Συνέντευξη του υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής
Αλληλεγγύης κ. Πάνου Σκουρλέτη στην εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ, στον Παύλο
Κλαυδιανό (Κυριακή 24/5/2015)
Διαβάστε αναλυτικά τη συνέντευξη
Τι συμπεράσματα προκύπτουν από τη Σύνοδο Κορυφής στη Ρίγα, κατά τη γνώμη σου;
Π. Σκουρλέτης: Το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν μπορούμε να βγάλουμε οριστικό συμπέρασμα, διότι, απ’ ότι φαίνεται οι επόμενες ημέρες μπορεί να διαμορφώσουν εκείνες τις «λεπτομέρειες», οι οποίες θα καθορίσουν και τον χαρακτήρα της τελικής συμφωνίας. Ούτως ή άλλως μιλάμε για μια συμφωνία που όπως όλα δείχνουν θα είναι στο όριο του μισογεμάτου και του μισοάδειου ποτηριού και οι τελευταίες ψηφίδες είναι αυτές που θα παίξουν το ρόλο τους γιατί θα την καταστήσουν πολιτικά υπερασπίσιμη, όπως επιδιώκουμε, ή το αντίθετο, οπότε και δεν θα υπάρξει.
Η συνάντηση Α. Μέρκελ και Φρ. Ολάντ με τον Αλ. Τσίπρα δείχνει ότι η συζήτηση γίνεται και σε πολιτικό επίπεδο.
Π. Σκουρλέτης: Η άρνηση της πολιτικής διάστασης της διαπραγμάτευσης ήταν μια επιλογή των δανειστών εξ αρχής, διότι τους διευκόλυνε. Πριν λίγες μέρες η Κρ. Λαγκάρντ δήλωσε πως δεν υπερασπίζονται κάποια ιδεολογία, απλώς ενδιαφέρονται για τη δημοσιονομική σταθερότητα, πράγμα που ειδικά για το ΔΝΤ ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Το συμπέρασμα είναι ότι η πολιτική ηγεσία των δανειστών κρατά το δικαίωμα να κλείσει ή όχι τη συμφωνία, αλλά ταυτόχρονα όλες οι συζητήσεις προσπαθούν να κινηθούν σε μια στενά τεχνοκρατική βάση και ως συνέχεια του προηγούμενου σχεδίου.
Η ελληνική κυβέρνηση έθεσε στο τραπέζι της συζήτησης όλα τα στοιχεία του προβλήματος και το χρέος και την ανάπτυξη.
Π. Σκουρλέτης: Σωστά μπήκε από εμάς η γενίκευση της συζήτησης. Το ζητούμενο είναι αν τελικά η κατάληξη της θα οδηγεί σε μια συνολική λύση για το χρέος. Νομίζω ότι κανείς μπορεί να κατανοήσει τις δυνατότητες της συζήτησης στη Ρίγα, αν βγάλει και κάποια συμπεράσματα για το προηγούμενο διάστημα των διαπραγματεύσεων. Οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι θα έπρεπε αμέσως μετά τις εκλογές, τον πρώτο ενάμισι μήνα, να έχουμε περάσει από τη βουλή πέντε-έξι νομοσχέδια, τα οποία θεωρούμε κομβικά για το δικό μας πρόγραμμα. Αν βάζαμε τώρα το νομοσχέδιο π.χ. για την ανθρωπιστική κρίση, πολύ πιθανό να μην πέρναγε. Θέλω να πω πως χάσαμε χρόνο και δεν αξιοποιήσαμε τη δυναμική που είχε δημιουργήσει το αποτέλεσμα των εκλογών. Ανεξάρτητα αν οι απέναντι τα θεωρούσαν αυτά ως μονομερείς ενέργειες, θα συγκροτούσαν μια άλλη αφετηρία συζήτησης. Αυτό ήταν λάθος. Και το δεύτερο είναι ότι μετά την 20η Φεβρουαρίου, η συζήτηση αντί, όπως εμείς νομίζαμε, να συνεχίσει πάνω στο έδαφος μιας νέας πραγματικότητας, εκείνοι έκαναν ακριβώς το αντίθετο. Προσπάθησαν δια των συζητήσεων στα τεχνικά κλιμάκια να μας φέρουν στην πέμπτη αξιολόγηση!
Πώς τίθεται το ζήτημα της ρευστότητας μετά τη Ρίγα;
Π. Σκουρλέτης: Η ρευστότητα, εκ των πραγμάτων, στην οριακή κατάσταση που έχουμε φτάσει αποτελεί την προϋπόθεση για να συνεχίσουμε να συζητάμε. Μένει να επιβεβαιωθεί αν έγιναν βήματα. Πρέπει να επισημάνουμε όμως πως κάθε απόφαση, ενδιάμεση ή τελική, δεν πρέπει να προσεγγίζεται στατικά, αλλά να βλέπουμε τη δυναμική που αυτή δημιουργεί. Κάποιες φορές αξιολογούμε το γράμμα της απόφασης και υποτιμούμε το στοιχείο της δυναμικής. Θα είμαστε κερδισμένοι αν η δυναμική της συνάντησης στη Ρίγα ανοίγει μια θετική δυναμική γι’ αυτό που θέλουμε να κάνουμε.
Η δήλωση από την κυβέρνηση ότι θα υπάρξει συμφωνία έως το τέλος του μήνα, τι συνεπάγεται;
Π. Σκουρλέτης: Είναι η πιο ξεκάθαρη πλευρά του προβλήματος. Αν δεν υπάρξουν τα χρήματα που θα μας δίνουν τη δυνατότητα να ικανοποιούμε στοιχειωδώς τις εξωτερικές και εσωτερικές υποχρεώσεις μας, τότε τα πράγματα θα οδηγηθούν σε αδιέξοδο.
Δύο από τα θέματα του τομέα σου, το εργασιακό και το
ασφαλιστικό, βγαίνουν και ξαναμπαίνουν στη συζήτηση. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Π. Σκουρλέτης: Θα έλεγε κανείς ότι προσεγγίζονται εμμονικά από την άλλη πλευρά, τη στιγμή μάλιστα που εμείς τεκμηριωμένα έχουμε πει ότι μέτρα αυτής της λογικής που μας ζητούν, πάρθηκαν το προηγούμενο διάστημα και δοκιμάσθηκαν με ολέθρια αποτελέσματα. Η μείωση των μισθών, η αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, οι ισοπεδωτικές μειώσεις στις συντάξεις οδήγησαν σε αύξηση ανεργίας, δεν βελτίωσαν την ανταγωνιστικότητα, δεν έκαναν βιώσιμο το ασφαλιστικό σύστημα και μαζί με τα άλλα μέτρα οδηγηθήκαμε στη μεγαλύτερη ύφεση που έχει γνωρίσει η χώρα τις τελευταίες δεκαετίες. Άρα δεν υπάρχει κανένα πραγματικό και τεκμηριωμένο επιχείρημα υπέρ της συνέχισης αυτής της πολιτικής. Πρόκειται για ένα δογματισμό εκ μέρους των δανειστών, που επιβεβαιώνει την προηγούμενη κριτική μας στο μνημόνιο, ότι στόχος δεν ήταν η δημοσιονομική σταθερότητα, αλλά η ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, οι μεγάλες αλλαγές πια στο μοντέλο οργάνωσης της κοινωνίας, όπως αυτοί το αντιλαμβάνονταν. Οι δανειστές θέλουν να εμπεδώσουν το μνημονιακό καθεστώς, να του δώσουν μόνιμο χαρακτήρα και να μην κάνουν ούτε βήμα πίσω.
Είδαμε ότι αυτή τη φορά και η κ. Μέρκελ έθεσε ζήτημα εργασιακών, κάνοντας άνοιγμα στο ΔΝΤ.
Π. Σκουρλέτης: Φαίνεται ότι επιλέγουν την συνέχιση της παρουσίας του ΔΝΤ. Το ΔΝΤ έχει τις πιο ακραίες προσεγγίσεις στα εργασιακά, η πλευρά των ευρωπαίων δανειστών έχει τις δικές της αγκυλώσεις, απλώς φοβάται να υπερασπιστεί ανοιχτά απόψεις όπως η μη επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, διότι θα έχει πολιτικό κόστος στους ευρωπαϊκούς λαούς. Όσα ζητάμε να επαναφέρουμε βρίσκονται στον πυρήνα του ευρωπαϊκού κεκτημένου, τουλάχιστον πριν αρχίσει να το ξηλώνει ο νεοφιλελευθερισμός.
Η συνάντηση με την ILO επιβεβαιώνει αυτό που λες. Ποιο είναι το συμπέρασμά σου;
Π. Σκουρλέτης: Η ILO είναι ένας οργανισμός, ο οποίος δεν έχει μείνει εντελώς ανεπηρέαστος από τον αρνητικό διεθνή συσχετισμό υπέρ των νεοφιλελεύθερων απόψεων. Κρατά, όμως, ακόμα κάποιες θέσεις, οι οποίες μας δίνουν τη δυνατότητα να τις επικαλούμαστε για να προωθούμε τις απόψεις μας. Όταν γύρισα από τη συνάντηση με τον ILO, σε άτυπες συνεννοήσεις που έτυχε να έχω με εγχώριους κύκλους, υποστηρικτές των μνημονιακών πολιτικών, παραξενεύτηκαν και το θεώρησαν μεγάλη επιτυχία ότι πετύχαμε να υπάρχει μια κατ’ αρχήν θετική δήλωση από την ILO στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Ας ελπίσουμε ότι θα μας βοηθήσει σε αυτή τη δύσκολη διαπραγμάτευση.
Υπάρχει ένα ζήτημα χρόνου κατάθεσης για τα νομοσχέδια της ευθύνης σου;
Π. Σκουρλέτης: Να κάνουμε μια επισήμανση. Ενώ σήμερα όλοι, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, αναγνωρίζουν ότι γύρω από τα εργασιακά δίνεται μια μάχη με ευρύτερη πολιτική σημασία, έχουμε μια υποτονική στήριξη από τους κατεξοχήν αρμόδιους που είναι το συνδικαλιστικό κίνημα. Ωστόσο, είναι θετικό και το πόρισμα της ΟΚΕ και η αναφορά της ΓΣΕΕ, η οποία τοποθετήθηκε θετικά στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Από εκεί και πέρα, τόσο η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων όσο και η αποκατάσταση του κατώτατου μισθού πρέπει να είναι απαραίτητα στοιχεία της συμφωνίας που θα πετύχουμε. Το νομοσχέδιο για τα εργασιακά είναι για εμάς ταυτοτικό, με ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα. Θεωρώ, λοιπόν, ότι από τη στιγμή που μιλάμε για έναν πολιτικό, έντιμο και προωθητικό συμβιβασμό πρέπει να εμπεριέχεται στη συμφωνία.
Και αν δεν υπάρξει;
Π. Σκουρλέτης: Πέρα το ότι για να κρίνει κανείς τη συμφωνία πρέπει να τη δει στο σύνολό της, θεωρώ ότι σε κάθε περίπτωση πρέπει να ενεργήσουμε μονομερώς και άρα το νομοσχέδιο να έρθει για ψήφιση στη βουλή αμέσως μετά.
Πώς κρίνεις τη στάση της αντιπολίτευσης;
Π. Σκουρλέτης: Η επίσημη έκφραση των κομμάτων της αντιπολίτευσης, δηλαδή του κ. Σαμαρά, του κ. Βενιζέλου και του κ. Θεοδωράκη, κινείται σε μία λογική υπεράσπισης της προηγούμενης κατάστασης. Το κάνουν αυτό διότι ποντάρουν στη μη συμφωνία, για να επιβεβαιωθεί το σενάριο της αριστερής παρένθεσης. Αυτό είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά ορατό όταν ιδιαίτερα ακούς τον κ. Σαμαρά από τη μια να μας καταγγέλλει γιατί δεν έχουμε κλείσει συμφωνία αποδεχόμενοι το μέιλ Χαρδούβελλη, και από την άλλη να μιλά για άγρια φορολόγηση που έρχεται. Η ΝΔ βρίσκεται σε στρατηγικό αδιέξοδο και το ΠΑΣΟΚ σε ακόμα πιο δεινή θέση.
Αυτό ενδεχόμενα επηρεάζει και το Ποτάμι.
Π. Σκουρλέτης: Το Ποτάμι το μόνο στο οποίο αποσκοπεί είναι στο να δει τον εαυτό του να συμμετέχει σε κάποιο κυβερνητικό σχήμα, έτσι ώστε να αποτελέσει εκ των έσω τον ιμάντα μεταβίβασης των επιχειρημάτων και της προσέγγισης των δανειστών.
Συνεδριάζει η Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ. Ποια η στόχευσή της;
Π. Σκουρλέτης: Δεν θεωρώ ότι οι συζητήσεις μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν εμπόδιο ή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι βαρίδι για την κυβέρνηση, το αντίθετο. Πρέπει να έχουμε κατά νου να διαμορφώσουμε ένα τέτοιο κόμμα, το οποίο ουσιαστικά να είναι το μέσο της γείωσης της κυβέρνησης. Αυτός είναι ο ρόλος του σήμερα. Και αυτό δεν σημαίνει να συμφωνεί μαζί της, ούτε να λειτουργεί απολογητικά, αλλά να μπορεί να πιάνει το σφυγμό της κοινωνίας. Δεν είναι εύκολο, είναι ένας καινούριος ρόλος και για το κόμμα. Νομίζω ότι παρά ορισμένους –και δεν έχω κάποιον κατά νου- οι οποίοι μπορεί να έχουν μια δυσκολία προσαρμογής σε αυτή την πραγματικότητα, γενικά τα μέλη και οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ συμπαραστέκονται στην κυβέρνηση και θέλουν με όλες τους τις δυνάμεις να συμβάλλουν. Άρα πρέπει να τους δοθεί η ευκαιρία. Και δεν υπάρχει άλλος τρόπος από το να συζητούν οι οργανώσεις ανοιχτά σε όλα τα επίπεδα.
Γράφονται πολλά ρεπορτάζ περί εσωκομματικών προβλημάτων και ζητημάτων αποδόμησης του Τσίπρα εντός του κόμματος. Που αποσκοπεί αυτό;
Π. Σκουρλέτης: Υπάρχει μια συστηματική προσπάθεια από κέντρα που θα ήθελαν να φανεί ο ΣΥΡΙΖΑ ασυνεπής με τις βασικές του δεσμεύσεις, να απογοητεύει τον κόσμο, επειδή θέλουν αφενός να οδηγήσουν ένα κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ, και κυρίως την ηγετική ομάδα και τον Αλ. Τσίπρα προσωπικά, σε μια λογική ενσωμάτωσης και συνέχειας με την προηγούμενη κατάσταση, ενώ θα έτριβαν τα χέρια τους αν πετύχαιναν μια διάσπαση των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ. Θεωρώ ότι ένα από τα κλειδιά της επιτυχίας μας είναι η διατήρηση της ενότητας του ΣΥΡΙΖΑ, σε πολιτική βάση. Μόνο έτσι θα μπορούμε να δούμε το μέλλον με αισιοδοξία και να στοχαζόμαστε μεσομακροπρόθεσμα. Από την θετική ή μη έκβαση της προσπάθειας που κάνει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, θεωρώ ότι διαμορφώνεται ως ένα μεγάλο βαθμό και το μέλλον της Ευρώπης. Μια αποτυχία θα οδηγούσε στην ενίσχυση της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και στην εκτίναξη της Χρυσής Αυγής στην Ελλάδα. Ενώ θα παγιωνόταν ένα καθεστώς στην Ευρώπη, το οποίο πολύ μικρή σχέση θα είχε με αυτό που γνωρίσαμε μεταπολεμικά και ήταν αποτέλεσμα των κατακτήσεων του εργατικού κινήματος και των αγώνων της Αριστεράς. Ελπίζω, και αυτό δεν είναι τόσο αισιόδοξο, για να οδηγηθούμε στην Ευρώπη των λαών και των εργαζομένων, με ότι μπορεί να σημαίνει αυτό στις σημερινές συνθήκες, να μην προϋποθέτει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να παίξει το ρόλο της Ιφιγένειας.
πηγη
Διαβάστε αναλυτικά τη συνέντευξη
Τι συμπεράσματα προκύπτουν από τη Σύνοδο Κορυφής στη Ρίγα, κατά τη γνώμη σου;
Π. Σκουρλέτης: Το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν μπορούμε να βγάλουμε οριστικό συμπέρασμα, διότι, απ’ ότι φαίνεται οι επόμενες ημέρες μπορεί να διαμορφώσουν εκείνες τις «λεπτομέρειες», οι οποίες θα καθορίσουν και τον χαρακτήρα της τελικής συμφωνίας. Ούτως ή άλλως μιλάμε για μια συμφωνία που όπως όλα δείχνουν θα είναι στο όριο του μισογεμάτου και του μισοάδειου ποτηριού και οι τελευταίες ψηφίδες είναι αυτές που θα παίξουν το ρόλο τους γιατί θα την καταστήσουν πολιτικά υπερασπίσιμη, όπως επιδιώκουμε, ή το αντίθετο, οπότε και δεν θα υπάρξει.
Η συνάντηση Α. Μέρκελ και Φρ. Ολάντ με τον Αλ. Τσίπρα δείχνει ότι η συζήτηση γίνεται και σε πολιτικό επίπεδο.
Π. Σκουρλέτης: Η άρνηση της πολιτικής διάστασης της διαπραγμάτευσης ήταν μια επιλογή των δανειστών εξ αρχής, διότι τους διευκόλυνε. Πριν λίγες μέρες η Κρ. Λαγκάρντ δήλωσε πως δεν υπερασπίζονται κάποια ιδεολογία, απλώς ενδιαφέρονται για τη δημοσιονομική σταθερότητα, πράγμα που ειδικά για το ΔΝΤ ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Το συμπέρασμα είναι ότι η πολιτική ηγεσία των δανειστών κρατά το δικαίωμα να κλείσει ή όχι τη συμφωνία, αλλά ταυτόχρονα όλες οι συζητήσεις προσπαθούν να κινηθούν σε μια στενά τεχνοκρατική βάση και ως συνέχεια του προηγούμενου σχεδίου.
Η ελληνική κυβέρνηση έθεσε στο τραπέζι της συζήτησης όλα τα στοιχεία του προβλήματος και το χρέος και την ανάπτυξη.
Π. Σκουρλέτης: Σωστά μπήκε από εμάς η γενίκευση της συζήτησης. Το ζητούμενο είναι αν τελικά η κατάληξη της θα οδηγεί σε μια συνολική λύση για το χρέος. Νομίζω ότι κανείς μπορεί να κατανοήσει τις δυνατότητες της συζήτησης στη Ρίγα, αν βγάλει και κάποια συμπεράσματα για το προηγούμενο διάστημα των διαπραγματεύσεων. Οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι θα έπρεπε αμέσως μετά τις εκλογές, τον πρώτο ενάμισι μήνα, να έχουμε περάσει από τη βουλή πέντε-έξι νομοσχέδια, τα οποία θεωρούμε κομβικά για το δικό μας πρόγραμμα. Αν βάζαμε τώρα το νομοσχέδιο π.χ. για την ανθρωπιστική κρίση, πολύ πιθανό να μην πέρναγε. Θέλω να πω πως χάσαμε χρόνο και δεν αξιοποιήσαμε τη δυναμική που είχε δημιουργήσει το αποτέλεσμα των εκλογών. Ανεξάρτητα αν οι απέναντι τα θεωρούσαν αυτά ως μονομερείς ενέργειες, θα συγκροτούσαν μια άλλη αφετηρία συζήτησης. Αυτό ήταν λάθος. Και το δεύτερο είναι ότι μετά την 20η Φεβρουαρίου, η συζήτηση αντί, όπως εμείς νομίζαμε, να συνεχίσει πάνω στο έδαφος μιας νέας πραγματικότητας, εκείνοι έκαναν ακριβώς το αντίθετο. Προσπάθησαν δια των συζητήσεων στα τεχνικά κλιμάκια να μας φέρουν στην πέμπτη αξιολόγηση!
Πώς τίθεται το ζήτημα της ρευστότητας μετά τη Ρίγα;
Π. Σκουρλέτης: Η ρευστότητα, εκ των πραγμάτων, στην οριακή κατάσταση που έχουμε φτάσει αποτελεί την προϋπόθεση για να συνεχίσουμε να συζητάμε. Μένει να επιβεβαιωθεί αν έγιναν βήματα. Πρέπει να επισημάνουμε όμως πως κάθε απόφαση, ενδιάμεση ή τελική, δεν πρέπει να προσεγγίζεται στατικά, αλλά να βλέπουμε τη δυναμική που αυτή δημιουργεί. Κάποιες φορές αξιολογούμε το γράμμα της απόφασης και υποτιμούμε το στοιχείο της δυναμικής. Θα είμαστε κερδισμένοι αν η δυναμική της συνάντησης στη Ρίγα ανοίγει μια θετική δυναμική γι’ αυτό που θέλουμε να κάνουμε.
Η δήλωση από την κυβέρνηση ότι θα υπάρξει συμφωνία έως το τέλος του μήνα, τι συνεπάγεται;
Π. Σκουρλέτης: Είναι η πιο ξεκάθαρη πλευρά του προβλήματος. Αν δεν υπάρξουν τα χρήματα που θα μας δίνουν τη δυνατότητα να ικανοποιούμε στοιχειωδώς τις εξωτερικές και εσωτερικές υποχρεώσεις μας, τότε τα πράγματα θα οδηγηθούν σε αδιέξοδο.
Δύο από τα θέματα του τομέα σου, το εργασιακό και το
ασφαλιστικό, βγαίνουν και ξαναμπαίνουν στη συζήτηση. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Π. Σκουρλέτης: Θα έλεγε κανείς ότι προσεγγίζονται εμμονικά από την άλλη πλευρά, τη στιγμή μάλιστα που εμείς τεκμηριωμένα έχουμε πει ότι μέτρα αυτής της λογικής που μας ζητούν, πάρθηκαν το προηγούμενο διάστημα και δοκιμάσθηκαν με ολέθρια αποτελέσματα. Η μείωση των μισθών, η αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, οι ισοπεδωτικές μειώσεις στις συντάξεις οδήγησαν σε αύξηση ανεργίας, δεν βελτίωσαν την ανταγωνιστικότητα, δεν έκαναν βιώσιμο το ασφαλιστικό σύστημα και μαζί με τα άλλα μέτρα οδηγηθήκαμε στη μεγαλύτερη ύφεση που έχει γνωρίσει η χώρα τις τελευταίες δεκαετίες. Άρα δεν υπάρχει κανένα πραγματικό και τεκμηριωμένο επιχείρημα υπέρ της συνέχισης αυτής της πολιτικής. Πρόκειται για ένα δογματισμό εκ μέρους των δανειστών, που επιβεβαιώνει την προηγούμενη κριτική μας στο μνημόνιο, ότι στόχος δεν ήταν η δημοσιονομική σταθερότητα, αλλά η ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, οι μεγάλες αλλαγές πια στο μοντέλο οργάνωσης της κοινωνίας, όπως αυτοί το αντιλαμβάνονταν. Οι δανειστές θέλουν να εμπεδώσουν το μνημονιακό καθεστώς, να του δώσουν μόνιμο χαρακτήρα και να μην κάνουν ούτε βήμα πίσω.
Είδαμε ότι αυτή τη φορά και η κ. Μέρκελ έθεσε ζήτημα εργασιακών, κάνοντας άνοιγμα στο ΔΝΤ.
Π. Σκουρλέτης: Φαίνεται ότι επιλέγουν την συνέχιση της παρουσίας του ΔΝΤ. Το ΔΝΤ έχει τις πιο ακραίες προσεγγίσεις στα εργασιακά, η πλευρά των ευρωπαίων δανειστών έχει τις δικές της αγκυλώσεις, απλώς φοβάται να υπερασπιστεί ανοιχτά απόψεις όπως η μη επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, διότι θα έχει πολιτικό κόστος στους ευρωπαϊκούς λαούς. Όσα ζητάμε να επαναφέρουμε βρίσκονται στον πυρήνα του ευρωπαϊκού κεκτημένου, τουλάχιστον πριν αρχίσει να το ξηλώνει ο νεοφιλελευθερισμός.
Η συνάντηση με την ILO επιβεβαιώνει αυτό που λες. Ποιο είναι το συμπέρασμά σου;
Π. Σκουρλέτης: Η ILO είναι ένας οργανισμός, ο οποίος δεν έχει μείνει εντελώς ανεπηρέαστος από τον αρνητικό διεθνή συσχετισμό υπέρ των νεοφιλελεύθερων απόψεων. Κρατά, όμως, ακόμα κάποιες θέσεις, οι οποίες μας δίνουν τη δυνατότητα να τις επικαλούμαστε για να προωθούμε τις απόψεις μας. Όταν γύρισα από τη συνάντηση με τον ILO, σε άτυπες συνεννοήσεις που έτυχε να έχω με εγχώριους κύκλους, υποστηρικτές των μνημονιακών πολιτικών, παραξενεύτηκαν και το θεώρησαν μεγάλη επιτυχία ότι πετύχαμε να υπάρχει μια κατ’ αρχήν θετική δήλωση από την ILO στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Ας ελπίσουμε ότι θα μας βοηθήσει σε αυτή τη δύσκολη διαπραγμάτευση.
Υπάρχει ένα ζήτημα χρόνου κατάθεσης για τα νομοσχέδια της ευθύνης σου;
Π. Σκουρλέτης: Να κάνουμε μια επισήμανση. Ενώ σήμερα όλοι, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, αναγνωρίζουν ότι γύρω από τα εργασιακά δίνεται μια μάχη με ευρύτερη πολιτική σημασία, έχουμε μια υποτονική στήριξη από τους κατεξοχήν αρμόδιους που είναι το συνδικαλιστικό κίνημα. Ωστόσο, είναι θετικό και το πόρισμα της ΟΚΕ και η αναφορά της ΓΣΕΕ, η οποία τοποθετήθηκε θετικά στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Από εκεί και πέρα, τόσο η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων όσο και η αποκατάσταση του κατώτατου μισθού πρέπει να είναι απαραίτητα στοιχεία της συμφωνίας που θα πετύχουμε. Το νομοσχέδιο για τα εργασιακά είναι για εμάς ταυτοτικό, με ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα. Θεωρώ, λοιπόν, ότι από τη στιγμή που μιλάμε για έναν πολιτικό, έντιμο και προωθητικό συμβιβασμό πρέπει να εμπεριέχεται στη συμφωνία.
Και αν δεν υπάρξει;
Π. Σκουρλέτης: Πέρα το ότι για να κρίνει κανείς τη συμφωνία πρέπει να τη δει στο σύνολό της, θεωρώ ότι σε κάθε περίπτωση πρέπει να ενεργήσουμε μονομερώς και άρα το νομοσχέδιο να έρθει για ψήφιση στη βουλή αμέσως μετά.
Πώς κρίνεις τη στάση της αντιπολίτευσης;
Π. Σκουρλέτης: Η επίσημη έκφραση των κομμάτων της αντιπολίτευσης, δηλαδή του κ. Σαμαρά, του κ. Βενιζέλου και του κ. Θεοδωράκη, κινείται σε μία λογική υπεράσπισης της προηγούμενης κατάστασης. Το κάνουν αυτό διότι ποντάρουν στη μη συμφωνία, για να επιβεβαιωθεί το σενάριο της αριστερής παρένθεσης. Αυτό είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά ορατό όταν ιδιαίτερα ακούς τον κ. Σαμαρά από τη μια να μας καταγγέλλει γιατί δεν έχουμε κλείσει συμφωνία αποδεχόμενοι το μέιλ Χαρδούβελλη, και από την άλλη να μιλά για άγρια φορολόγηση που έρχεται. Η ΝΔ βρίσκεται σε στρατηγικό αδιέξοδο και το ΠΑΣΟΚ σε ακόμα πιο δεινή θέση.
Αυτό ενδεχόμενα επηρεάζει και το Ποτάμι.
Π. Σκουρλέτης: Το Ποτάμι το μόνο στο οποίο αποσκοπεί είναι στο να δει τον εαυτό του να συμμετέχει σε κάποιο κυβερνητικό σχήμα, έτσι ώστε να αποτελέσει εκ των έσω τον ιμάντα μεταβίβασης των επιχειρημάτων και της προσέγγισης των δανειστών.
Συνεδριάζει η Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ. Ποια η στόχευσή της;
Π. Σκουρλέτης: Δεν θεωρώ ότι οι συζητήσεις μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν εμπόδιο ή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι βαρίδι για την κυβέρνηση, το αντίθετο. Πρέπει να έχουμε κατά νου να διαμορφώσουμε ένα τέτοιο κόμμα, το οποίο ουσιαστικά να είναι το μέσο της γείωσης της κυβέρνησης. Αυτός είναι ο ρόλος του σήμερα. Και αυτό δεν σημαίνει να συμφωνεί μαζί της, ούτε να λειτουργεί απολογητικά, αλλά να μπορεί να πιάνει το σφυγμό της κοινωνίας. Δεν είναι εύκολο, είναι ένας καινούριος ρόλος και για το κόμμα. Νομίζω ότι παρά ορισμένους –και δεν έχω κάποιον κατά νου- οι οποίοι μπορεί να έχουν μια δυσκολία προσαρμογής σε αυτή την πραγματικότητα, γενικά τα μέλη και οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ συμπαραστέκονται στην κυβέρνηση και θέλουν με όλες τους τις δυνάμεις να συμβάλλουν. Άρα πρέπει να τους δοθεί η ευκαιρία. Και δεν υπάρχει άλλος τρόπος από το να συζητούν οι οργανώσεις ανοιχτά σε όλα τα επίπεδα.
Γράφονται πολλά ρεπορτάζ περί εσωκομματικών προβλημάτων και ζητημάτων αποδόμησης του Τσίπρα εντός του κόμματος. Που αποσκοπεί αυτό;
Π. Σκουρλέτης: Υπάρχει μια συστηματική προσπάθεια από κέντρα που θα ήθελαν να φανεί ο ΣΥΡΙΖΑ ασυνεπής με τις βασικές του δεσμεύσεις, να απογοητεύει τον κόσμο, επειδή θέλουν αφενός να οδηγήσουν ένα κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ, και κυρίως την ηγετική ομάδα και τον Αλ. Τσίπρα προσωπικά, σε μια λογική ενσωμάτωσης και συνέχειας με την προηγούμενη κατάσταση, ενώ θα έτριβαν τα χέρια τους αν πετύχαιναν μια διάσπαση των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ. Θεωρώ ότι ένα από τα κλειδιά της επιτυχίας μας είναι η διατήρηση της ενότητας του ΣΥΡΙΖΑ, σε πολιτική βάση. Μόνο έτσι θα μπορούμε να δούμε το μέλλον με αισιοδοξία και να στοχαζόμαστε μεσομακροπρόθεσμα. Από την θετική ή μη έκβαση της προσπάθειας που κάνει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, θεωρώ ότι διαμορφώνεται ως ένα μεγάλο βαθμό και το μέλλον της Ευρώπης. Μια αποτυχία θα οδηγούσε στην ενίσχυση της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και στην εκτίναξη της Χρυσής Αυγής στην Ελλάδα. Ενώ θα παγιωνόταν ένα καθεστώς στην Ευρώπη, το οποίο πολύ μικρή σχέση θα είχε με αυτό που γνωρίσαμε μεταπολεμικά και ήταν αποτέλεσμα των κατακτήσεων του εργατικού κινήματος και των αγώνων της Αριστεράς. Ελπίζω, και αυτό δεν είναι τόσο αισιόδοξο, για να οδηγηθούμε στην Ευρώπη των λαών και των εργαζομένων, με ότι μπορεί να σημαίνει αυτό στις σημερινές συνθήκες, να μην προϋποθέτει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να παίξει το ρόλο της Ιφιγένειας.
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου