Η τρίχρονη εποποιία του ΔΣΕ”).Στον Όλυμπο και τον Κίσσαβο, στο Βέρμιο και στο Πάικο, στα Χάσια, στο Βόιπ, στον Γράμμο, στο Βίτσι, αλλά και στην ήπειρο, στη Ρούμελη και σε περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας οι πλαγιές γεμίζουν στα σπλάχνα τους αντάρτες.
Νωρίτερα, το τριήμερο 12 με 15 Φεβρουαρίου, η 2η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ προσανατόλιζε το Κόμμα και το λαϊκό κίνημα προς τον ένοπλο αγώνα. Όχι ακόμη όμως με τρόπο γενικευμένο και αποφασιστικά προσηλωμένο σε αυτόν, όπως σημειώνει ο “Ριζοσπάστης”. Αλλά σε μια προσπάθεια να οργανωθούν σιγά - σιγά οι άμυνες απέναντι στην κλιμακούμενη λευκή τρομοκρατία. Από τα σημαντικότερα επεισόδια «λευκής τρομοκρατίας» είναι αυτό της κατάληψης της Καλαμάτας από τη συμμορία του Μαγγανά, η οποία συνέλαβε 80 ομήρους και εκτέλεσε 14 στελέχη του ΕΑΜ στις 20 Ιανουαρίου του 1946.
Ταυτόχρονα ούτε οι επερχόμενες εκλογές, οι οποίες θα διεξάγονταν από την κεντρώα κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη, προμήνυαν βελτίωση της κατάστασης. Ήταν οι πρώτες που θα γίνονταν μετά από δέκα χρόνια, καθώς είχαν καταργηθεί από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου και τον Ιωάννη Μεταξά το 1936, ενώ στη συνέχεια ακολούθησε η ναζιστική κατοχή. Από πουθενά ωστόσο δεν προέκυπτε ότι η διαδικασία θα ήταν διαφανής.
“Οι εκλογικοί κατάλογοι ήταν νόθοι από την αρχή ώς το τέλος. Μαγειρεμένοι κατ’ αυτό τον τρόπο που να διασφαλίζουν τόση νοθεία ώστε το καθεστώς να βγάλει το αποτέλεσμα που επιθυμούσε. Την πραγματικότητα αυτή δεν την παραδεχόταν μόνο το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και γενικότερα η Αριστερά, αλλά και το λεγόμενο δημοκρατικό Κέντρο, δηλαδή ο ίδιος ο Σοφούλης, που τελικά έκανε τις εκλογές. Η απάντηση της Μ. Βρετανίας ήταν κατηγορηματικά αρνητική και δόθηκε σε απαντητικό μήνυμα του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών Ερνστ Μπέβιν.
Ο Σοφούλης πειθάρχησε στην απαίτηση της Μεγάλης Βρετανίας να διεξαχθούν οι εκλογές την 31η Μαρτίου 1946, αν και ο ίδιος συνέχισε να δηλώνει -όπως φαίνεται απ’ όσα είπε στις 18 Μαρτίου 1946 στη Θεσσαλονίκη- ότι δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για αδιάβλητη εκλογική διαδικασία. Η κατάσταση αυτή οδήγησε σε μαζικές παραιτήσεις των υπουργών του Σοφούλη που δεν ήθελαν να νομιμοποιήσουν το εκλογικό έκτρωμα” σημειώνει ο Γιώργος Πετρόπουλος στην “Εφημερίδα των Συντακτών”.
Το πρώτο χτύπημα, η πρώτη απάντηση
Πράγματι οι εκλογές διεξήχθησαν σε συνθήκες εκτεταμένης βίας και νοθείας. Με πρόσχημα την αποχή της Αριστεράς, η λευκή τρομοκρατία είχε ενταθεί ακόμη περισσότερο με το σκεπτικό ότι η Αριστερά υπονόμευε την επιστροφή στην κανονικότητα.Τα ξημερώματα της ίδιας μέρας, ομάδα 33 καταδιωκόμενων αγωνιστών και πρώην ανταρτών του ΕΛΑΣ, με επικεφαλής τον Αλέξανδρο Ρόσιο (καπετάν Υψηλάντη), αποφάσισε να δώσει την πρώτη απάντηση. Επιτέθηκε στον Σταθμό Χωροφυλακής του Λιτοχώρου Πιερίας, γνωστό άντρο βασανιστηρίων, κι έκανε την αρχή στον ένοπλο αγώνα. Η επίθεση ξεσήκωσε κι άλλους αγωνιστές, οι οποίοι ενίσχυσαν σημαντικά τις ανταρτοομάδες.
Οι δυνάμεις των ανταρτών και οι αδυναμίες
Από τους τέσσερις χιλιάδες αντάρτες οι περισσότεροι ήταν ξυπόλητοι και χωρίς γερά ρούχα. Η τροφοδοσία τους βασιζόταν στην αλληλεγγύη του κόσμου, όμως δεν ήταν αρκετή. Όπως υπογραμμίζεται στην επιστολή προς τον Γκεόργκι Δημητρόφ (βλ. πιο αναλυτικά τα στοιχεία για τις δυνάμεις των ανταρτών στον πίνακα), ήταν αδύνατο να εξασφαλιστούν αρκετά τρόφιμα για τον χειμώνα.Οι δυνατότητες για εξοπλισμό ήταν επίσης περιορισμένες. Ο στόχος ήταν οι μαχητές να φτάσουν τους 20.000. “Μπορούμε να οπλίσουμε το πολύ 12.000 άνδρες με ατομικό οπλισμό και ελάχιστα αυτόματα. Σήμερα με τους 4.000 άνδρες έχουμε ανεπάρκεια σε αυτόματο οπλισμό. Συνεπώς χρειάζεται εντελώς νέος οπλισμός για τους υπόλοιπους 8.000 και αυτόματος οπλισμός, για να πλαισιωθεί η δύναμη των 20.000, με ανάλογα πυρομαχικά” έγραφαν οι Πέτρος Ρούσσος και Γιάννης Ιωαννίδης στην επιστολή τους προς τον Βούλγαρο κομμουνιστή ηγέτη.
Σαράντα στρατιώτες πήγαν με το μέρος τους
Παρά τις δυσκολίες, οι πρώτες νίκες δεν αργούν να έρθουν. Τον Ιούνιο του 1946 στην περιοχή του Δερελιού Θεσσαλίας, του σημερινού χωριού Γόννοι, αντάρτικα τμήματα εξοντώνουν 65 άντρες του πρώην συνεργάτη των Γερμανών και δωσίλογου Γρηγόρη Σούρλα, ενώ άλλες αντάρτικες ομάδες επιτίθενται στους σταθμούς της χωροφυλακής στα θεσσαλικά χωριά Πούρλια, Λεπτοκαρυά, Καρυά, Νεζερό, Κοκκινοπηλός κ.ά.Στις 5 Ιουλίου, στην Ποντοκερασιά του Κιλκίς, οι αντάρτες διαλύουν έναν λόχο στρατού και 40 στρατιώτες προσχωρούν στις γραμμές τους. “Γεγονός που προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση γιατί φανέρωνε ότι στις τάξεις του νεοσύστατου κυβερνητικού στρατού υπήρχαν ισχυρές δυνάμεις του ΕΑΜ και του ΚΚΕ” αναφέρει η Σύγχρονη Εποχή.
Τον Αύγουστο οι αντάρτες χτυπούν αποτελεσματικά τμήματα του κυβερνητικού στρατού στον Πλατύκαμπο και στη Μαρμάριανη, ενώ στην περιοχή των Γρεβενών διαλύουν δύο από τους οκτώ σταθμούς της χωροφυλακής υποχρεώνοντας τους υπόλοιπους να συμπτυχθούν σε έναν.
Πολύ σημαντική ήταν επίσης η επικράτηση των ανταρτών σε μάχη που έγινε τον Σεπτέμβριο στον Πεντάλοφο και στο Σκαλοχώρι Κοζάνης. Μετά τη νίκη τους οι αντάρτες κατάφεραν να πάρουν υπό τον έλεγχό τους το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής της Καστοριάς και του Βοΐου πετυχαίνοντας έτσι να αποκτήσουν εδαφική συνοχή τα τμήματά τους στον Γράμμο, στο Βόιο, στα Γρεβενά και στα Χάσια.
Αναγνώριση κι από τους κυβερνητικούς
Οι αντάρτες όχι μόνο μεγάλωναν την επικράτεια που ήλεγχαν, αλλά αναβάθμιζαν και την οργανωτική τους συγκρότηση. Στις 28 Οκτωβρίου του 1946 η ημερομηνία επιλέχθηκε συμβολικά, συγκροτήθηκε το Γενικό Αρχηγείο Ανταρτών μετά τη σύσκεψη των καπεταναίων από διάφορες αντάρτικες ομάδες στην Τσούκα των Αντιχασίων (Νομός Τρικάλων). Στις 27 Δεκεμβρίου του 1946 το Γενικό Αρχηγείο πήρε την απόφαση να μετονομάσει τον αντάρτικο στρατό σε Δημοκρατικό Στρατό της Ελλάδας (ΔΣΕ).Στις αρχές του 1947 οι αντάρτες είχαν καταφέρει να απλωθούν στο μεγαλύτερο μέρος της ηπειρωτικής Ελλάδας και είχαν βάσιμες προσδοκίες για επικράτηση. Στα τέλη του 1946 ο στρατηγός του κυβερνητικού στρατού Δημήτρης Ζαφειρόπουλος είχε παραδεχτεί πως η πρωτοβουλία κινήσεων είχε περιέλθει ολοκληρωτικά στους αντάρτες, τους οποίους υπολόγιζε σε 13.000. Επιχειρώντας να ερμηνεύσει τις συνεχείς αποτυχίες του στρατού του επέρριπτε ευθύνες, μεταξύ άλλων και στα παιδιά των πλουσίων, τα οποία στράφηκαν μαζικά... στις σπουδές.
“Τα τέκνα των πλουσίων είτε ενεγράφοντο εις τα πανεπιστήμια ως φοιτηταί, διά να τύχουν αναβολής λόγω σπουδών -και παρετηρήθη ούτω αύξησις του αριθμού των φοιτητών εις 27.000 έναντι 4.000 προπολεμικώς- είτε επίεζον τους καθηγητάς του πανεπιστημίου διά των συγγενών και πολιτικών δι’ ένα πενταράκι’, βαθμόν διά να προαχθούν και τύχουν αναβολής, είτε ευχαρίστως εδέχοντο τον χαρακτηρισμό του κομμουνιστού δια να αποφύγουν την στράτευσιν” ανέφερε.
Βέβαια, ακόμη κι έτσι, η αριθμητική υπεροχή του κυβερνητικού στρατού ήταν πολύ μεγάλη. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει στο βιβλίο του "Η επανάσταση στην Ελλάδα - Το ΚΚΕ και οι ξένοι φίλοι" (εκδόσεις Λιβάνη) ο δημοσιογράφος - ερευνητής Φοίβος Οικονομίδης, οι αντάρτες στο απόγειο της δυναμικής τους έφταναν τους 25.000 μαχητές, ενώ η κυβερνητική πλευρά διέθετε 263.000 στρατιώτες και υπεροπλία.
Με κολακευτικά λόγια για τον ΔΣΕ μιλούσαν ακόμη και οι αιχμάλωτοι. Ο βουλευτής των Φιλελευθέρων Λουκάς Κουτσοπέταλος, που είχε αιχμαλωτιστεί στην περιοχή Πετρομαγούλα το 1948 από αντάρτες της Ρούμελης, είχε υπογραμμίσει ένα μήνα μετά σε δηλώσεις του, την πίστη και το μαχητικό τους πνεύμα.
Την πρώτη περίοδο δράσης του, από την εμφάνιση δηλαδή των πρώτων συγκροτημένων αντάρτικων ομάδων, ο ΔΣΕ είχε απελευθερώσει 2.476 χωριά, είχε ανατινάξει 582 γέφυρες και άλλες εγκαταστάσεις και είχε δώσει 2.012 μάχες επιφέροντας απώλειες στον αντίπαλο: 1.768 νεκρούς, 1.234 τραυματίες και 1.844 αιχμαλώτους (“Ρίζος της Δευτέρας”, Μάρτης του 1947).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου