Ερευνα άναψε φωτιές για την επιτρεπόμενη κατανάλωση
Μια νέα μελέτη από ομάδα επιστημόνων Βιοστατιστικής και Κλινικής Επιδημιολογίας επιχειρεί να ανατρέψει όσα έως σήμερα ήταν αποδεκτά από την ιατρική κοινότητα αναφορικά με την κατανάλωση αλατιού σε σχέση με την υπέρταση, την πιθανότητα καρδιοπάθειας, εγκεφαλικού και πρόωρου θανάτου.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Αντριου Μέντε του πανεπιστημίου ΜακΜάστερ του Καναδά, υποστηρίζουν ότι, αφενός, ο κίνδυνος από την πρόσληψη υψηλής ποσότητας νατρίου είναι μεγάλος αποκλειστικά για τους υπερτασικούς και, αφετέρου, ότι υπάρχει ένα όριο κάτω από το οποίο η μείωση της πρόσληψης νατρίου γίνεται «επισφαλής και δυνητικά επικίνδυνη». Κατά τη νέα μελέτη, η υψηλή κατανάλωση αλατιού, πάνω από 6 γραμμάρια την ημέρα, μπορεί να είναι πρόβλημα μόνο για τους υπερτασικούς και ο κίνδυνος αφορά έναν στους 10 ανθρώπους παγκοσμίως.
Σημειώνεται ότι οι γιατροί συνιστούν η ημερήσια πρόσληψη νατρίου να μην ξεπερνά τα 2,3 γραμμάρια για την αποτροπή προβλημάτων υπέρτασης, όριο που η μελέτη χαρακτηρίζει «εξαιρετικά χαμηλό». Ακόμη πιο «αιρετικό» συμπέρασμα των επιστημόνων ήταν ότι η μέτρια κατανάλωση αλατιού είναι λιγότερο επικίνδυνη από τη χαμηλή κατανάλωση! Οσοι δεν έχουν υπέρταση και τρώνε λίγο αλάτι (κάτω από 3 γραμμάρια ημερησίως) έχουν 11% μεγαλύτερο κίνδυνο σοβαρού καρδιαγγειακού επεισοδίου έναντι όσων καταναλώνουν μέτρια ημερήσια ποσότητα (4-5 γραμμάρια).
Καταγγελία
Παρότι η μελέτη στηρίχθηκε σε δεδομένα άλλων ερευνών, με δείγμα 133.118 ανθρώπων από 49 χώρες με μέση ηλικία τα 55 έτη, εκ των οποίων οι 63.559 ήταν υπερτασικοί και άλλοι τόσοι χωρίς προβλήματα υπέρτασης, τα συμπεράσματά της αμφισβητήθηκαν αμέσως από τον επικεφαλής του Κέντρου Διατροφής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, καθηγητή Φραντσέσκο Καπούκιο. Μάλιστα κατήγγειλε το περιοδικό «Lancet», όπου δημοσίευσαν τη μελέτη, χαρακτηρίζοντάς τη «τόσο κακή επιστήμη». Επέκρινε ακόμη και τη μεθοδολογία της, που στηρίχθηκε στη μέτρηση της ποσότητας νατρίου αποκλειστικά στα πρωινά ούρα. Ο καθηγητής Μοριακής Φαρμακολογίας Εόιν Ο'Μπράιεν του Δουβλίνου, για να υπερασπιστεί τη δημοσίευση της μελέτης στο «Lancet» υποστηρίζει ότι «αμφισβητεί το προφανές δόγμα» και ότι πρέπει «να αποδεχθούμε την επιστημονική αβεβαιότητα».
πηγη
Μια νέα μελέτη από ομάδα επιστημόνων Βιοστατιστικής και Κλινικής Επιδημιολογίας επιχειρεί να ανατρέψει όσα έως σήμερα ήταν αποδεκτά από την ιατρική κοινότητα αναφορικά με την κατανάλωση αλατιού σε σχέση με την υπέρταση, την πιθανότητα καρδιοπάθειας, εγκεφαλικού και πρόωρου θανάτου.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Αντριου Μέντε του πανεπιστημίου ΜακΜάστερ του Καναδά, υποστηρίζουν ότι, αφενός, ο κίνδυνος από την πρόσληψη υψηλής ποσότητας νατρίου είναι μεγάλος αποκλειστικά για τους υπερτασικούς και, αφετέρου, ότι υπάρχει ένα όριο κάτω από το οποίο η μείωση της πρόσληψης νατρίου γίνεται «επισφαλής και δυνητικά επικίνδυνη». Κατά τη νέα μελέτη, η υψηλή κατανάλωση αλατιού, πάνω από 6 γραμμάρια την ημέρα, μπορεί να είναι πρόβλημα μόνο για τους υπερτασικούς και ο κίνδυνος αφορά έναν στους 10 ανθρώπους παγκοσμίως.
Σημειώνεται ότι οι γιατροί συνιστούν η ημερήσια πρόσληψη νατρίου να μην ξεπερνά τα 2,3 γραμμάρια για την αποτροπή προβλημάτων υπέρτασης, όριο που η μελέτη χαρακτηρίζει «εξαιρετικά χαμηλό». Ακόμη πιο «αιρετικό» συμπέρασμα των επιστημόνων ήταν ότι η μέτρια κατανάλωση αλατιού είναι λιγότερο επικίνδυνη από τη χαμηλή κατανάλωση! Οσοι δεν έχουν υπέρταση και τρώνε λίγο αλάτι (κάτω από 3 γραμμάρια ημερησίως) έχουν 11% μεγαλύτερο κίνδυνο σοβαρού καρδιαγγειακού επεισοδίου έναντι όσων καταναλώνουν μέτρια ημερήσια ποσότητα (4-5 γραμμάρια).
Καταγγελία
Παρότι η μελέτη στηρίχθηκε σε δεδομένα άλλων ερευνών, με δείγμα 133.118 ανθρώπων από 49 χώρες με μέση ηλικία τα 55 έτη, εκ των οποίων οι 63.559 ήταν υπερτασικοί και άλλοι τόσοι χωρίς προβλήματα υπέρτασης, τα συμπεράσματά της αμφισβητήθηκαν αμέσως από τον επικεφαλής του Κέντρου Διατροφής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, καθηγητή Φραντσέσκο Καπούκιο. Μάλιστα κατήγγειλε το περιοδικό «Lancet», όπου δημοσίευσαν τη μελέτη, χαρακτηρίζοντάς τη «τόσο κακή επιστήμη». Επέκρινε ακόμη και τη μεθοδολογία της, που στηρίχθηκε στη μέτρηση της ποσότητας νατρίου αποκλειστικά στα πρωινά ούρα. Ο καθηγητής Μοριακής Φαρμακολογίας Εόιν Ο'Μπράιεν του Δουβλίνου, για να υπερασπιστεί τη δημοσίευση της μελέτης στο «Lancet» υποστηρίζει ότι «αμφισβητεί το προφανές δόγμα» και ότι πρέπει «να αποδεχθούμε την επιστημονική αβεβαιότητα».
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου