Η μάνα που έσωσε τα αγόρια και πίστευε ότι δε θα την πειράξουν
«Η μάνα μου είπε να πάω στο φούρνο πρώτα να πάρω ψωμί και να το αφήσω στο σπίτι. Στο δρόμο συνάντησα την ομάδα των ανταρτών, τους προσπέρασα, συνάντησα στο δρόμο τον αδερφό μου, έπιασα την κουβέντα. Τότε, έρχεται το πρώτο γερμανικό στρατιωτικό αυτοκίνητο με τη συνοδεία υπαλλήλων της εταιρείας ύδρευσης Θεσσαλονίκης για να χλωριώσει το νερό. Μετά από πέντε λεπτά ακούμε τους πυροβολισμούς και βλέπαμε τους αντάρτες να φεύγουν από το υδραγωγείο. Η μητέρα μου που άφησε τις αδερφές μου στο αμπέλι, μας συνάντησε στο δρόμο και μας είπε να πάρουμε τις αγελάδες και να πάρουμε το δρόμο σε ένα φαράγγι. «Θα πάρω τα κορίτσια και θα έρθω να σας βρω», μας είπε. Ήταν η τελευταία στιγμή με τη μάνα μας. Ξανά δεν την είδαμε», αναφέρει μιλώντας στην Deutsche Welle, o Μανώλης Γκουραμάνης, Πρόεδρος Συλλόγου Οικογενειών Θυμάτων Ολοκαυτώματος Χορτιάτη. Μέχρι τότε δεν είχε νιώσει κάποιο φόβο για τους Γερμανούς. Θυμάται νέους Γερμανούς στρατιώτες να κλαίνε όταν ήρθε η διαταγή για το Ανατολικό Μέτωπο κι ένα χρόνο πριν τους κατοίκους του Χορτιάτη να περιθάλπουν με το λάδι από τα εικονοστάσια τους, τα εγκαύματα τραυματισμένων Γερμανών έπειτα από την πτώση ενός αεροπλάνου στο βουνό.
Οι Γερμανοί μετά από λίγο περικύκλωσαν το χωριό. Η διαταγή του Σούμπερτ στην καταδιωκτική του ομαδα (Jagdkommando) ήταν όποιος κινείται να συλλαμβάνεται και στην παραμικρή αντίσταση να δολοφονείται. Μαζί του και οι Έλληνες δωσίλογοι ταγματασφαλίτες. Όσοι κάτοικοι του Χορτιάτη ήταν εκεί χωρίστηκαν σε δυο ομάδες, η μια στο φούρνο του Γκουραμάνη και η άλλη στη μονοκατοικία Νταμπούδη. «Τους έριξαν στα ζυμωτήρια, στο φούρνο, φέρανε ξερά χόρτα και εύφλεκτη ύλη, τους κάψανε ζωντανούς. Γλιτώσανε τρία παιδιά που κάνανε τους πεθαμένους κι από αυτούς μάθαμε για τους δικούς μας ανθρώπους που καήκανε. Τα σπίτια μας λεηλατήθηκαν και καήκαν. Όταν γυρίσαμε στο χωριό βρίσκαμε μόνο οστά και στάχτες», λέει ο Γκουραμάνης που έχασε σε ηλικία επτά χρονών τότε τη μητέρα του, δύο αδερφές, τρεις πρώτες ξαδέρφες και μια θεία του.
Η ζωή τα έφερε να μεταναστεύσει στη Γερμανία κόντρα στη γνώμη του πατέρα του. «Το πρώτο σοκ το έπαθα φτάνοντας στο σταθμό τουΜονάχου όταν ακούω «Achtung, Achtung» και ήρθαν απευθείας οι μνήμες από την Κατοχή στο Χορτιάτη. Ήθελα να πάρω το πρώτο τρένο και να γυρίσω πίσω», λέει χαρακτηριστικά και συνεχίζοντας αναφέρει: «Γνώρισα πολλούς Γερμανούς κι έτσι πλέον δεν έχω την ίδια εντύπωση όπως είχα από την Κατοχή. Υπάρχουν καλοί και κακοί άνθρωποι σε όλες τις εθνότητες. Υποδέχομαι τώρα γκρουπ Γερμανών στο Χορτιάτη που κλαίνε όταν τους διηγούμαι την ιστορία του Ολοκαυτώματος», λέει χαρακτηριστικά.
To παιδικό ένστικτο που έσωσε
«-Γιαγιά, γιαγιά οι αντάρτες κουβαλάνε ένα Γερμανό. Πάμε να φύγουμε!-Καλά χαζό είσαι; Τι θα μας κάνουν εμάς; Τι δουλειά έχουμε με τους Γερμανούς και τους αντάρτες;». Η εννιάχρονη τότε Μαίρη Ανάσογλου, με το πείσμα και το ένστικτο της έπεισε τη γιαγιά της και φύγανε από το Χορτιάτη και ανέβηκαν στο βουνό. Έτσι πρόλαβε να σώσει αυτήν και τη ξαδέλφη της Σούλα, όχι όμως τους φίλους τους που έκαψαν οι Γερμανοί ζωντανούς στο φούρνο του Γκουραμάνη στο Χορτιάτη. «Σε λίγο ακούμε βουή, βλέπουμε από το δρόμο τα καμιόνια των Γερμανών. Τρέχουμε στο βουνό μαζί με άλλους χωριανούς. Σε ένα ύψωμα κοιτάζω προς τα κάτω, βλέπω το χωριό να καίγεται. Ο ουρανός γεμάτο καπνούς, μυρίζαμε τη μυρωδιά του καμένου», περιγράφει η σχεδόν 90χρονη σήμερα Μαίρη Ανάσογλου. «Θυμάμαι μια κοπελίτσα μεγαλύτερη από μένα γύρω στα 12-13 που ήρθε ταλαιπωρημένη με εγκαύματα στο βουνό. Λέγανε ότι την είχε περιθάλψει ένας Ιταλός γιατρός. Μας είπε: «Μας βάλανε στο φούρνο, με τη μαμά μου κι άλλους για να μας κάψουν. Πήδηξα από το παράθυρο, σύρθηκα και γλίτωσα». Είχα ακούσει ότι σούβλισαν ένα μωρό. Το μίσος που είχα για τους Γερμανούς ήταν μεγάλο. Σκέφτηκα όμως μετά από χρόνια ότι ήταν λάθος των ανταρτών που προκάλεσε τέτοια αντίποινα», περιγράφει ανατριχιάζοντας. Έμεινε για πολλές μέρες στο βουνό, υπό την φροντίδα των ανταρτών, με ένα πέδιλο κι ένα ρούχο. Ένα θείος της από την Πυλαία της έφερε με ένα κάρο στη μητέρα της στη Θεσσαλονίκη, που τη έψαχνε εναγωνίως για ένα μήνα. «Τρέχαμε γύρω από τα δέντρα για να γλιτώσουμε από τις βόμβες», λέει χαρακτηριστικά. Κάθε φορά που πήγαινε μετά στο Χορτιάτη της ερχόταν εκείνη η μυρωδιά του καμένου. «Τώρα όταν ακούω σειρήνες, με πιάνει φόβος, έρχονται όλα πάλι μπροστά μου», αναφέρει.
Προς μια εθνική αυτογνωσία
«Στο τέλος της Κατοχής στην Ελλάδα έχει χαθεί κάθε έννοια του ανθρωπισμού και οι άμαχοι, όπως στη σφαγή του Χορτιάτη, πληρώνουν ένα βαρύ φόρο αίματος. Το τραύμα βαθαίνει επειδή δράστες και θύτες είναι συμπατριώτες, δεν είναι μόνο ξένοι», επισημαίνει μιλώντας στη Deutsche Welleo Aναπληρωτής Καθηγητής Ιστορίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, κ. Στράτος Δορδανάς . Στην περίπτωση της σφαγής του Χορτιάτη, αποδόθηκε μια κάποια δικαιοσύνη που σύμφωνα με τον Έλληνα ιστορικό περιορίστηκε στις κεφαλές, με την δίκη και εκτέλεση του αμετανόητου και μέχρι τη στιγμή της εκτέλεσης του Φρις Σούμπερτ και κάποιους υπαρχηγούς του Τάγματος Ασφαλείας του Δάγκουλα.
Την εποχή του 1944, οι Γερμανοί Ναζί περιχαρακώνονται στις μεγάλες πόλεις και προσπαθούν να διασφαλίσουν τους μεγάλους κόμβους για προετοιμάσουν την αποχώρηση τους από την Ελλάδα. Με καταρρακωμένο ηθικό, παραχωρούν μέρος της διασφάλισης της γερμανικής ησυχίας και τάξης σε ελληνικά χέρια των Ταγμάτων Ασφαλείας με το βαθμό σκληρότητας και θηριωδίας να γίνεται ακόμη μεγαλύτερος. Πριν τη σφαγή στο Χορτιάτη, υπήρχαν εκτελέσεις αμάχων στο Ασβεστοχώρι από τα τάγματα του Φριτς Σούμπερτ και είχε προειδοποιηθεί η κοινότητα για ένα τέτοιο ενδεχόμενο εξαιτίας κίνησης τμημάτων του ΕΛΑΣ στην περιοχή του Χορτιάτη. «Σε αυτό το πλαίσιο είναι ένα ερώτημα γιατί επιλέγεται αυτή τη χρονική στιγμή να στηθεί αυτή η ενέδρα και ποιο στρατιωτικό αποτέλεσμα παράγεται;», αναρωτιέται ο κ. Δορδανάς. Χωρίς προσπάθεια απόδοση μομφής στην εαμική αντίσταση, ο ίδιος χαρακτηρίζει την «ενέδρα αχρείαστη χωρίς κάποια ωφελιμότητα, με άμεσο κίνδυνο τα γερμανικά αντίποινα».
Στη δημόσια ιστορία, στη μνήμη των θυμάτων των μαζικών εκτελέσεων και καταστροφών στο Χορτιάτη, έχει επικρατήσει ο όροςΟλοκαύτωμα. «Θα περιορίσω τον χαρακτηρισμό Ολοκαύτωμα μόνον για την εξόντωση του ελληνικού ή ευρωπαϊκού εβραϊσμού. Θα είχε ενδιαφέρον επιστημονικά η ερμηνεία του όρου Ολοκαύτωμα σε άλλες περιπτώσεις». Η τοπική κοινωνία τιμά την ιστορική μνήμη και φέτος με μια σειρά εκδηλώσεων. «Οι εκδηλώσεις μνήμης έχουν ιδιαίτερη σημασία σήμερα όταν η ευρωπαϊκή ακροδεξιά διεκδικεί μεγάλο μέρος του πολιτικού και κοινωνικού χώρου. Υπάρχει ορατός κίνδυνος για τις ίδιες τις δημοκρατίες και για την αναθεώρηση του ιστορικού παρελθόντος. Οι κίνδυνοι ελλοχεύουν και σήμερα για τη δημοκρατία, την ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα και την αξία στον άνθρωπο που απαρνήθηκε το Γ΄ Ραιχ και ο εθνικοσοσιαλισμός», τονίζει ο κ. Δορδανάς.
Ο Έλληνας ιστορικός βλέπει δύσκολο το σενάριο η Γερμανία να κάτσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για τις πολεμικές επανορθώσεις όταν μάλιστα δεν υπάρχει καν συζήτηση για το κατοχικό δάνειο. «Αυτό δε σημαίνει ότι δεν πρέπει να εμπλουτίζουμε τη φαρέτρα των επιχειρημάτων μας και την εθνικής μας αυτογνωσία, απέναντι στον ιστορικό αναλφαβητισμό. Ίσως και για τη στιγμή που στο μέλλον υπάρξει κάποια αλλαγή στην κατεύθυνση της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής», αναφέρει ο κ. Δορδανάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου