Σαν σήμερα είναι η επέτειος της γέννησης αλλά και του θανάτου της
πανέμορφης Σουηδής ηθοποιού Ίνγκριντ Μπέργκμαν, η οποία μεσουρανούσε
την περίοδο 1940-1970 και έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό από την ενσάρκωση
της Ίλσα στην ταινία Καζαμπλάνκα δίπλα στον μοναδικό Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ..
Η Μπεργκμαν γεννήθηκε στη Στοκχόλμη της Σουηδίας στις 29 Αυγούστου του 1915 και πέθανε στο Τσέλσι της Αγγλίας, ακριβώς 67 χρόνια μετά τη μέρα των γενεθλίων της, στις 29 Αυγούστου του 1982.
Έχασε τους γονείς της από πολύ μικρή ηλικία και ζούσε με το θείο της, ο οποίος την αγαπούσε πολύ και τη στήριξε στο όνειρό της να γίνει ηθοποιός.
Απο την ηλικία των 17 ετών είχε ήδη εμφανιστεί στον κινηματογράφο σε ρόλο κομπάρσου, στη Σουηδική ταινία LandSkamp, η ομορφιά της όμως δεν πέρασε απαρατήρητη.
Ξεκίνησε τις σπουδές της στη Βασιλική δραματική Σχολή της Στοκχόλμης και ως φοιτήτρια ακόμη, εμφανίσθηκε στη σκηνή εντυπωσιάζοντας αμέσως το κοινό, όμως η ίδια ένιωθε ότι το θέατρο δεν ήταν αυτό ακριβώς που ήθελε.
Το 1935 θα έχει ακόμη μία ευκαιρία στον κινηματογράφο, στην ταινία Munkbrogreven, με το ρόλο της Έλσα Έντλαντ. Μετά απο αρκετές ταινίες στις οποίες έπαιξε εκείνη τη χρονιά, θεωρήθηκε ήδη μία αξιοπρόσεκτη ηθοποιός του κινηματογράφου
Το 1938 πήρε το πτυχίο της και ξεκίνησε να παίζει στον κινηματογράφο με μεγάλη επιτυχία και το 1939 ήρθε στην Καλιφόρνια για να παίξει (ξανά) στο remake της ταινίας Intermezzo το ρόλο της Αννίτα Χόφμαν.
Η εμφάνισή της εντυπωσίασε τους παραγωγούς του Χόλιγουντ, λόγω της εντυπωσιακής ομορφιάς της και του μοναδικού της ταλέντου και η Ίνγκριντ σιγά σιγά διαπίστωσε ότι το Χόλιγουντ ήταν αυτό που πάντα ονειρευόταν όμως είχε δεσμευτεί να επιστρέψει στη Σουηδία, όπου και έπαιξε σε δύο ταινίες: το En end A natt (1939) και το Juninatten (1940).
Στη συνέχεια γύρισε στις ΗΠΑ και το 1942 έπαιξε στη ταινία που την έκανε γνωστή μέχρι σήμερα: το ρομαντικό δράμα Καζαμπλάνκα που έχει εμπνεύσει δεκάδες σκηνοθέτες και σεναριογράφους μέχρι σήμερα.
ο 1943 ήταν υποψήφια για Όσκαρ για το ρόλο της στο «Για ποιον χτυπά η καμπάνα» (1943), τη μόνη ταινία που έκανε εκείνη τη χρονιά. Οι κριτικοί και κοινό δεν την ξέχασαν όμως και το 1945 πήρε το Όσκαρ καλύτερου ηθοποιού για το ρόλο της στη ταινία «Εφιάλτης»
Το 1949 πήγε στην Ιταλία για τη ταινόα Στρόμπολι (1950), που σκηνοθετούσε ο Ρομπέρτο Ροσελίνι. Η Ίνγκριντ τον ερωτεύτηκε αμέσως και για χάρη του άφησε τον σύζυγό της,Πήτερ Λίντστορμ και την κόρη της Πία.
Οι υπερασπιστές της ηθικής του αμερικάνικου τύπου εξοργίστηκαν μαζί της, όμως εκείνη ήταν ήδη έγκυος και αποφάσισε να παραμείνει στην Ιταλία, όπου ο γιος της γεννήθηκε.
Στο Hollywood επέστρεψε το 1956 με πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία «Αναστασία» (1956), που γυρίστηκε στην Αγγλία και της χάρισετο δεύτερο Όσκαρ της. Τα επόμενα χρόνια ταξίδευε μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής κάνοντας αρκετές ταινίες, εκ των οποίων κάποιες ήταν αρκετά καλές και θύμιζαν τη πρώτη της αίγλη. Η τελευταία της εμφάνιση στη μεγάλη οθόνη έγινε στη ταινία Höstsonaten το 1978 και την έβαλε υποψήφια για το βραβείο της Ακαδημίας. Αν και δε το κέρδισε οι κριτικοί την θεώρησαν ως μία απο τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας της. Εμφανίστηκε ακόμη μία φορά στο κοινό, ως συνταξιούχος πια, στη τηλεταινία του 1982 «A Woman Called Golda» και λίγο καιρό αργότερα την κατέβαλε η επάρατη νόσος.
Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την έχει κατατάξει τέταρτη στη λίστα με τις 25 μεγαλύτερες σταρ όλων των εποχών.
phgh
Η Μπεργκμαν γεννήθηκε στη Στοκχόλμη της Σουηδίας στις 29 Αυγούστου του 1915 και πέθανε στο Τσέλσι της Αγγλίας, ακριβώς 67 χρόνια μετά τη μέρα των γενεθλίων της, στις 29 Αυγούστου του 1982.
Έχασε τους γονείς της από πολύ μικρή ηλικία και ζούσε με το θείο της, ο οποίος την αγαπούσε πολύ και τη στήριξε στο όνειρό της να γίνει ηθοποιός.
Απο την ηλικία των 17 ετών είχε ήδη εμφανιστεί στον κινηματογράφο σε ρόλο κομπάρσου, στη Σουηδική ταινία LandSkamp, η ομορφιά της όμως δεν πέρασε απαρατήρητη.
Ξεκίνησε τις σπουδές της στη Βασιλική δραματική Σχολή της Στοκχόλμης και ως φοιτήτρια ακόμη, εμφανίσθηκε στη σκηνή εντυπωσιάζοντας αμέσως το κοινό, όμως η ίδια ένιωθε ότι το θέατρο δεν ήταν αυτό ακριβώς που ήθελε.
Το 1935 θα έχει ακόμη μία ευκαιρία στον κινηματογράφο, στην ταινία Munkbrogreven, με το ρόλο της Έλσα Έντλαντ. Μετά απο αρκετές ταινίες στις οποίες έπαιξε εκείνη τη χρονιά, θεωρήθηκε ήδη μία αξιοπρόσεκτη ηθοποιός του κινηματογράφου
Το 1938 πήρε το πτυχίο της και ξεκίνησε να παίζει στον κινηματογράφο με μεγάλη επιτυχία και το 1939 ήρθε στην Καλιφόρνια για να παίξει (ξανά) στο remake της ταινίας Intermezzo το ρόλο της Αννίτα Χόφμαν.
Η εμφάνισή της εντυπωσίασε τους παραγωγούς του Χόλιγουντ, λόγω της εντυπωσιακής ομορφιάς της και του μοναδικού της ταλέντου και η Ίνγκριντ σιγά σιγά διαπίστωσε ότι το Χόλιγουντ ήταν αυτό που πάντα ονειρευόταν όμως είχε δεσμευτεί να επιστρέψει στη Σουηδία, όπου και έπαιξε σε δύο ταινίες: το En end A natt (1939) και το Juninatten (1940).
Στη συνέχεια γύρισε στις ΗΠΑ και το 1942 έπαιξε στη ταινία που την έκανε γνωστή μέχρι σήμερα: το ρομαντικό δράμα Καζαμπλάνκα που έχει εμπνεύσει δεκάδες σκηνοθέτες και σεναριογράφους μέχρι σήμερα.
ο 1943 ήταν υποψήφια για Όσκαρ για το ρόλο της στο «Για ποιον χτυπά η καμπάνα» (1943), τη μόνη ταινία που έκανε εκείνη τη χρονιά. Οι κριτικοί και κοινό δεν την ξέχασαν όμως και το 1945 πήρε το Όσκαρ καλύτερου ηθοποιού για το ρόλο της στη ταινία «Εφιάλτης»
Το 1949 πήγε στην Ιταλία για τη ταινόα Στρόμπολι (1950), που σκηνοθετούσε ο Ρομπέρτο Ροσελίνι. Η Ίνγκριντ τον ερωτεύτηκε αμέσως και για χάρη του άφησε τον σύζυγό της,Πήτερ Λίντστορμ και την κόρη της Πία.
Οι υπερασπιστές της ηθικής του αμερικάνικου τύπου εξοργίστηκαν μαζί της, όμως εκείνη ήταν ήδη έγκυος και αποφάσισε να παραμείνει στην Ιταλία, όπου ο γιος της γεννήθηκε.
Στο Hollywood επέστρεψε το 1956 με πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία «Αναστασία» (1956), που γυρίστηκε στην Αγγλία και της χάρισετο δεύτερο Όσκαρ της. Τα επόμενα χρόνια ταξίδευε μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής κάνοντας αρκετές ταινίες, εκ των οποίων κάποιες ήταν αρκετά καλές και θύμιζαν τη πρώτη της αίγλη. Η τελευταία της εμφάνιση στη μεγάλη οθόνη έγινε στη ταινία Höstsonaten το 1978 και την έβαλε υποψήφια για το βραβείο της Ακαδημίας. Αν και δε το κέρδισε οι κριτικοί την θεώρησαν ως μία απο τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας της. Εμφανίστηκε ακόμη μία φορά στο κοινό, ως συνταξιούχος πια, στη τηλεταινία του 1982 «A Woman Called Golda» και λίγο καιρό αργότερα την κατέβαλε η επάρατη νόσος.
Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την έχει κατατάξει τέταρτη στη λίστα με τις 25 μεγαλύτερες σταρ όλων των εποχών.
phgh
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου