Σκάφη πάνε κι έρχονται
Ένα από τα πιο γοητευτικά συστατικά της Ύδρας είναι το πηγαινέλα των σκαφών μπροστά ή μέσα σε ένα γοητευτικό σκηνικό. Είναι, βλέπεις, που το νησί απεχθάνεται τα αυτοκίνητα και η επικοινωνία γινόταν πάντα με φιλικά προς το περιβάλλον μέσα, κυρίως διά θαλάσσης.
Οι καροτσέρηδες σπρώχνουν ακόμη τα πρωτόγονα οχήματά τους, οι αγωγιάτες κανακίζουν τα..
μουλάρια και τα γαϊδούρια τους. Τα θαλασσινά ταξί δεν ανοίγουν πια πανί, αλλά πηγαινοέρχονται έχοντας κάτι από τη νευρικότητα των αθηναϊκών – τροχοφόρων – ταξί.
Απλώς, είναι διαφορετικό να τα βλέπεις να εισβάλλουν στο λιμάνι αφήνοντας έναν αφρισμένο ποταμό πίσω τους, μέσα από το στενό σοκάκι που αφήνουν οι πετροκτισμένοι τοίχοι του αρχοντικού του Ιάκωβου Τομπάζη και του παρακείμενου, διατηρητέου φυσικά, απλού σπιτιού.
Όταν περιδιαβάζεις έναν από τους καλύτερα διατηρητέους παραδοσιακούς οικισμούς στην Ευρώπη, τότε η ομορφιά καθαγιάζει τα πάντα.
Καθώς παρακολουθείς το μαγευτικό ηλιοβασίλεμα από το Καμίνι, με το νησάκι του Αγίου Νικολάου σε πρώτο πλάνο και τους λόφους της Πελοποννήσου στο φόντο, δέχεσαι αυτά τα «επιθετικά» ταχύπλοα να χαράζουν τον χρυσαφένιο καθρέφτη της θάλασσας.
Και όχι μόνο τα δέχεσαι, αλλά παραδέχεσαι ότι είναι συστατικό της εξαίσιας εικόνας και ανυπομονείς να φανούν. Και ποτέ δεν περιμένεις πολύ...
Το μοναστήρι των γάτων
Πρέπει λοιπόν να γράψω κάτι για την Ύδρα. Για τις ομορφιές της κυρίως. Αν ήμουν ταξιδιωτικός πράκτορας θα έγραφα ότι μπορεί κάποιος να χαρεί το μπάνιο του στην παραλία του Βλυχού, για παράδειγμα.
Πόσο ωραία φαγητά μπορεί να φάει στο εστιατόριο της Αννίτας ή ότι μπορεί να πιει το ποτό του σε ένα από τα υπέροχα μπαράκια της («Αναλούρ», «Πειρατής», «Υδρονέτα»).
Ακόμα θα έγραφα για τα θαυμάσια εικαστικά δρώμενα, όπως αυτά που φιλοξενούνται από το ίδρυμα ΔΕΣΤΕ και για το καθιερωμένο πλέον Hydra School Project. Για όλα αυτά, και για άλλα τόσα, θα μπορούσα να γράψω εάν ήμουν ταξιδιωτικός πράκτορας.
Δεν είμαι όμως. Αφ' ης στιγμής όλα αυτά τα γνωρίσματα της Υδρας περνούν σε δεύτερο πλάνο. Στο πρώτο κυριαρχεί μια άλλη εικόνα της. Αυτή του νησιού με τις γάτες. Του νησιού με τις εκκλησίες. Δεν ξέρω για ποιον ακριβώς λόγο, αλλά εδώ και δέκα χρόνια που πηγαίνω στην Ύδρα έχω την αίσθηση πως το νησί αυτό δεν ανήκει στους ανθρώπους του, αλλά στους γάτους του.
Οι γάτοι το έχουν ανακαλύψει, οι γάτοι το έχουν χτίσει και αυτοί το χρησιμοποιούν ως έναν τεράστιο χώρο λατρείας. Απλώς μας αφήνουν να πηγαίνουμε εκεί ως τουρίστες για να θαυμάσουμε τη μεταφυσική ησυχία που επικρατεί στο τεράστιο μοναστήρι τους.
Ως τέτοιος λοιπόν πρέπει να πάει κάποιος στην Ύδρα. Ως ένας ευγνώμων φιλοξενούμενος. Και μερικές φορές ως αλλόκοτος προσκυνητής στον θεό κάποιου άλλου. Τότε ίσως αισθανθεί τα μάτια του να λαμπυρίζουν στο σκοτάδι, τις αισθήσεις του να οξύνονται.
Τότε ίσως μόνο μπορέσει να αποβάλει το προφίλ του και να ζήσει στο τώρα. Δεν μπορώ να φανταστώ καλύτερο λόγο για να επισκεφτεί ένας άνθρωπος την Ύδρα. Ή αλλιώς το μοναστήρι των γάτων.
Έργα από χειρωνάκτες καλλιτέχνες
Στην «Ίσαλο», κάτω στη γοητευτική προκυµαία του νησιού, συζητούσαµε µε τον ζωγράφο Χρίστο Καρά – για τι άλλο; – για την αγάπη του, την Ύδρα. Και όντως η Ύδρα αγαπήθηκε πολύ από τους καλλιτέχνες, και ειδικά από τους εικαστικούς καλλιτέχνες, όσο κανένα άλλο νησί.
Γέννησε και η ίδια ζωγράφους, όπως ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας και ο ακαδηµαϊκός Παναγιώτης Τέτσης, και φιλοξένησε πολλούς σε ένα από τα αρχοντικά της που χρησιµοποιεί η Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Έτσι η Ύδρα έγινε για τους ζωγράφους κοινός τόπος.
Μάλιστα, οι γραµµές των αρχοντικών της και των µαντρότοιχων που τα περιβάλλουν ψιθύρισαν στο ευήκοο αφτί του Γκίκα τον πρωτοποριακό κυβισµό του, την τόσο µοντέρνα έκφραση της ελληνικότητας που ζωγράφισε στα τελάρα του.
Από τις µάντρες της Ύδρας που αντίκρισε σχεδόν ταυτόχρονα µε το φως του ήλιου, ο Γκίκας άρχισε να ανακατασκευάζει τον κόσµο και να παραδίδει στα δικά µας µάτια µας έναν καινούργιο, από διαφορετική οπτική γωνία.
Κάτω από το φως του ήλιου αυτά τα σχήµατα της Ύδρας συνεχίζουν να υπάρχουν εκεί που τοποθετήθηκαν από παλιά, για να οδηγούν το βλέµµα µας σε καινούργια µονοπάτια. Γι’ αυτό πάµε και ξαναπάµε, χωρίς να τη χορταίνουµε.
Το ίδιο κάνει και ο Παναγιώτης Τέτσης. «Οι µαντρότοιχοι της Υδρας είναι το νήµα της Αριάδνης για το βλέµµα που ριψοκινδυνεύει στον λαβύρινθό της» γράφει για τις πρώτες ζωγραφικές απόπειρες του Τέτση στο γενέθλιο νησί του η Μαρίνα Λαµπράκη-Πλάκα: «Η Ύδρα, το αέναο θέαµά της, έµελλε ν’ αφήσει ανεξίτηλο αχνάρι πάνω στη µνήµη και την αίσθηση του καλλιτέχνη».
Όλα αυτά δεν θα είχαν εν προκειµένω σηµασία, αν δεν δηµιουργούσαν ένα κλίµα και δεν έδειχναν τα σοκάκια µε τα σκαλοπάτια που οδηγούν στην απόλαυση της Ύδρας.
Ο ζωγράφος Σπύρος Αγγελόπουλος αφέθηκε αυτό το καλοκαίρι στην ατµόσφαιρα του νησιού. Αισθάνθηκε ένα θρησκευτικό κλίµα να τον αγκαλιάζει, καθώς η ησυχία και η µεταφυσική της Ύδρας τον παρέπεµπαν σε κάτι τέτοιο.
Μετά, υπήρχαν και τα βυζαντινά ανάγλυφα σκορπισµένα εδώ κι εκεί, και µέσα στον σταθµό της Σχολής Καλών Τεχνών όπου έµενε. Και µετά είδε µέσα στα αρχοντικά τα εντοιχισµένα ανάγλυφα και τα υπέροχα πλακάκια τους. Και έτσι θεώρησε ότι θα ερχόταν πιο κοντά σε όλα αυτά, στην ατµόσφαιρα του νησιού, αν εκφραζόταν και ο ίδιος µε ανάγλυφα. Και το έκανε.
Αυτά δεν έχουν σηµασία µόνο για την ανάγνωση της Ύδρας, αλλά και, γενικότερα, για την πορεία των εικαστικών τεχνών, όταν υπάρχουν νέοι δηµιουργοί που έρχονται µε δύναµη από το παρελθόν για να φτιάξουν το µέλλον. Όταν αυτοί οι παντοτινοί εραστές του µοντέρνου θεωρούν ότι η παράδοση είναι ό,τι πιο επαναστατικό.
Γεύση Έρωτος
Η Ύδρα, έτσι αγέρωχη όπως είναι σαν τον ακροτελεύτιο βράχο δυνατού ακρωτηρίου, έχει πολλούς εξώστες για να απολαύσεις το σεργιάνι των κάθε λογής σκαφών. Αυτό δεν είναι παρά το «περιτύλιγµα», ας πούµε η αφορµή, για ένα δικό σου σεργιάνι πίσω από τον παραδοσιακό οικισµό και την προκυµαία του σε µια άλλη Ύδρα.
Βεβαίως, η ιστορία του νησιού είναι γνωστή και φανερώνεται αµέσως στον επισκέπτη που θα κάνει τον κόπο να φτάσει ως τη βαριά πόρτα του Ιστορικού Αρχείου Ύδρας. Εκεί είναι τακτοποιηµένο και εκτεθειµένο το µεγαλείο ενός µικρού βράχου, πράγµα συνηθισµένο στο ελληνικό αρχιπέλαγος.
Εξάλλου, τη δυναµική του παρελθόντος την αισθάνεσαι από τη στιγµή που µπαίνεις στο λιµάνι και βλέπεις κάποια κανόνια να είναι ακόµη στις ντάπιες τους και την υδραίικη σηµαία της Επανάστασης να ανεµίζει παντού. Ωστόσο κάποιες πτυχές της ιστορίας της Ύδρας υπάρχουν στα δυσκολοπρόσιτα βουνά της, στα µοναστήρια που υπάρχουν διάσπαρτα σε όλο το νησί.
Ας πούµε το µοναστήρι του Προφήτη Ηλία – στο οποίο φυλακίστηκε ο Κολοκοτρώνης – λίγο πιο κάτω από την κορυφή Έρως, την ψηλότερη της Ύδρας, είναι ένας αποκαλυπτικός προορισµός που τον απολαµβάνεις βήµα-βήµα περπατώντας στο ανηφορικό, λιθόστρωτο µονοπάτι.
Το «σηµείο» στην προκυµαία της Ύδρας είναι το κίτρινο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας. Από εκεί λοιπόν ξεκινά η διαδροµή για τον Προφήτη Ηλία.
Ακολουθείς τον κεντρικό δρόµο για τα Καλά Πηγάδια και βγαίνεις από τον οικισµό. Συνεχίζεις να ακολουθείς τον τσιµεντοστρωµένο αµαξιτό που ανηφορίζει στο βουνό κάτω από την αψίδα των πεύκων, ως τη διασταύρωση όπου υπάρχει πινακίδα προς Προφήτη Ηλία και «Έρως».
Ευθεία ο δρόµος βγάζει λίγο πιο κάτω, στην εκκλησιά του Αγίου Κωνσταντίνου του Υδραίου, σε έναν υπέροχο εξώστη για να δεις την Ύδρα και το λιµάνι. Αν είναι πρωινό Κυριακής, στην κωδωνοκρουσία του Αγίου Κωνσταντίνου απαντά ο οικισµός µε µια συναυλία από καµπάνες.
Από τη διασταύρωση ο δρόµος ανηφορίζει µέσα στα πεύκα των Παλαιών Καλογρεών, χωµατόδροµος στην αρχή και παραπάνω µονοπάτι. Περίπου 15 λεπτά µετά την πρώτη πινακίδα υπάρχει και δεύτερη, από όπου αρχίζουν τα πέτρινα σκαλοπάτια.
Καθώς ανεβαίνεις, απέναντι διαγράφεται στην κόψη της βουνοπλαγιάς ένα ακόµη µοναστήρι, της Αγίας Ματρώνας, και πιο ψηλά αρχίζεις να έχεις εντυπωσιακές εικόνες του λιµανιού της Υδρας και του Καµινιού.
Κάποια στιγµή σταµατάς να κοιτάζεις πίσω σου και στρέφεις το βλέµµα µπροστά, όταν λίγο πριν από τον περίβολο του µοναστηριού αρχίζουν οι περίτεχνες, πέτρινες σκάλες, έργο Ηπειρωτών µαστόρων που οι πλοιοκτήτες Υδραίοι είχαν την οικονοµική δυνατότητα να φέρουν για να δηµιουργήσουν έργα τέχνης στην ερηµιά.
Γύρω από το µοναστήρι που βρίσκεται στο κέντρο της αυλής δηµιουργούν τείχος τα κελιά. ∆ίπλα, πίσω από το µεγάλο αλώνι, υπάρχει το µοναστήρι της Αγίας Ευπραξίας.
Στη βαριά πόρτα του Προφήτη Ηλία µε τις σιδερένιες αµπάρες σε υποδέχεται ο µοναχός Νεκτάριος µε το παραδοσιακό µοναστηριακό κέρασµα: λουκούµι και νερό. Ο,τι χρειάζεται έπειτα από µιάµιση ώρα πεζοπορίας. Η επιστροφή όµως στον οικισµό είναι πιο ξεκούραστη, καθώς διαρκεί περίπου µία ώρα.
Καµίνι οµορφιάς
Βιαστήκαµε να φτάσουµε στο Καµίνι, επηρεασµένοι ίσως από τα λόγια του ζωγράφου Χρίστου Καρά – εραστή της νήσου ήδη από το 1948 – ότι αυτό το λιµανάκι διασώζει την ατµόσφαιρα της παλιάς Ύδρας.
Είναι µια µικρή Ύδρα, µε την ατµόσφαιρα που αποτυπώθηκε στην ταινία «Το παιδί και το δελφίνι», η οποία αισίως συµπλήρωσε τα σαράντα συν έξι χρόνια από τότε που παρουσιάστηκε µπροστά στα έκπληκτα µάτια των θεατών, προσωποποιηµένη από τη Σοφία Λόρεν.
Ευτυχώς που το ηλιοβασίλεµα δεν γερνά και διατηρεί πάντα τη µαγική δύναµη να οµορφαίνει την πλάση. Για αυτό η διαδροµή από τα Κανόνια µέχρι το Καµίνι, 20 λεπτά µε τα πόδια φυσικά, ενδείκνυται να είναι ένας απογευµατινός περίπατος στον πλακόστρωτο δρόµο που περνά ανάµεσα από το αρχοντικό του Κουντουριώτη και τους βράχους της Σπηλιάς.
Εκτός αν έχεις σκοπό να συνεχίσεις και µετά το ψαράδικο λιµανάκι, για τον Βλυχό µε την ενετική γέφυρα (30 λεπτά από το Καµίνι) και τον Παλαµίδα (20 λεπτά από το Βλυχό) όπου υπάρχει τον αρχοντικό Βούλγαρη και το καρνάγιο του νησιού.
Η επιστροφή στην Ύδρα µπορεί να γίνει και από τον εσωτερικό δρόµο που ξεκινά από τον Βλυχό (40 λεπτά ως το λιµάνι).
Το σπίτι του στο Καµίνι ο Χρίστος Καράς το έκανε ίδρυµα, για να µείνει για τους εραστές της Ύδρας εκεί στεριωµένο πάνω στους βράχους, όπως στέριωσε κι αυτός ο Θεσσαλός πάνω στους ίδιους βράχους µε µια διαχρονική σχέση.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου