Τους περισσότερους από τους 1,3 μεγαλοκαταθέτες οι οποίοι
ελέγχονται για φοροδιαφυγή "παραγράφει" με απόφασή του το ΣτΕ
ακυρώνοντας ένα πολύ μεγάλο μέρος της λίστας του τέως Υπουργού
επικράτειας κ. Π Νικολούδη που περιλαμβάνoνταν σε 65 CD
Μετά την συγχώνευση , το 2015 των στοιχείων συνολικά 1,3
εκ. μεγαλοκαταθετών με καταθέσεις 15 δις ευρώ που είχαν προέλθει από
στοιχεία ελληνικών τραπεζών και των λιστών Λαγκάρντ Μπόγιαρνς Λουξεμβούργου των κατόχων ακινήτων του εξωτερικού και των αποστολέων εμβασμάτων οι οποίοι ελέγχονταν για φοροδιαφυγή ήρθε χθες το ΣτΕ να περιορίσει τον όγκο δουλειάς των ανδρών του ΣΔΟΕ.
στοιχεία ελληνικών τραπεζών και των λιστών Λαγκάρντ Μπόγιαρνς Λουξεμβούργου των κατόχων ακινήτων του εξωτερικού και των αποστολέων εμβασμάτων οι οποίοι ελέγχονταν για φοροδιαφυγή ήρθε χθες το ΣτΕ να περιορίσει τον όγκο δουλειάς των ανδρών του ΣΔΟΕ.
Κάνοντας μια νομική ερμηνεία το Β τμήμα του ΣτΕ θεωρεί ότι
οι ημεδαποί τραπεζικοί λογαριασμοί οι οποίοι περιλαμβάνονται στις λίστες
και αφορούν την περίοδο 2006 -2010 δεν δύνανται θα θεωρηθούν
«συμπληρωματικά στοιχεία» ώστε να υπάρχει βάση ώστε ο έλεγχος για
ενδεχόμενη φοροδιαφυγή να παραταθεί από τα πέντε στα δέκα χρόνια .
Συνεπώς οι υποθέσεις αυτές παραγράφονται αφού έχει παρέλθει πενταετία.
Με το τρόπο αυτό το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο «σφραγίζει» το παράθυρο που είχε ανοίξει το υπουργείο οικονομικών για να έχει το απαραίτητο χρόνο να ελέγξει τις λίστες Ως γνωστό, το ΥΠΟΙΚ χρήση του άρθρου 68 παρ. 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος μπροστά στον κίνδυνο παραγραφής θεωρούσε τους λογαριασμούς αυτούς ως συμπληρωματικά στοιχεία που δικαιολογούν την έκδοση συμπληρωματικού φακέλου ελέγχου από το ΣΔΟΕ. Σε αυτή την περίπτωση ο κώδικας προβλέπει την παράταση του χρόνου ελέγχου από τα 5 στα δέκα χρόνια.
Mε την γνωμοδότηση του το Σ.τ.Ε. απεφάνθη ότι, τα στοιχεία των τραπεζικών καταθέσεων του φορολογουμένου στις ελληνικές τράπεζες ευρίσκονταν ανά πάσα στιγμή στη διάθεση του φορολογικού ελέγχου ή, τουλάχιστον, ο φορολογικός έλεγχος μπορούσε ανά πάσα στιγμή να λάβει γνώση αυτών. Για τον λόγο αυτό, τα εν λόγω στοιχεία δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως στοιχεία τα οποία δεν είχε, ούτε μπορούσε να έχει δικαιολογημένα υπόψη του η φορολογική αρχή κατά τον αρχικό έλεγχο ή την αρχική φορολογική εγγραφή. Ως εκ τούτου, τα στοιχεία των τραπεζικών καταθέσεων, ανεξαρτήτως του αν στοιχειοθετούν την απόκτηση εισοδήματος, δεν μπορούν να θεωρηθούν «συμπληρωματικά» φορολογικά στοιχεία και άρα δεν δικαιολογείται η παράταση της προθεσμίας ελέγχου στα 10 χρόνια.
Συνεπώς, οι φορολογικοί έλεγχοι για τον εντοπισμό αδήλωτων εισοδημάτων μέσω των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών φυσικών προσώπων κατά τα έτη 2006-2010 βρίσκονται «στον αέρα», καθώς οι υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος των ετών αυτών θεωρούνται πλέον παραγεγραμμένες.
Παρόλα αυτά το υπουργείο οικονομικών διατηρεί το δικαίωμα του Δημοσίου να ελέγξει υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος των ετών 2006-2010 για φυσικά πρόσωπα για τα οποία έχει στη διάθεσή του στοιχεία κινήσεων λογαριασμών του εξωτερικού, προερχόμενα από τις λίστες Λανγκάρντ, Μπόργιανς και εμβασμάτων εξωτερικού Τούτο με δεδομένου ότι τα στοιχεία των ξένων αυτών λογαριασμών μπορούν να θεωρηθούν «συμπληρωματικά» καθώς δεν υπήρχαν στη διάθεση των ελληνικών φορολογικών αρχών κατά την κανονική 5ετή περίοδο παραγραφής αλλά έγιναν γνωστά μετά την πάροδο της 5ετίας.
Με το τρόπο αυτό το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο «σφραγίζει» το παράθυρο που είχε ανοίξει το υπουργείο οικονομικών για να έχει το απαραίτητο χρόνο να ελέγξει τις λίστες Ως γνωστό, το ΥΠΟΙΚ χρήση του άρθρου 68 παρ. 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος μπροστά στον κίνδυνο παραγραφής θεωρούσε τους λογαριασμούς αυτούς ως συμπληρωματικά στοιχεία που δικαιολογούν την έκδοση συμπληρωματικού φακέλου ελέγχου από το ΣΔΟΕ. Σε αυτή την περίπτωση ο κώδικας προβλέπει την παράταση του χρόνου ελέγχου από τα 5 στα δέκα χρόνια.
Mε την γνωμοδότηση του το Σ.τ.Ε. απεφάνθη ότι, τα στοιχεία των τραπεζικών καταθέσεων του φορολογουμένου στις ελληνικές τράπεζες ευρίσκονταν ανά πάσα στιγμή στη διάθεση του φορολογικού ελέγχου ή, τουλάχιστον, ο φορολογικός έλεγχος μπορούσε ανά πάσα στιγμή να λάβει γνώση αυτών. Για τον λόγο αυτό, τα εν λόγω στοιχεία δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως στοιχεία τα οποία δεν είχε, ούτε μπορούσε να έχει δικαιολογημένα υπόψη του η φορολογική αρχή κατά τον αρχικό έλεγχο ή την αρχική φορολογική εγγραφή. Ως εκ τούτου, τα στοιχεία των τραπεζικών καταθέσεων, ανεξαρτήτως του αν στοιχειοθετούν την απόκτηση εισοδήματος, δεν μπορούν να θεωρηθούν «συμπληρωματικά» φορολογικά στοιχεία και άρα δεν δικαιολογείται η παράταση της προθεσμίας ελέγχου στα 10 χρόνια.
Συνεπώς, οι φορολογικοί έλεγχοι για τον εντοπισμό αδήλωτων εισοδημάτων μέσω των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών φυσικών προσώπων κατά τα έτη 2006-2010 βρίσκονται «στον αέρα», καθώς οι υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος των ετών αυτών θεωρούνται πλέον παραγεγραμμένες.
Παρόλα αυτά το υπουργείο οικονομικών διατηρεί το δικαίωμα του Δημοσίου να ελέγξει υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος των ετών 2006-2010 για φυσικά πρόσωπα για τα οποία έχει στη διάθεσή του στοιχεία κινήσεων λογαριασμών του εξωτερικού, προερχόμενα από τις λίστες Λανγκάρντ, Μπόργιανς και εμβασμάτων εξωτερικού Τούτο με δεδομένου ότι τα στοιχεία των ξένων αυτών λογαριασμών μπορούν να θεωρηθούν «συμπληρωματικά» καθώς δεν υπήρχαν στη διάθεση των ελληνικών φορολογικών αρχών κατά την κανονική 5ετή περίοδο παραγραφής αλλά έγιναν γνωστά μετά την πάροδο της 5ετίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου