Όπως σχολιάζει το Politico ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ήταν πολλά πράγματα: Ένας κατασκευαστής ακινήτων, με στενό συνεργάτη που καταδικάστηκε σε φυλάκιση για δεσμούς με τη μαφία. Ήταν ένας πρωτοπόρος των μέσων ενημέρωσης που εισήγαγε την εμπορική τηλεόραση στην Ιταλία, δημιουργώντας ένα ασφυκτικό δίκτυο ελέγχου των πληροφοριών. Ήταν επίσης ο φανταχτερός ιδιοκτήτης της ποδοσφαιρικής ομάδας “Μίλαν”, την οποία ανέλαβε από το 1986. Ήταν και ο μακροβιότερος πρωθυπουργός της μεταπολεμικής Ιταλίας. Ήταν ακόμη ένας επιχειρηματίας που καταδικάστηκε για τεράστια φορολογική απάτη, αλλά και ένας πολιτικός που κατέρρευσε με φόντο τις αποκαλύψεις για τα σεξουαλικά σκάνδαλα και τα πάρτι οργίων «bunga bunga».
Πάνω από όλα όμως ο γνωστός και ως «Καβαλιέρε» (από τον τιμητικό τίτλο του ιππότη της Ιταλικής Δημοκρατίας) ήταν ένας σαγηνευτής με έναν και μοναδικό στόχο: να κερδίσει αυτόν που βρισκόταν μπροστά του.
Επιδιώκοντας να τον «λατρεύουν», ο Μπερλουσκόνι ήταν πρόθυμος να ξεπεράσει κάθε όριο, νομικό και ηθικό. Από το 1969 μέχρι και το 1976, με τις εταιρίες του ουσιαστικά έχτισε ολόκληρες τις περιοχές «Μιλάνο 2» και «Μιλάνο 3», κοντά στην ιταλική συμπρωτεύουσα. Το 1980 έφερε στην Ιταλία την ιδιωτική τηλεόραση. Για να δημιουργήσει την τηλεοπτική αυτοκρατορία του φέρεται να εκμεταλλεύτηκε τη στενή φιλία του με τον πρώην πρωθυπουργό Μπετίνο Κράξι αλλά και ένα κενό στην ιταλική νομοθεσία. Παρακάμπτοντας απαγορεύσεις έχτισε ένα τεράστιο εθνικό δίκτυο με τοπικούς τηλεοπτικούς σταθμούς. Οι οθόνες των Ιταλών «πλημμύρισαν» με αμερικανικές σαπουνόπερες και σόου με ημίγυμνα μοντέλα. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, απέκτησε τηλεοπτικά κανάλια και στην Ισπανία, τη Γερμανία αλλά και στη Γαλλία.
Στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες συγκαταλέγονταν επίσης τα πολυκαταστήματα Standa και οι ασφάλειες Mediolanum. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, απέκτησε τηλεοπτικά κανάλια στην Ισπανία, τη Γερμανία και, για σύντομο χρονικό διάστημα, στη Γαλλία.
Ακολούθως εκμεταλλεύτηκε τη δύναμη που απέκτησε μέσα από τα ΜΜΕ που είχε υπό τον έλεγχό του και εισήλθε στην πολιτική. Εκείνη την περίοδο το πολιτικό σύστημα στην Ιταλία κατέρρεε υπό τη δικαστική έρευνα «Καθαρά Χέρια» η οποία είχε βάλει στο μικροσκόπιο τις σχέσεις του επιχειρηματικού και πολιτικού συστήματος της χώρας.
Πολλοί τον κατηγόρησαν πως μπήκε στο χώρο θέλοντας να αποφύγει διώξεις για διαφθορά και άλλες απάτες. Ο ίδιος απέρριπτε αυτές τις κατηγορίες ως μέρος ενός «κομμουνιστικού» κυνηγιού μαγισσών. Στο εδώλιο κάθισε τουλάχιστον 36 φορές, με κατηγορίες που κυμαίνονταν από ψευδή λογιστικά στοιχεία έως δωροδοκία δικαστών. Πολλές από τις υποθέσεις παραγράφηκαν μετά από αλλαγή του σχετικού νόμου από την κυβέρνησή του. Ακόμη και το μαυσωλείο του, αν και παράνομο λόγω πολεοδομικών κανονισμών, τελικά νομιμοποιήθηκε με τροποποίηση που έκανε η κυβέρνησή του σε έναν νόμο 200 ετών.
Συχνά κατηγορήθηκε από τον Τύπο για διασυνδέσεις με τη Μαφία. Αυτός απλώς το αρνείτο. Η μόνη κατηγορία για την οποία καταδικάστηκε ήταν αυτή της φορολογικής απάτης, το 2013, όταν του απαγορεύτηκε και η συμμετοχή στην πολιτική για έξι χρόνια. Του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τεσσάρων χρόνων, όμως τα τρία «σβήστηκαν», χάρη σε αμνηστία, και δεδομένης της ηλικίας του, ο πρώην πρωθυπουργός εξέτισε την ποινή του με κοινωφελή εργασία από το 2014 έως το 2015. Η δε καταδίκη του, την ίδια χρονιά, για την υπόθεση του σεξ επί πληρωμή με 17χρονη κοπέλα στα «bunga bunga» πάρτι, αλλά και τον χρηματισμό ατόμων για να μην αποκαλύψουν το τι συνέβη στα πάρτι οργίων, ανατράπηκε αργότερα στην έφεση.
Αν και ο Μπερλουσκόνι αρεσκόταν να αυτοπροβάλλεται ως «μεταρρυθμιστής», στην πραγματικότητα η νομοθετική κληρονομιά του δεν ήταν τόσο σπουδαία, παρότι υπήρξε ο μακροβιότερος πρωθυπουργός της Ιταλίας στη μεταπολεμική περίοδο, με τέσσερις θητείες από το 1994 έως το 2011. Το Politico τον χαρακτηρίζει ως «αδυσώπητο» στην αυτοπροβολή, που αφιέρωσε τον περισσότερο χρόνο του ως επικεφαλής της χώρας σε μικροπολιτικές διαμάχες και επιθέσεις στον Τύπο και το δικαστικό σώμα.
Πριν από την οριστική αποχώρησή του από την εξουσία το 2011, το περιοδικό Economist τον είχε περιγράψει ως «τον άνθρωπο που γ@@@σε μια ολόκληρη χώρα». Όμως αναμφίβολα ως πολιτική προσωπικότητα άφησε το δικό του στίγμα στην Ιταλία, αλλά και τον κόσμο. Ακόμη κι αν το πρόσημο αυτού του στίγματος κατά τους περισσότερους έχει αρνητικό πρόσημο.
Με το στυλ ενός σόουμαν ο Μπερλουσκόνι αντιμετώπισε μια σειρά σκανδάλων που ομολογουμένως θα είχαν καταστρέψει τους περισσότερους πολιτικούς, «διδάσκοντας» μια νέα μορφή λαϊκισμού, την οποία αργότερα ακολούθησαν με το δικό τους τρόπο πολλοί πολιτικοί, μεταξύ των οποίων και πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ. Έδωσε επίσης όνομα στο φαινόμενο επιχειρηματιών που συγκεντρώνουν τεράστια δύναμη και εν συνεχεία επιδιώξουν να αναλάβουν και τον έλεγχο μιας χώρας μέσω της πολιτικής. Αναμφισβήτητα, ο «Μπερλουσκονισμός» αποτέλεσε έμπνευση για πολλούς ισχυρούς ανά τον κόσμο.
Ο Μπερλουσκόνι απέκτησε πέντε παιδιά και παντρεύτηκε δυο φορές, ενώ η προσωπική του περιουσία, σύμφωνα με το αμερικανικό περιοδικό Forbes, ξεπέρασε τα 6 δισεκατομμύρια ευρώ. Τα τελευταία χρόνια αν και επιδίωξε να επιστρέψει διεκδικώντας πρωταγωνιστικό ρόλο στην ιταλική πολιτική σκηνή, αποδείχθηκε πως είχε χάσει την «αίγλη» του παρελθόντος. Αν και παρέμεινε έως τέλους πρόεδρος του κόμματος Forza Italia, και στις εκλογές του 2022 εκλέχθηκε γερουσιαστής, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ήταν πλέον αρκετά εύθραυστος και επικοινωνιακά αλλά και βιολογικά. Οι αναφορές στο πρόσωπό του γίνονταν κυρίως σε κωμικές εκπομπές. Όπως καταλήγει το Politico, η Ιταλία ετοιμάζεται να ενταφιάσει έναν από τους πιο αμφιλεγόμενους πολιτικούς της, όμως χωρίς αμφιβολία όλοι θα τον θυμούνται.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου