Στις
21 Ιουλίου θα καθίσει για πρώτη φορά στο «εδώλιο» της Επιτροπής
Ανταγωνισμού το παράλληλο κράτος, η σκιώδης διακυβέρνηση των
μεγαλοεργολάβων, που εδώ και δεκαετίες σε αγαστή συνεργασία με τους
πολιτικούς τους επικεφαλής καθώς και στελέχη της δημόσιας διοίκησης
στήνουν διαγωνισμούς και ροκανίζουν τα χρήματα των φορολογουμένων και
τα ευρωπαϊκά κονδύλια.
Η αποκάλυψη του μεγαλύτερου καρτέλ στην ιστορία της χώρας - και όχι μόνον - έρχεται να ρίξει φως με στοιχεία στο συλλογικό μας μυστικό.
Έρχεται να επιβεβαιώσει τον «νόμο» που επέβαλαν από κοινού το πολιτικό και επιχειρηματικό κατεστημένο της χώρας. Τον «νόμο» του εργολάβου που ως ο απόλυτος νταβατζής στήνει τους διαγωνισμούς, αρπάζει τα έργα και μοιράζει την πίτα των δισεκατομμυρίων ευρώ κατά το δοκούν.
Ο χαρακτηρισμός παράλληλο κράτος και σκιώδης διακυβέρνηση των μεγαλοεργολάβων αποτυπώνει πλήρως το τι συμβαίνει στη χώρα μας εδώ και δεκαετίες. Και αυτό γιατί η εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού προς την Επιτροπή Ανταγωνισμού αποκαλύπτει ότι στο κόλπο γκρόσο συμμετείχαν εδώ και δεκαετίες οι πάντες. Όλες οι ελληνικές εταιρείες -μεγάλες και μικρομεσαίες - αλλά και 20 ξένες, από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη, που μόλις πάτησαν το πόδι τους στην Ελλάδα έγιναν μέρος του συστήματος.
«Too big to fail?»
Η αποκάλυψη, όμως, της ταυτότητας και των μεθόδων αυτού που γενικά και αόριστα καταγγέλλεται όλες αυτές τις δεκαετίες ως διαπλοκή, έρχεται να δοκιμάσει αντοχές, νόμους, προθέσεις, την κοινή λογική.
Έρχεται να βάλει τον κάθε κατεργάρη στον πάγκο του, μια και τώρα μένει να αποδειχθεί εάν πράγματι μπορεί να ξεριζωθεί η «καρδιά του κτήνους», εάν πράγματι μπορεί να ξηλωθεί το κράτος εν κράτει.
Γιατί το βασικό ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί προς την κοινωνία είναι εάν το καρτέλ των μεγαλοεργολάβων είναι «too big to fail». Δηλαδή, πολύ μεγάλο για να καταρρεύσει ή, καλύτερα, τόσο μεγάλο που ούτε και αυτή η κυβέρνηση θα μπορέσει να το αφήσει να καταρρεύσει προκειμένου να υπάρξει δικαιοσύνη και να μπουν νέοι όροι στην αγορά των δημοσίων έργων.
Σε λιγότερο από τριάντα ημέρες, οι εκπρόσωποι 61 κατασκευαστικών εταιρειών θα προσέλθουν να δώσουν απαντήσεις στην ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τα μύρια όσα αποκαλύπτονται στην εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, η οποία συνοδεύεται από δεκάδες χιλιάδες σελίδες αποδεικτικών στοιχείων.
Στοιχεία που συγκεντρώθηκαν μέσα από την κατάσχεση υπολογιστών και εγγράφων έπειτα από αιφνιδιαστικές εφόδους που έγιναν τα τελευταία τρία χρόνια στα γραφεία των μεγαλύτερων κατασκευαστικών ομίλων και των δύο εργοληπτικών σωματείων (ΣTEAT-ΣATE).
Άκρως σημαντικό ρόλο στις αποκαλύψεις και στη σύνθεση του παζλ έπαιξε και το λεγόμενο «βαθύ λαρύγγι» ή αλλιώς ο όμιλος Τεχνική Ολυμπιακή, που επέλεξε να αποκαλύψει σημαντικά στοιχεία για το στήσιμο και τη λειτουργία του καρτέλ, εξασφαλίζοντας την υπαγωγή του στο πρόγραμμα επιείκειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Σύμφωνα με την εισήγηση, εταιρείες των ομίλων Ελλάκτωρ, J&P ΑΒΑΞ, ΓΕΚΤΕΡΝΑ, Τεχνική Ολυμπιακή και Intracom συμμετείχαν, με διαφορετικό χρόνο έναρξης η κάθε μια, σε καρτελική σύμπραξη για τη χειραγώγηση διαγωνισμών δημοσίων έργων, η οποία διήρκεσε για μακρό χρονικό διάστημα από το 1989 έως και το 2016.
Το καταπληκτικό είναι ότι στο σύστημα «στήνω και αρπάζω» εντάχθηκαν, μόλις πάτησαν πόδι για μπίζνες στην Ελλάδα, και ξένες εταιρείες, όπως η γαλλική Vinci και οι γερμανικές Hochtief και Siemens.
Το στήσιμο, σύμφωνα με τα αποδεικτικά στοιχεία, αφορά σχεδόν το σύνολο των μεγάλων ελληνικών και ξένων κατασκευαστικών αλλά και σχεδόν το σύνολο όλων των μεγάλων έργων, η εκμετάλλευση πολλών εκ των οποίων έχει παραχωρηθεί στους μεγαλοεργολάβους! Από τους μεγάλους αυτοκινητόδρομους μέχρι το μετρό, τον προαστιακό, το σιδηροδρομικό δίκτυο και γενικά έργα που είτε παραχωρήθηκαν είτε ανατέθηκαν μέσω ΣΔΙΤ, συμπράξεων, δηλαδή, δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.
Για να το κάνουμε λιανά, το καρτέλ των μεγαλοεργολάβων επί της ουσίας διαχειρίστηκε τα τελευταία 27 χρόνια όπως ήθελε και όπως ήθελαν οι πολιτικοί του φίλοι τα δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ από ευρωπαϊκά κονδύλια και εθνικούς πόρους.
Πώς τα έτρωγαν
Το πλήθος των αποδεικτικών στοιχείων που συγκέντρωσε κατά την έρευνά της η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο εδώ και δεκαετίες στήνονται οι διαγωνισμοί μεταξύ των μεγαλοεργολάβων και μοιράζεται το χρήμα.
Συγκεκριμένα, οι εμπλεκόμενες εταιρείες έκαναν συνεννοήσεις έτσι ώστε:
- να προσδιορίζουν εκ των προτέρων ποιος θα πάρει το έργο ανά διαγωνισμό,
- να καθορίζουν το ύψος των εκπτώσεων που θα προσέφεραν,
- να μην υποβάλουν οικονομικές προσφορές σε διαγωνισμούς έναντι οικονομικών ανταλλαγμάτων που έπαιρναν από τις εταιρείες που ήθελαν να «χτυπήσουν» το έργο,
- την από κοινού εκτέλεση των έργων, παρά τη συμμετοχή τους σε φαινομενικά ανταγωνιστικά σχήματα, μέσω επαφών που έκαναν πριν από την υποβολή οικονομικών προσφορών, ή/ και
- την παραίτηση από τη διεκδίκηση διαγωνισμών με αντάλλαγμα την από κοινού συμμετοχή στην εκτέλεση των έργων.
Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι οι συνεννοήσεις και η δημιουργία του πανίσχυρου καρτέλ, που ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος των δημοσίων έργων, υλοποιήθηκε κυρίως μέσω τακτικών συναντήσεων εκπροσώπων των εμπλεκόμενων ανταγωνιστών αλλά και με τη σύναψη διασφαλιστικών/αποζημιωτικών συμφωνητικών!
Παζάρι στο παρασκήνιο
Οι ισχυροί κραδασμοί που προκλήθηκαν με τη δημοσίευση της εισήγησης της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού κινητοποίησαν δυνάμεις στο παρασκήνιο αλλά και στο προσκήνιο, προκειμένου το μέγα σκάνδαλο να διευθετηθεί κατά το δυνατόν και να μην υπάρξουν μη διαχειρίσιμες εξελίξεις.
Έτσι δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι κατά την ψήφιση των μέτρων για την πρώτη αξιολόγηση εισήχθη ρύθμιση που προέβλεπε την ποινική ασυλία των μεγαλοεργολάβων στην περίπτωση πληρωμής του προστίμου για τη δημιουργία καρτέλ και νόθευσης του ανταγωνισμού.
Όπως σημείωναν στο «Π» στελέχη που γνωρίζουν καλά το θέμα, η ρύθμιση κατατέθηκε για δύο λόγους. Ο πρώτος ήταν ο φόβος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ενδεχομένου σε περίπτωση ποινικών διώξεων να ζητηθεί η επιστροφή κοινοτικών κονδυλίων που είχαν διατεθεί για τα έργα που αποδείχθηκε ότι δόθηκαν με στημένους διαγωνισμούς. Ο δεύτερος λόγος, όπως έλεγαν χαρακτηριστικά, ήταν ότι η έκταση του σκανδάλου θα οδηγούσε στο σκαμνί σχεδόν το σύνολο των ελληνικών κατασκευαστικών εταιρειών, ενώ θα άφηνε στο απυρόβλητο τις ξένες που επίσης συμμετείχαν στο καρτέλ.
Το σκεπτικό αυτό αποδεικνύει ότι οι καθ’ ύλην αρμόδιοι έχουν τρομακτικό πρόβλημα στη διαχείριση του μεγάλου σκανδάλου.
Η ρύθμιση αποσύρθηκε τελικά μετά τον τεράστιο σάλο που προκλήθηκε, αφού οι πολίτες έκπληκτοι συνειδητοποίησαν ότι είχε δρομολογηθεί λύση για να πέσουν οι μεγαλοεργολάβοι στα μαλακά. Έτσι η κυβέρνηση έκανε πίσω και ο υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος κατέθεσε νέα ρύθμιση, η οποία προβλέπει ότι σε περιπτώσεις παραβίασης του ελεύθερου ανταγωνισμού, αν καταβληθεί το πρόστιμο, εξαλείφεται το αξιόποινο «για μία και μόνο πράξη», εκείνη που αφορά το διοικητικό πρόστιμο, και όχι για τα συρρέοντα εγκλήματα.
Το μπαλάκι, πλέον, βρίσκεται σε πρώτη φάση στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία στις 21 Ιουλίου θα αρχίσει τις ακροάσεις με τους εκπροσώπους των 61 κατασκευαστικών εταιρειών προκειμένου να καταλήξει στις αποφάσεις της. Δηλαδή, σε ποιους θα επιβληθεί πρόστιμο και τι ύψους θα είναι αυτό. Με δεδομένο ότι η ρύθμιση για γενική ποινική ασυλία δεν πέρασε, το επόμενο βήμα θα είναι ποιοι ενδεχομένως θα παραπεμφθούν στη δικαιοσύνη με βαριές ποινικές κατηγορίες.
Το τρίτο και πιο επίφοβο βήμα είναι εάν θα υπάρξει αντίδραση από τα ευρωπαϊκά όργανα, αφού οι Βρυξέλλες θα αποκτήσουν πλήρη πρόσβαση σε όλα τα στοιχεία του σκανδάλου. Και όπως μας λένε στελέχη που γνωρίζουν καλά το θέμα, «δεν μπορούμε ούτε να φανταστούμε τι έχει να γίνει στην περίπτωση που θελήσουν να θέσουν θέμα με τα κοινοτικά κονδύλια».
Στον αντίποδα, βέβαια, στελέχη που γνωρίζουν καλά τα των Βρυξελλών επισημαίνουν ότι η εμπλοκή σχεδόν όλων των μεγάλων ευρωπαϊκών κατασκευαστικών εταιρειών στο σκάνδαλο είναι και μια «ασπίδα» προστασίας απέναντι σε ενδεχόμενες διεκδικήσεις, αφού το στήσιμο των διαγωνισμών δεν ήταν κοινό μυστικό μόνο στην Ελλάδα αλλά και στις Βρυξέλλες.
Οι πληροφορίες του «Π» αναφέρουν ότι ήδη παρασκηνιακά μεταφέρονται από τους εμπλεκόμενους στο καρτέλ διάφορα μηνύματα για τις δραματικές επιπτώσεις που θα έχει στην οικονομία της χώρας η επιβολή ενός μεγάλου προστίμου σχεδόν στο σύνολο των εργολάβων καθώς και το ενδεχόμενο ποινικής τους δίωξης.
Και όπως πάντα, βάζουν μπροστά τους εργαζόμενους και την απειλή εγκατάλειψης των εργοταξίων. Οι ισχυροί του κλάδου που βρίσκονται στον πυρήνα του καρτέλ έχουν διαμηνύσει ότι εάν επιβληθούν υψηλά πρόστιμα ή κυρώσεις, όπως αφαίρεση πτυχίων και αποκλεισμός από διαγωνισμούς, θα «τινάξουν» τα εργοτάξια στον αέρα, θα απολύσουν τους εργαζόμενους και θα αφήσουν τα έργα στη μέση, και μάλιστα σε μια από τις πιο κρίσιμες περιόδους για τη χώρα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι επί της ουσίας οι πιέσεις έχουν ξεκινήσει εδώ και μήνες, αφού οι πληροφορίες έλεγαν ότι η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού ήταν στην τελική ευθεία για την ολοκλήρωση της εισήγησής της προς την ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Η ταμπακέρα
Η κυβέρνηση Τσίπρα, που δεν έχει «σκελετούς» στην ντουλάπα και έχει επενδύσει στον «πόλεμο» κατά της διαπλοκής, καλείται τώρα να αποδείξει ότι μπορεί να διαχειριστεί το μεγαλύτερο σκάνδαλο στον τομέα των δημοσίων έργων διά χειρός των μεγαλοεργολάβων που προ εκλογικά και μετεκλογικά κατήγγειλε.
Και καλείται να το αποδείξει σε μια χρονική περίοδο όπου η απώλεια έστω και μιας θέσης εργασίας κοστίζει ακριβά, ενώ η εγκατάλειψη των εργοταξίων θα κρασάρει την αγορά.
Τρία είναι τα κρίσιμα στάδια στη διαχείριση του μεγάλου σκανδάλου. Το πρώτο είναι πώς θα αντιμετωπίσει η κυβέρνηση τις απειλές των μεγαλοεργολάβων, που θα κρατούν ομήρους τους εργαζόμενους και τα έργα. Πώς θα αντιμετωπίσει τους ισχυρισμούς τους ότι οι εταιρείες τους θα πτωχεύσουν τη στιγμή που οι ιδιοκτήτες τους θα ευημερούν.
Το δεύτερο είναι πώς θα μπορέσει να ξηλώσει το σάπιο σύστημα με τους στημένους διαγωνισμούς στα δημόσια έργα και να επιβάλει όρους υγιούς ανταγωνισμού με πλήρη διαφάνεια προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος αλλά και της ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας με όρους καθαρούς, χωρίς στημένους διαγωνισμούς και επιχειρήσεις που συνθλίβονται από τα καρτέλ.
Και το τρίτο και κυριότερο είναι πώς θα μπορέσει να ικανοποιήσει το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Πώς θα μπορέσει να αποδείξει στην κοινωνία ότι κάτι μπορεί να αλλάξει και ότι οι νόμοι θα εφαρμόζονται για όλους. Ότι οι ισχυροί δεν θα τη σκαπουλάρουν και ότι εκείνοι που έστηναν διαγωνισμούς και μοίραζαν δεκάδες δισεκατομμύρια σε όποιον και όπως ήθελαν δεν θα πέσουν στα μαλακά και θα βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για να πληρώσουν για τις παράνομες πρακτικές τους.
Σίγουρα πρόκειται για ένα στοίχημα που δεν είναι εύκολο και η κάθε κίνηση θα έχει πολυεπίπεδες επιπτώσεις. Όπως, όμως, πολυεπίπεδες επιπτώσεις θα έχει και η ενδεχόμενη αδράνεια, η οποία θα εκληφθεί από την κοινωνία με τον στίχο «όλα τριγύρω αλλάζουν και όλα τα ίδια μένουν».
Η αποκάλυψη του μεγαλύτερου καρτέλ στην ιστορία της χώρας - και όχι μόνον - έρχεται να ρίξει φως με στοιχεία στο συλλογικό μας μυστικό.
Έρχεται να επιβεβαιώσει τον «νόμο» που επέβαλαν από κοινού το πολιτικό και επιχειρηματικό κατεστημένο της χώρας. Τον «νόμο» του εργολάβου που ως ο απόλυτος νταβατζής στήνει τους διαγωνισμούς, αρπάζει τα έργα και μοιράζει την πίτα των δισεκατομμυρίων ευρώ κατά το δοκούν.
Ο χαρακτηρισμός παράλληλο κράτος και σκιώδης διακυβέρνηση των μεγαλοεργολάβων αποτυπώνει πλήρως το τι συμβαίνει στη χώρα μας εδώ και δεκαετίες. Και αυτό γιατί η εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού προς την Επιτροπή Ανταγωνισμού αποκαλύπτει ότι στο κόλπο γκρόσο συμμετείχαν εδώ και δεκαετίες οι πάντες. Όλες οι ελληνικές εταιρείες -μεγάλες και μικρομεσαίες - αλλά και 20 ξένες, από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη, που μόλις πάτησαν το πόδι τους στην Ελλάδα έγιναν μέρος του συστήματος.
«Too big to fail?»
Η αποκάλυψη, όμως, της ταυτότητας και των μεθόδων αυτού που γενικά και αόριστα καταγγέλλεται όλες αυτές τις δεκαετίες ως διαπλοκή, έρχεται να δοκιμάσει αντοχές, νόμους, προθέσεις, την κοινή λογική.
Έρχεται να βάλει τον κάθε κατεργάρη στον πάγκο του, μια και τώρα μένει να αποδειχθεί εάν πράγματι μπορεί να ξεριζωθεί η «καρδιά του κτήνους», εάν πράγματι μπορεί να ξηλωθεί το κράτος εν κράτει.
Γιατί το βασικό ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί προς την κοινωνία είναι εάν το καρτέλ των μεγαλοεργολάβων είναι «too big to fail». Δηλαδή, πολύ μεγάλο για να καταρρεύσει ή, καλύτερα, τόσο μεγάλο που ούτε και αυτή η κυβέρνηση θα μπορέσει να το αφήσει να καταρρεύσει προκειμένου να υπάρξει δικαιοσύνη και να μπουν νέοι όροι στην αγορά των δημοσίων έργων.
Σε λιγότερο από τριάντα ημέρες, οι εκπρόσωποι 61 κατασκευαστικών εταιρειών θα προσέλθουν να δώσουν απαντήσεις στην ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τα μύρια όσα αποκαλύπτονται στην εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, η οποία συνοδεύεται από δεκάδες χιλιάδες σελίδες αποδεικτικών στοιχείων.
Στοιχεία που συγκεντρώθηκαν μέσα από την κατάσχεση υπολογιστών και εγγράφων έπειτα από αιφνιδιαστικές εφόδους που έγιναν τα τελευταία τρία χρόνια στα γραφεία των μεγαλύτερων κατασκευαστικών ομίλων και των δύο εργοληπτικών σωματείων (ΣTEAT-ΣATE).
Άκρως σημαντικό ρόλο στις αποκαλύψεις και στη σύνθεση του παζλ έπαιξε και το λεγόμενο «βαθύ λαρύγγι» ή αλλιώς ο όμιλος Τεχνική Ολυμπιακή, που επέλεξε να αποκαλύψει σημαντικά στοιχεία για το στήσιμο και τη λειτουργία του καρτέλ, εξασφαλίζοντας την υπαγωγή του στο πρόγραμμα επιείκειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Σύμφωνα με την εισήγηση, εταιρείες των ομίλων Ελλάκτωρ, J&P ΑΒΑΞ, ΓΕΚΤΕΡΝΑ, Τεχνική Ολυμπιακή και Intracom συμμετείχαν, με διαφορετικό χρόνο έναρξης η κάθε μια, σε καρτελική σύμπραξη για τη χειραγώγηση διαγωνισμών δημοσίων έργων, η οποία διήρκεσε για μακρό χρονικό διάστημα από το 1989 έως και το 2016.
Το καταπληκτικό είναι ότι στο σύστημα «στήνω και αρπάζω» εντάχθηκαν, μόλις πάτησαν πόδι για μπίζνες στην Ελλάδα, και ξένες εταιρείες, όπως η γαλλική Vinci και οι γερμανικές Hochtief και Siemens.
Το στήσιμο, σύμφωνα με τα αποδεικτικά στοιχεία, αφορά σχεδόν το σύνολο των μεγάλων ελληνικών και ξένων κατασκευαστικών αλλά και σχεδόν το σύνολο όλων των μεγάλων έργων, η εκμετάλλευση πολλών εκ των οποίων έχει παραχωρηθεί στους μεγαλοεργολάβους! Από τους μεγάλους αυτοκινητόδρομους μέχρι το μετρό, τον προαστιακό, το σιδηροδρομικό δίκτυο και γενικά έργα που είτε παραχωρήθηκαν είτε ανατέθηκαν μέσω ΣΔΙΤ, συμπράξεων, δηλαδή, δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.
Για να το κάνουμε λιανά, το καρτέλ των μεγαλοεργολάβων επί της ουσίας διαχειρίστηκε τα τελευταία 27 χρόνια όπως ήθελε και όπως ήθελαν οι πολιτικοί του φίλοι τα δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ από ευρωπαϊκά κονδύλια και εθνικούς πόρους.
Πώς τα έτρωγαν
Το πλήθος των αποδεικτικών στοιχείων που συγκέντρωσε κατά την έρευνά της η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο εδώ και δεκαετίες στήνονται οι διαγωνισμοί μεταξύ των μεγαλοεργολάβων και μοιράζεται το χρήμα.
Συγκεκριμένα, οι εμπλεκόμενες εταιρείες έκαναν συνεννοήσεις έτσι ώστε:
- να προσδιορίζουν εκ των προτέρων ποιος θα πάρει το έργο ανά διαγωνισμό,
- να καθορίζουν το ύψος των εκπτώσεων που θα προσέφεραν,
- να μην υποβάλουν οικονομικές προσφορές σε διαγωνισμούς έναντι οικονομικών ανταλλαγμάτων που έπαιρναν από τις εταιρείες που ήθελαν να «χτυπήσουν» το έργο,
- την από κοινού εκτέλεση των έργων, παρά τη συμμετοχή τους σε φαινομενικά ανταγωνιστικά σχήματα, μέσω επαφών που έκαναν πριν από την υποβολή οικονομικών προσφορών, ή/ και
- την παραίτηση από τη διεκδίκηση διαγωνισμών με αντάλλαγμα την από κοινού συμμετοχή στην εκτέλεση των έργων.
Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι οι συνεννοήσεις και η δημιουργία του πανίσχυρου καρτέλ, που ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος των δημοσίων έργων, υλοποιήθηκε κυρίως μέσω τακτικών συναντήσεων εκπροσώπων των εμπλεκόμενων ανταγωνιστών αλλά και με τη σύναψη διασφαλιστικών/αποζημιωτικών συμφωνητικών!
Παζάρι στο παρασκήνιο
Οι ισχυροί κραδασμοί που προκλήθηκαν με τη δημοσίευση της εισήγησης της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού κινητοποίησαν δυνάμεις στο παρασκήνιο αλλά και στο προσκήνιο, προκειμένου το μέγα σκάνδαλο να διευθετηθεί κατά το δυνατόν και να μην υπάρξουν μη διαχειρίσιμες εξελίξεις.
Έτσι δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι κατά την ψήφιση των μέτρων για την πρώτη αξιολόγηση εισήχθη ρύθμιση που προέβλεπε την ποινική ασυλία των μεγαλοεργολάβων στην περίπτωση πληρωμής του προστίμου για τη δημιουργία καρτέλ και νόθευσης του ανταγωνισμού.
Όπως σημείωναν στο «Π» στελέχη που γνωρίζουν καλά το θέμα, η ρύθμιση κατατέθηκε για δύο λόγους. Ο πρώτος ήταν ο φόβος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ενδεχομένου σε περίπτωση ποινικών διώξεων να ζητηθεί η επιστροφή κοινοτικών κονδυλίων που είχαν διατεθεί για τα έργα που αποδείχθηκε ότι δόθηκαν με στημένους διαγωνισμούς. Ο δεύτερος λόγος, όπως έλεγαν χαρακτηριστικά, ήταν ότι η έκταση του σκανδάλου θα οδηγούσε στο σκαμνί σχεδόν το σύνολο των ελληνικών κατασκευαστικών εταιρειών, ενώ θα άφηνε στο απυρόβλητο τις ξένες που επίσης συμμετείχαν στο καρτέλ.
Το σκεπτικό αυτό αποδεικνύει ότι οι καθ’ ύλην αρμόδιοι έχουν τρομακτικό πρόβλημα στη διαχείριση του μεγάλου σκανδάλου.
Η ρύθμιση αποσύρθηκε τελικά μετά τον τεράστιο σάλο που προκλήθηκε, αφού οι πολίτες έκπληκτοι συνειδητοποίησαν ότι είχε δρομολογηθεί λύση για να πέσουν οι μεγαλοεργολάβοι στα μαλακά. Έτσι η κυβέρνηση έκανε πίσω και ο υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος κατέθεσε νέα ρύθμιση, η οποία προβλέπει ότι σε περιπτώσεις παραβίασης του ελεύθερου ανταγωνισμού, αν καταβληθεί το πρόστιμο, εξαλείφεται το αξιόποινο «για μία και μόνο πράξη», εκείνη που αφορά το διοικητικό πρόστιμο, και όχι για τα συρρέοντα εγκλήματα.
Το μπαλάκι, πλέον, βρίσκεται σε πρώτη φάση στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία στις 21 Ιουλίου θα αρχίσει τις ακροάσεις με τους εκπροσώπους των 61 κατασκευαστικών εταιρειών προκειμένου να καταλήξει στις αποφάσεις της. Δηλαδή, σε ποιους θα επιβληθεί πρόστιμο και τι ύψους θα είναι αυτό. Με δεδομένο ότι η ρύθμιση για γενική ποινική ασυλία δεν πέρασε, το επόμενο βήμα θα είναι ποιοι ενδεχομένως θα παραπεμφθούν στη δικαιοσύνη με βαριές ποινικές κατηγορίες.
Το τρίτο και πιο επίφοβο βήμα είναι εάν θα υπάρξει αντίδραση από τα ευρωπαϊκά όργανα, αφού οι Βρυξέλλες θα αποκτήσουν πλήρη πρόσβαση σε όλα τα στοιχεία του σκανδάλου. Και όπως μας λένε στελέχη που γνωρίζουν καλά το θέμα, «δεν μπορούμε ούτε να φανταστούμε τι έχει να γίνει στην περίπτωση που θελήσουν να θέσουν θέμα με τα κοινοτικά κονδύλια».
Στον αντίποδα, βέβαια, στελέχη που γνωρίζουν καλά τα των Βρυξελλών επισημαίνουν ότι η εμπλοκή σχεδόν όλων των μεγάλων ευρωπαϊκών κατασκευαστικών εταιρειών στο σκάνδαλο είναι και μια «ασπίδα» προστασίας απέναντι σε ενδεχόμενες διεκδικήσεις, αφού το στήσιμο των διαγωνισμών δεν ήταν κοινό μυστικό μόνο στην Ελλάδα αλλά και στις Βρυξέλλες.
Οι πληροφορίες του «Π» αναφέρουν ότι ήδη παρασκηνιακά μεταφέρονται από τους εμπλεκόμενους στο καρτέλ διάφορα μηνύματα για τις δραματικές επιπτώσεις που θα έχει στην οικονομία της χώρας η επιβολή ενός μεγάλου προστίμου σχεδόν στο σύνολο των εργολάβων καθώς και το ενδεχόμενο ποινικής τους δίωξης.
Και όπως πάντα, βάζουν μπροστά τους εργαζόμενους και την απειλή εγκατάλειψης των εργοταξίων. Οι ισχυροί του κλάδου που βρίσκονται στον πυρήνα του καρτέλ έχουν διαμηνύσει ότι εάν επιβληθούν υψηλά πρόστιμα ή κυρώσεις, όπως αφαίρεση πτυχίων και αποκλεισμός από διαγωνισμούς, θα «τινάξουν» τα εργοτάξια στον αέρα, θα απολύσουν τους εργαζόμενους και θα αφήσουν τα έργα στη μέση, και μάλιστα σε μια από τις πιο κρίσιμες περιόδους για τη χώρα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι επί της ουσίας οι πιέσεις έχουν ξεκινήσει εδώ και μήνες, αφού οι πληροφορίες έλεγαν ότι η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού ήταν στην τελική ευθεία για την ολοκλήρωση της εισήγησής της προς την ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Η ταμπακέρα
Η κυβέρνηση Τσίπρα, που δεν έχει «σκελετούς» στην ντουλάπα και έχει επενδύσει στον «πόλεμο» κατά της διαπλοκής, καλείται τώρα να αποδείξει ότι μπορεί να διαχειριστεί το μεγαλύτερο σκάνδαλο στον τομέα των δημοσίων έργων διά χειρός των μεγαλοεργολάβων που προ εκλογικά και μετεκλογικά κατήγγειλε.
Και καλείται να το αποδείξει σε μια χρονική περίοδο όπου η απώλεια έστω και μιας θέσης εργασίας κοστίζει ακριβά, ενώ η εγκατάλειψη των εργοταξίων θα κρασάρει την αγορά.
Τρία είναι τα κρίσιμα στάδια στη διαχείριση του μεγάλου σκανδάλου. Το πρώτο είναι πώς θα αντιμετωπίσει η κυβέρνηση τις απειλές των μεγαλοεργολάβων, που θα κρατούν ομήρους τους εργαζόμενους και τα έργα. Πώς θα αντιμετωπίσει τους ισχυρισμούς τους ότι οι εταιρείες τους θα πτωχεύσουν τη στιγμή που οι ιδιοκτήτες τους θα ευημερούν.
Το δεύτερο είναι πώς θα μπορέσει να ξηλώσει το σάπιο σύστημα με τους στημένους διαγωνισμούς στα δημόσια έργα και να επιβάλει όρους υγιούς ανταγωνισμού με πλήρη διαφάνεια προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος αλλά και της ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας με όρους καθαρούς, χωρίς στημένους διαγωνισμούς και επιχειρήσεις που συνθλίβονται από τα καρτέλ.
Και το τρίτο και κυριότερο είναι πώς θα μπορέσει να ικανοποιήσει το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Πώς θα μπορέσει να αποδείξει στην κοινωνία ότι κάτι μπορεί να αλλάξει και ότι οι νόμοι θα εφαρμόζονται για όλους. Ότι οι ισχυροί δεν θα τη σκαπουλάρουν και ότι εκείνοι που έστηναν διαγωνισμούς και μοίραζαν δεκάδες δισεκατομμύρια σε όποιον και όπως ήθελαν δεν θα πέσουν στα μαλακά και θα βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για να πληρώσουν για τις παράνομες πρακτικές τους.
Σίγουρα πρόκειται για ένα στοίχημα που δεν είναι εύκολο και η κάθε κίνηση θα έχει πολυεπίπεδες επιπτώσεις. Όπως, όμως, πολυεπίπεδες επιπτώσεις θα έχει και η ενδεχόμενη αδράνεια, η οποία θα εκληφθεί από την κοινωνία με τον στίχο «όλα τριγύρω αλλάζουν και όλα τα ίδια μένουν».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου