Στηβ Πισάνος* Η Ιστορία του Ιπτάμενου Έλληνα Μια Ελληνική Οδύσσεια και ένα Αμερικανικό Όνειρο



Μπορεί να έχουν περάσει 70 χρόνια από την απόβαση της Νορμανδίας, αλλά ο ενενηνταπεντάχρονος ομογενής σμήναρχος της Αμερικανικής πολεμικής αεροπορίας Στηβ Πισάνος, που έγινε γνωστός στις Η.Π.Α ως ο «Ιπτάμενος Έλληνας» τη θυμάται σαν να ήταν χθες.

Η ιστορία του Στηβ ξεκινάει πολύ πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο όταν ήταν ακόμα ένας νεαρός μαθητής στο δημοτικό σχολείο του Κολωνού στην Αθήνα. Πηγαίνοντας λοιπόν ένα πρωί στο σχολείο άκουσε πίσω του έναν εκκωφαντικό θόρυβο που τον έκανε να φοβηθεί. Γύρισε να κοιτάξει, και αυτό που είδε του άλλαξε την ζωή για πάντα.
Ένα αεροπλάνο της Ελληνικής πολεμικής αεροπορίας ενώ πραγματοποιούσε χαμηλή πτήση πάνω από τα σπίτια έκανε έναν ελιγμό στον λόφο του Κολωνού και χάθηκε στον ορίζοντα. Ο Στηβ όμως πρόλαβε να δει καθαρά την σιλουέτα του πιλότου, ο οποίος όπως θυμάται τον χαιρέτησε κουνώντας το χέρι του.
Αυτό ήταν. Όπως λέει ο ίδιος από εκείνο το πρωί ερωτεύτηκε τα αεροπλάνα και ορκίστηκε στον εαυτό του ότι μια μέρα θα γίνει «πιλότος και τίποτα άλλο, ότι και αν αυτό σημαίνει.»

Ο Στηβ μαθητής λυκείου στον Κολωνό, λίγο πριν πάρει την μεγάλη απόφαση για το ταξίδι
Ήταν μια υπόσχεση ζωής την όποια όπως έδειξε η μετέπειτα πορεία του επρόκειτο να κρατήσει. Μπορεί το υψηλό οικονομικό κόστος για τις εξετάσεις και η χαμηλή σχολική βαθμολογία να μην του επέτρεπαν να εισέλθει στην Σχολή Ικάρων, αλλά δεν τον εμπόδισαν να κυνηγήσει το όνειρο του σε μια άλλη χώρα που θα του έδινε τα φτερά που ήθελε για να πετάξει.
O Στηβ μεγάλωσε με Αμερικανικές ταινίες του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου και είχε έναν Ελληνοαμερικανό φίλο, ο οποίος του είπε πως στις Η.Π.Α δεν χρειάζεται να ξοδέψει μια περιούσια για να αποκτήσει μια άδεια πολιτικής αεροπορίας. Ο Στηβ πήρε έτσι την μεγάλη απόφαση για το ταξίδι στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού. Ήταν δεν ήταν 18 χρονών και δεν είχε ακόμα τελειώσει την 3η Λυκείου.

Tο Ταξίδι

Κουράγιο, κουράγιο, μην το βάζεις κάτω

Φωτογραφία από Stu on Flickr. Άδεια CC BY-NC 2.0.
Δεν γνώριζε λέξη στα Αγγλικά και δεν είχε χρήματα, ούτε τα απαραίτητα ταξιδιωτικά έγγραφα. Βρήκε όμως την λύση στο πρόβλημα του. Ένα πρωί αντί να πάει στο σχολείο πήρε τον δρόμο για τον Πειραιά, όπου και έβγαλε φυλλάδιο ναυτικού. Δεν μπορεί σκέφτηκε, «η Αμερική είναι μεγάλη χώρα. Κάποια στιγμή το πλοίο θα με βγάλει σε ένα λιμάνι της».
Η ζωή του ναυτικού αποδείχτηκε βαριά για τον νεαρό Στηβ. Στις ατελείωτες βάρδιες που δούλευε καθημερινά φτυάριζε κάρβουνο επαναλαμβάνοντας ακατάπαυστα τις μόνες δύο λέξεις που χρειαζόταν να ξέρει. «Τicket for New York,» ή αλλιώς «εισιτήριο για την Νέα Υόρκη».
Τα λόγια είναι δύσκολο να περιγράψουν το αίσθημα χαράς που ένιωσε, όταν ένα βράδυ ύστερα από οκτώ μήνες ταξιδιού αντίκρισε για πρώτη φορά τα φώτα του λιμανιού της Βαλτιμόρης. «Το κοίταξα και είπα, Σπύρο αυτό είναι το καινούργιο σου σπίτι».
Μπορεί πλέον να τον χώριζε από το όνειρο του λιγότερο από ένα μίλι, αλλά η απόσταση ανάμεσα στο πλοίο και τις αποβάθρες του λιμανιού φάνταζε τεράστια. Το αρχικό σχέδιο του Στηβ ήταν να βρει μερικές πλαστικές σακούλες για να τυλίξει τα ρούχα του και να προσπαθήσει να βγει κολυμπώντας στην ακτή. Γρήγορα όμως το εγκατέλειψε καθώς δεν γνώριζε καλό κολύμπι και φοβόταν μήπως το λιμενικό τον εντοπίσει και τον στείλει πίσω στην Ελλάδα.
Ο χρόνος κυλούσε αντίστροφα και ο Στηβ πιεζόταν να βρει μια λύση. Το ξημέρωμα της Κυριακής σηκώθηκε ανήσυχος πολύ πριν το υπόλοιπο πλήρωμα και κατευθύνθηκε προς το κατάστρωμα που βρισκόταν δίπλα στο μαγειρείο.
Μην έχοντας κάποιο συγκεκριμένο πλάνο συνέχισε να στριφογυρίζει πάνω στο κατάστρωμα χωρίς να ξέρει τι να περιμένει. Είχε ξεκινήσει να απελπίζεται όταν την γαλήνια σιωπή του πρωινού διέκοψε η ατμομηχανή ενός μικρού σκάφους που προσέγγισε το πλοίο.
Ο Στηβ είδε το πρόσωπο ενός ηλικιωμένου άνδρα να ξεπροβάλει από την κάθετη μεταλλική σκάλα του πλοίου. Ο άγνωστος, ο οποίος ήταν φορτωμένος με εφημερίδες, μουρμούρισε κάτι ακαταλαβίστικο και κατευθύνθηκε προς το μαγειρείο και την τραπεζαρία όπου άφησε αντίστοιχα από μια εφημερίδα. Έπειτα πήρε τον δρόμο της επιστροφής προς την σκάλα.
Χωρίς να έχει πολύ χρόνο για να το σκεφτεί, ο Στηβ που παρέμενε παγωμένος στην θέση του θεώρησε πως αυτή ήταν η μοναδική του ευκαιρία και πως έπρεπε να την αρπάξει. Έτρεξε προς την σκάλα και κοίταξε τον άνδρα που μόλις είχε επιβιβαστεί στο σκάφος. Ενστικτωδώς έβγαλε από την τσέπη του ένα δολάριο και κουνώντας το έδειξε τον εαυτό του και την στεριά προς το λιμάνι. Ο άντρας ανταποκρίθηκε και του έκανε νόημα να κατέβει. Μέσα σε λίγα λεπτά, ο Στηβ θα έκανε τα πρώτα του βήματα σε αμερικανικό έδαφος.
έδαφος.

Στην Γη της Ευκαιρίας

Με το που πάτησα το πόδι μου στο έδαφος κοίταξα την γη και ήθελα να την φιλήσω

Φωτογραφία από χρήστη Flickr matheuslotero. Άδεια CC BY-NC 2.0.
Αυτά όμως τα πρώτα βήματα αποδείχτηκαν κάθε άλλο παρά εύκολα. Μην γνωρίζοντας αγγλικά, ο Στηβ σπατάλησε την μισή μέρα περιπλανώμενος στα σοκάκια του λιμανιού της Βαλτιμόρης ώσπου να καταφέρει να εντοπίσει τον σταθμό του τρένου.
Ξόδεψε τα τελευταία του δολάρια μαζί με τις μοναδικές δύο αγγλικές λέξεις που ήξερε, «ticket for New York», πριν ανέβει στο τρένο. Μπορεί πλέον να μην του είχε μείνει τίποτα και να μην γνώριζε τι τον περιμένει, αλλά όπως ο ίδιος λέει πρέπει να ήταν ο πιο χαρούμενος επιβάτης εκείνο το βράδυ στο τρένο.
Με το που έφτασε στην Νέα Υόρκη ο Στηβ σάστισε. Τα επιβλητικά κτήρια, οι φωτεινές επιγραφές μαζί με τον θόρυβο και την έντονη κίνηση της μεγαλούπολης κατέκλισαν τα μάτια του δεκαοκτάχρονου από τον Κολωνό, ο οποίος για πρώτη φορά αδυνατούσε να καθορίσει ποιά θα ήταν τα επόμενα του βήματα. Αφημένος πλήρως στην μοίρα του, αποφάσισε να πάρει τον δρόμο προς το άγνωστο. Ήταν ακόμα ένας άγνωστος ανάμεσα σε άγνωστους.
Μέσα στην ανασφάλεια που τον κυρίευσε ξεκίνησε να αμφιβάλει για το πόσο ρεαλιστικό ήταν το σχέδιο να κυνηγήσει το όνειρο του με αυτό τον τρόπο. Ενώ λοιπόν βρισκόταν βυθισμένος στις σκέψεις του, κάπου μέσα στην Βαβέλ της Νέας Υόρκης του φάνηκε πως άκουσε λέξεις στα ελληνικά. Για μια στιγμή αμφέβαλε. Γύρισε όμως και αντίκρισε μια ελληνική σημαία να κρέμεται πάνω από ένα κτήριο στην απέναντι πλευρά του δρόμου.
Το κτήριο αποδείχτηκε πως ήταν ένα Ελληνικό σινεμά που έπαιζε την «Βοσκοπούλα», την πρώτη ταινία στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Δύο ομογενείς που βρίσκονταν απέξω συζητούσαν για το αν έπρεπε να την δουν. Ο Στιβ δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του. Χωρίς δεύτερη σκέψη τους πλησίασε και ρώτησε «Συγνώμη τι θέλετε να μάθετε για την ταινία? Την έχω δει στην Αθήνα». Για μια ακόμα φορά χωρίς να το ξέρει είχε σταθεί τυχερός. Μόλις άκουσαν την ιστορία του, οι δύο ομογενείς αποφάσισαν να τον φιλοξενήσουν προσωρινά. Πολύ σύντομα βρέθηκε να έχει δουλεία και μόνιμη κατοικία. Το όνειρο του φάνταζε περισσότερο κοντά από ποτέ.
Άλλαξε πολλές δουλείες και ακόμα περισσότερες διευθύνσεις. Εκείνο όμως που παρέμεινε ίδιο ήταν η προθυμία του να θυσιάσει τα πάντα για να πραγματοποιήσει το όνειρο του να πετάξει. Προσπέρασε νεανικούς έρωτες, ενώ ο ελεύθερος χρόνος και η διασκέδαση ήταν άγνωστες έννοιες κατά τα πρώτα του χρόνια στην Αμερική. Δούλευε καθημερινά από το πρωί μέχρι αργά το απόγευμα προκειμένου να καταφέρει να εξοικονομήσει και το τελευταίο δολάριο που του ήταν απαραίτητο για να πληρώσει τα μαθήματα πτήσεως και αγγλικών.

Με τον δάσκαλό του μετά την επιτυχημένη ολοκλήρωση των εξετάσεων για την άδεια πολιτικής αεροπορίας
Ύστερα από το πλύσιμο αρκετών πιάτων και την συμπλήρωση των απαιτούμενων ορών πτήσης με τον δάσκαλο, ο Στηβ πέρασε επιτυχώς τις εξετάσεις και απέκτησε την άδεια πιλότου πολιτικής αεροπορίας.
Η επιτυχία του όμως φαινόταν να είχε αγγίξει τα όρια της. Πολύ σύντομα ο Στηβ έμαθε πως δεν του επιτρέπεται να καταταγεί στην πολεμική αεροπορία καθώς δεν είχε την αμερικανική υπηκοότητα. Ήταν μια πραγματικότητα την οποία έπρεπε να αποδεχτεί. Αύτη την φορά καμία θυσία ή σκληρή δουλεία δεν θα ήταν ικανή να αλλάξει τα πράγματα.

Πόλεμος

Τόσοι χαμένοι πιλότοι

Φωτογραφία από το Εθνικό Αρχείο των Η.Π.Α, «Εικόνες του Δεύτερου Παγκόσμιου Πόλεμου, Αριθμός 73».
Λένε όμως πως όταν θέλεις κάτι πολύ το σύμπαν θα συνωμοτήσει για να το αποκτήσεις. Στην περίπτωση του Στηβ εκεί που η δύναμη της θέλησης δεν ήταν πλέον αρκετή για να ανατρέψει το ανυπέρβλητο εμπόδιο της υπηκοότητας, ήρθε ο καιρός και η συγκυρία για να φέρουν τα πάνω κάτω, ανοίγοντας και πάλι μια χαραμάδα ελπίδας στο όνειρο του.

Ο Στηβ ως εκπαιδευόμενος πιλότος για λογαριασμό της Βρετανικής Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε ξεσπάσει, και παρόλο που η Αμερική παρέμενε ουδέτερη τα τραγικά νέα για τις εξελίξεις στην Ευρώπη μονοπωλούσαν τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Πολύ σύντομα, ο Στηβ έμαθε από έναν φίλο στο Νιου Τζέρσεϊ ότι η Βασιλική Πολεμική Αεροπορία της Αγγλίας στρατολογούσε μυστικά αμερικάνους πιλότους που είχαν άδεια πολιτικής αεροπορίας.
Δεν ήταν αμερικάνος πολίτης, ούτε είχε συμπληρώσει τις ελάχιστες ώρες πτήσεις που ζητούσαν. Αλλά στην κατάσταση που είχε φέρει ο πόλεμος την Αγγλία, οι στρατολόγοι ήταν πρόθυμοι να βάλουν νερό στο κρασί τους. Έτσι το αγόρι από τον Κολωνό που δεν είχε καταφέρει να γίνει δεκτός στη Σχολή Ικάρων στην Αθήνα, βρέθηκε να εκπαιδεύεται σε μια από τις πιο εκλεκτές ακαδημίες της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας στην Καλιφόρνια για λογαριασμό της Βασιλικής Αεροπορίας της Αγγλίας.

Στους Ουρανούς της Ευρώπης

Ο πόλεμος κρίθηκε στον αέρα

Φωτογραφία από το Εθνικό Αρχείο των Η.Π.Α, «Εικόνες του Δεύτερου Παγκόσμιου Πόλεμου, Αριθμός 73».
Όλα έπρεπε να γίνουν βιαστικά. Μόλις συμπλήρωσαν 100 ώρες πτήσης, τους έστειλαν στον Καναδά, όπου μπήκαν σε ένα καράβι με προορισμό τις βόρειες ακτές της Αγγλίας. Ο Στηβ για άλλη μια φορά βρέθηκε επιβάτης σε ένα ταξίδι με άγνωστο προορισμό. Ήταν Φεβρουάριος του 1942.
Έφτασαν βράδυ στην Σκωτία και από εκεί με άκρα μυστικότητα οδηγήθηκαν στο βομβαρδισμένο Λονδίνο. Οι ομάδες των αμερικανών πιλότων που εντάχθηκαν στην Βασιλική Αεροπορία οργανώθηκαν σε τρία σμήνη, τα οποία έμειναν γνωστά ως τα Αμερικανικά «Eagle Squadrons».
Οι αποστολές ξεκίνησαν και ο Στηβ κατάφερε γρήγορα να γίνει δημοφιλής ανάμεσα στους συναδέλφους του, οι οποίοι ξεκίνησαν να τον φωνάζουν ως «ιπτάμενο έλληνα», ένας τίτλος που έμελλε να τον συνοδεύσει σε όλη την μετέπειτα πορεία του.

..

Οι μήνες πέρασαν και η Αμερική μπήκε στον πόλεμο. Όταν τα αμερικανικά στρατεύματα ξεκίνησαν να φτάνουν στην Αγγλία, οι διοικητές αποφάσισαν να ενσωματώσουν τα «Eagle Squadrons» στην Αμερικανική Πολεμική Αεροπορία. Ο Στηβ ξεκίνησε πάλι να ανησυχεί πως το ταξίδι του στους αιθέρες της Ευρώπης θα τελείωνε πρόωρα.
Και σαν να μην έφτανε το πρόβλημα της υπηκοότητας, το οποίο τον εμπόδιζε νομικά να μετατεθεί στον αμερικανικό στρατό, εκπρόσωποι της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης στην Αίγυπτο ξεκίνησαν να τηλεφωνούν από το Κάιρο και να απαιτούν την άμεση μεταφορά του στις ελληνικές δυνάμεις. Ο Στηβ αισθάνθηκε πως οι μέρες του στο Λονδίνο ήταν μετρημένες και έσπευσε να ζητήσει την βοήθεια του φίλου του Τσέσλεϊ Πίτερσον, ο οποίος ήταν διοικητής του τρίτου σμήνους από τα «Eagle Squadrons».
Με την παρέμβαση του Πίτερσον το πρόβλημα της υπηκοότητας παρακάμφθηκε και η μεταφορά του Πισάνου εγκρίθηκε. Μπορεί να του φαινόταν απίστευτο, αλλά τα είχε καταφέρει. Ήταν πλέον ένας υποσμηναγός της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας.

Πιλότος στην Αμερικανική Αεροπορία

Αισθάνθηκα πως έγινα μέλος της πιο σπουδαίας δημοκρατικής χώρας

Φωτογραφία από χρήστη Flickr exeteranna. Άδεια CC BY-NC 2.0.
Πολύ σύντομα η διοίκηση αποφάσισε να απονείμει την υπηκοότητα και στους έξι μη αμερικανούς που υπηρέτησαν στα «Eagle Squadrons». Στην τελετή που πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 1942 στην πρεσβεία στο Λονδίνο, ο Στηβ προχώρησε δύο βήματα μπροστά και σήκωσε πρώτος το χέρι του, εγκαινιάζοντας με αυτό τον τρόπο μια καινούργια σελίδα στην αμερικανική ιστορία.
...
 Συνέχισε να παίρνει μέρος σε ριψοκίνδυνες αποστολές συνοδείας βομβαρδιστικών σε όλη την βορειοδυτική Ευρώπη. Μια από αυτές τις αποστολές τον οδήγησε πάνω από το Μπορντό.
...

Ενώ δεν είχε πιστεύσει ακόμα πως είναι ζωντανός, ο Στηβ κοίταξε γύρω του. Δεν άργησε να συνειδητοποιήσει τον άμεσο κίνδυνο. Δεν ήταν μόνο ότι βρισκόταν σε εχθρικό έδαφος, αλλά στεκόταν διπλά σε ένα πολεμικό αεροσκάφος στην μέση του πουθενά. Έβγαλε αμέσως το φουλάρι που φορούσε και προσπάθησε να το ανάψει χρησιμοποιώντας σπίρτα για να βάλει φωτιά στην μηχανή του αεροπλάνου. Πάνω στην βιασύνη του και την ένταση της στιγμής του φάνηκε πως άκουσε πυροβολισμούς. Γύρισε και είδε δυο γερμανούς στρατιώτες να τον πλησιάζουν από μακριά με τα όπλα τους.
Στην αρχή νόμιζε πως θέλουν να τον τρομάξουν. Δεν του πήρε πάνω από μερικά δευτερόλεπτα για να καταλάβει ότι στην πραγματικότητα προσπαθούσαν να τον σκοτώσουν.
Ενώ οι σφαίρες πέρασαν ξηστά πάνω από το καπέλο του και χτύπησαν την ουρά του πεσμένου αεροσκάφους, ο Στηβ πέταξε ότι κρατούσε και άρχισε να τρέχει προς το δάσος για να σώσει την ζωή του. Οι Γερμανοί όμως τον πήραν στο κυνήγι. Στα λίγα δευτερόλεπτα που χρειάστηκε για να διασχίσει το λιβάδι το μόνο που άκουγε ήταν η βαρεία αναπνοή του και ο ήχος των σφαιρών που έπεφταν στο έδαφος.
Όταν κατάφερε επιτέλους να τους ξεφύγει είχε χαθεί. Έκανε αρκετούς κύκλους μέσα στο δάσος και τελικά κατάφερε να βγει σε ένα ξέφωτο. Από μακριά μπορούσε να δει το πεσμένο αεροπλάνο. Πήδηξε ένα ξύλινο φράχτη και ξεκίνησε να διασχίζει τον χωματόδρομο όταν ξαφνικά είδε αφημένη την μοτοσυκλέτα των δύο γερμανών στρατιωτών. Για μια στιγμή του πέρασε από το μυαλό να την πάρει και να εξαφανιστεί. Δεν το τόλμησε. Ξεκίνησε να τρέχει ακόμα περισσότερο και χάθηκε μέσα στην γαλλική εξοχή.

Κάτω στην Γαλλία

Ευτυχώς μιλούσα λίγα Γαλλικά από το σχολείο

Φωτογραφία από χρήστη Flickr dwysiu. Άδεια CC BY-NC 2.0.
Τις επόμενες πέντε μέρες τις πέρασε περιπλανώμενος στην γαλλική ενδοχώρα. Τον πονούσε ο ώμος του, ενώ έτρωγε για φαγητό ότι μπορούσε να συλλέξει από το έδαφος και έβρισκε νερό στα διάφορα ρυάκια του δάσους. Κοιμόταν όπου έβρισκε. Το τελευταίο βράδυ το πέρασε κρυμμένος κάτω από μια γέφυρα πριν καταφέρει το επόμενο πρωί να εντοπίσει μέλη της γαλλικής αντίστασης και να ζητήσει βοήθεια.
Στην αρχή οι γάλλοι αγρότες που τον πλησίασαν ήταν ιδιαίτερα διστακτικοί. «Άγγλος» τον ρώτησαν. «Όχι, αμερικάνος», αποκρίθηκε ο Στηβ. «Ώστε είσαι ο ιπτάμενος έλληνας, το Λονδίνο μας ενημέρωσε», απάντησαν αγκαλιάζοντας τον.

Πρωτοσέλιδο στην τοπική εφημερίδα του Πλέινφιλντ που αναφέρεται στην πτώση του Στηβ στην Γαλλία
Του έβγαλαν ψεύτικα χαρτιά και τον φυγάδευσαν στο Παρίσι. Εκεί τον φιλοξένησε προσωρινά μια οικογένεια σε ένα διαμέρισμα μαζί με άλλους άγγλους πιλότους. Πάνω σε ένα μεταμεσονύχτιο γλέντι ένας από τους πιλότους, Σκoτ τον έλεγαν, ξεκίνησε να παίζει πιάνο και να τραγούδα, γεγονός που παραλίγο να αποδειχτεί μοιραίο λάθος.
Μέσα σε λίγα λεπτά η Γκεστάπο βρισκόταν στο κατώφλι της πόρτας τους. Ο πανικόβλητος ιδιοκτήτης τους ζήτησε να βγουν από το μπαλκόνι. Δεν είχαν άλλη επιλογή. Ακροβατώντας πάνω από μεγάλο υψόμετρο, ο Στηβ και η παρέα του ξεκίνησαν να πηδούν από μπαλκόνι σε μπαλκόνι διασχίζοντας με αυτό τον τρόπο τα στενά σοκάκια του Παρισιού μέχρι που τελικά κατάφεραν να ξεφύγουν.

Το υπόλοιπο μέρος της παραμονής του στο Παρίσι, ο Στηβ το πέρασε αφοσιωμένος στην γαλλική αντίσταση. Έγινε μέλος μιας μυστικής οργάνωσης που κάθε βράδυ έβγαινε στους δρόμους για να σαμποτάρει γερμανικούς στόχους. Ο Στηβ δεν σταμάτησε να δουλεύει μέχρι την τελευταία στιγμή. Ενώ οι συμμαχικές δυνάμεις κατευθύνονταν προς το Παρίσι για να το ελευθερώσουν, ο Στηβ ήταν ένας από τους λίγους που δούλευαν για την απασφάλιση των γερμανικών εκρηκτικών που βρισκόταν πάνω στις γέφυρες, εξασφαλίζοντας έτσι την ασφαλή διέλευση των στρατευμάτων.

Για αυτή ακριβώς την συμβολή του τιμήθηκε σχεδόν εβδομήντα χρόνια αργότερα από τον πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας με το Παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής, μια τιμητική διάκριση η οποία απονέμεται σε πολίτες και στρατιωτικούς που έχουν προσφέρει εξαιρετικές υπηρεσίες στην χώρα.
Όπως θυμάται το «πανηγύρι» που ακολούθησε την άφιξη των αμερικανών στο Παρίσι δεν είχε προηγούμενο. Πολύ σύντομα ενώθηκε πάλι με το στράτευμα και γύρισε στο Λονδίνο. Εκεί προς μεγάλη του απογοήτευση πληροφορήθηκε πως δεν θα του επιτρεπόταν πλέον να ξαναπετάξει σε αποστολές εξαιτίας της συμμετοχής του στην γαλλική αντίσταση. Ήταν ένα προκαθορισμένο μέτρο ασφαλείας που αποσκοπούσε στην προστασία των ίδιων των πιλότων. Σε περίπτωση που αιχμαλωτίζονταν υπήρχε ο κίνδυνος να βασανιστούν προκειμένου να δώσουν πληροφορίες για το αντιστασιακό δίκτυο.
...


Η Επιστροφή

Μια μέρα θα σε κάνω περήφανο πατέρα. Ελπίζω πως τον έκανα.

Έτσι γύρισε στην Αμερική όπου έγινε δεκτός με τιμές ήρωα στο Πλέινφιλντ, την πόλη στο Νίου Τζέρσεϊ που είχε εγκατασταθεί πριν τον πόλεμο. Ήταν μόλις 25 χρονών και είχε ήδη καταφέρει πολύ περισσότερα από όσα είχε τολμήσει να ονειρευτεί.
Σήμερα στα ενενηνταπέντε του χρόνια ζει στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια. Παρακολουθεί τις Κυριακές τη λειτουργία στην εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, ενώ τον ελεύθερο του χρόνο τον μοιράζεται πίνοντας καφέ με τους έλληνες ομογενείς και βετεράνους φίλους του.
Παρακολουθεί τακτικά τις ειδήσεις και όταν ακούει κακά μαντάτα για την Ελλάδα ο νους του ταξιδεύει στα νέα παιδιά και τους συμπατριώτες του που έχουν όνειρα, όπως είχε και αυτός. Τους καταλαβαίνει, και ελπίζει ότι η ιστορία του μπορεί να τους εμπνεύσει πως με την αισιοδοξία και την δύναμη της θέλησης όλα είναι δυνατά.

Συντελεστές

Ρεπορτάζ και βίντεο: Πέτρος Κασφίκης
Παραγωγή: Ζωή Λεουδάκη
Ιστοσελίδα και γραφικά: Stephen Mekosh
Φωτογραφική επιμέλεια: Δημήτρης Μανής
Οι φωτογραφίες του Σπύρου Πισάνο προσφέρθηκαν από τον γιο του Jeffrey Pisanos.
πηγη.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...