Τζωρτζίνα Ξένου: Η συγκλονιστική περιπέτεια της 14χρονης παγκόσμιας πρωταθλήτριας του καράτε μετά το χτύπημα του καρκίνου (video)

Η 14άχρονη παγκόσμια πρωταθλήτρια καράτε, Τζωρτζίνα Ξένου, η οποία συγκλόνισε με την ιστορία της στις "Γυναίκες της χρονιάς", κερδίζοντας το βραβείο "Πρωταθλήτρια Ζωής", διηγείται με ωριμότητα γυναίκας την περιπέτειά της με τον καρκίνο, που άφησε πίσω της...
 "ΧΡΥΣΟ" ΣΤΟ ΚΑΡΑΤΕ ΚΑΙ ΤΗ ΖΩΗ ΑΠΟ ΜΙΑ 14ΧΡΟΝΗ..

"Αυτή είναι η αδερφή μου. Μην την βλέπεις έτσι στο βίντεο, χωρίς μαλλιά. Τώρα που θα ανέβει πάνω στη σκηνή, θα δεις, είναι πολύ όμορφη. Τότε ήταν άρρωστη, γι' αυτό." Η 4άχρονη Λυδία δείχνει με το χεράκι της το βίντεο, που προβάλλεται στη σκηνή του Αθηνών Αρένα, πριν η αδερφή της παραλάβει το βραβείο. Όλοι είναι όρθιοι, άλλοι χειροκροτούν, άλλοι προσπαθούν να κρύψουν το σκουπιδάκι, που μπήκε άθελά τους στα μάτια. Αλλά η Τζωρτζίνα, ξεπερνώντας το τρακ των 14ων της χρόνων, με ένα χαμόγελο που έκανε τα φώτα της σκηνής να μοιάζουν τιποτένια, γύρισε στην αγκαλιά των γονιών της, με τη μαρίδα -τα αδέρφια της- να την περιτριγυρίζει περήφανη.

Ένα μήνα πριν η Τζωρτζίνα είχε έρθει από το Life&Style για τη συνέντευξη και τη φωτογράφηση, μαζί με τους γονείς της, το Νεκτάριο και τη Μαρίζα και τον οικογενειακό τους φίλο Γιώργο Ζαντιώτη -επιφανείς δάσκαλοι καράτε και οι τρεις. Καθισμένοι απέναντί μου, με φανερή την αμηχανία γράφοντα -πώς ρωτάς ένα παιδί για τον καρκίνο του;- με έκαναν όλοι τους να ανατριχιάσω και δεν ξέρω ακόμα αν ήταν ο φόβος που όλοι έχουμε για την αρρώστια (πόσο μάλλον όταν αφορά ένα παιδί) ή ο θαυμασμός για τη δύναμη της μικρής και των γονιών της. Χρειάστηκε αρκετές φορές να φορέσω τα γυαλιά ηλίου, χρειάστηκε να αφήσω το πληκτρολόγιο και να μην καταγράφω τα λόγια τους αλλά να ακούω τις καρδιές τους, ώσπου έπειτα από δύο-τρεις μέρες, η Μαρίζα μου έστειλε 232 σελίδες Α4 μ'ένα σημείωμα: "Η Τζωρτζίνα κρατούσε ημερολόγιο αυτά τα δυόμιση χρόνια και λέμε να το κάνουμε βιβλίο".
Από τα λόγια που ανταλλάξαμε σ'εκείνη τη συνάντηση, πιο δυνατή είναι η δύναμη των λέξεων της Τζωρτζίνας σ'αυτό το πολύτιμο ημερολόγιο που έφτασε στα χέρια μου. Διαβάστε το με την καρδιά σας ανοιχτή και ίσως η μικρή παγκόσμια πρωταθλήτρια με τη μεγάλη δύναμη ψυχής γίνει το χαμόγελο που θα φωτίσει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τις ζωές σας...
"Το 2008 ήταν γεμάτο επιτυχίες. Είχα κλείσει τα 11, ήμουν άριστη στο σχολείο, είχα σημαντικές επιτυχίες στο καράτε. Χρυσό στο πανελλήνιο πρωτάθλημα, αργυρό σε παγκόσμιο τουρνουά τον Ιούλιο και χρυσό στο Βαλκανικό Πρωτάθλημα το Σεπτέμβριο στη Σερβία, με τη πρώτη μου συμμετοχή ως μέλους της εθνικής ομάδας παίδων. Πλησίαζαν Χριστούγεννα κι ήταν η μέρα που πέρναμε τους ελέγχους, 17 Δεκεμβρίου, του Αγ. Διονυσίου, γιόρταζε ο μεγάλος μου αδερφός. Ένιωθα ήδη περίεργους πόνους στην κοιλιά και την άλλη μέρα το πρωί, ενώ ήμουν στο σχολείο, ο πόνος επέστρεψε λίγο πιο έντονος. Δυο μέρες μετά, Παρασκευή βράδυ, όταν τον ένιωσα ακόμα πιο έντονα, οι γονείς μου αποφάσισαν ότι πρέπει να τον ελέγξουμε στο νοσοκομείο. Τα αποτελέσματα ήταν καλά και οι γιατροί, τόσο οι παιδίατροι όσο και οι χειρούργοι, συμφώνησαν πως δεν βρίσκουν κάτι ανησυχητικό. Τις επόμενες μέρες πότε πονούσα και πότε όχι. Είχε αρχίσει, όμως, να μου κόβεται η όρεξη και η μαμά ανησύχησε και με ξαναπήγε στο νοσοκομείο. Ευτυχώς, και πάλι όλα ήταν καλά! Οι γιατροί μας καθησύχασαν, είπαν ότι μπορεί κάτι να είχε ερεθίσει το έντερο ή να ήταν κάποιος κολικός. Ακολούθησαν κι άλλες εξετάσεις τις επόμενες ημέρες, με πρωτοβουλία της μαμάς μου. Με εξέτασε και ο παιδίατρός μας, ο οποίος είπε στη μητέρα μου ότι ήταν ψυχολογικό. Θύμωσα όταν το άκουσα, γιατί δεν είχα βγάλει τον πόνο από το μυαλό μου, πονούσα στ' αλήθεια. Ξημέρωνε η μέρα των Φώτων, 6 Ιανουαρίου, όταν ένιωσα πάλι αυτόν τον πόνο. Ξαναφύγαμε για το νοσοκομείο έχοντας μαζί μια τσάντα με αλλαξιές. Ρώτησα τη μαμά για ποιο λόγο παίρνουμε μαζί μας πράγματα.
-Γιατί θα μείνουμε εκεί.
-Πού το ξέρεις;
-Το ξέρω.
Είχε δίκιο. Ήμουν στο ίδιο δωμάτιο με άλλα δύο παιδάκια και το ένα από αυτά έκλαιγε όλη τη νύχτα. Φαντάστηκα πως για να κλαίει θα πονάει πολύ και θα έχει κάτι σοβαρό. Τουλάχιστον, οι δικοί μου πόνοι δεν ήταν τόσο δυνατοί, ώστε να με κάνουν να κλαίω. Τις επόμενες δύο μέρες με είδαν πολλοί γιατροί και έκανα διάφορες εξετάσεις. Τη δεύτερη μέρα η μαμά με άφηνε συχνά μόνη κι έβγαινε έξω απ' το δωμάτιο, ψάχνοντας τους γιατρούς. Την έβλεπα λίγο ανήσυχη, αλλά εκείνη μου χαμογελούσε καθησυχαστικά και μου έλεγε πως όλα ήταν καλά. Δεν είχα λόγο να μην την πιστέψω αλλά κάτι είχε αλλάξει πάνω της και αναρωτιόμουν γιατί τα μάτια της ήταν συνέχεια κόκκινα.
Η επόμενη μέρα ήταν η πιο δύσκολη μέρα της μέχρι τότε ζωής μου. Το πρωί με πήγαν για μια εξέταση, από κάτι σκόρπια λόγια που έπιασα ήταν εξέταση μυελού... Σ'εκείνο το μέρος που θα γινόταν η εξέταση, υπήρχαν πολλά παιδάκια, τα οποία δεν είχαν μαλλιά στα κεφαλάκια τους κι εγώ τα κοίταζα περίεργα... Δεν ξέρω αν ήταν ιδέα μου αλλά μου φάνηκε πως η μαμά μου έμπαινε συνέχεια ανάμεσά μας, σαν να ήθελε να μου τα κρύψει...
Η εξέταση ήταν πολύ τρομακτική. Μου πήραν υγρό από την σπονδυλική στήλη με μία σύριγγα. Δεν φτάνει που πονούσα φρικτά, δεν έπρεπε να κουνιέμαι και ο γιατρός φώναζε κι από πάνω γιατί δεν καθόμουν φρόνιμη! Στη συνέχεια, βέβαια, παρακαλούσα όλες οι εξετάσεις να πονούν μόνο τόσο, γιατί τότε ούτε καν φανταζόμουν τι με περίμενε...
Την ίδια μέρα μου έκανα αξονική. Οι νοσοκόμες μου είπαν ότι έπρεπε να μείνω νηστική για να πιω κάποιο υγρό. Αυτό το υγρό ήταν μαρτύριο -έκανα ώρες μέχρι να καταφέρω να το πιω. Λίγο αργότερα με πήγαν στους υπέρηχους για να μου κάνουν παρακέντηση. Δεν ήξερα τι ήταν αυτό, όμως, παρακαλούσα να μην πονάει, όπως η προηγούμενη εξέταση! Τελικά, ήταν κάτι παρόμοιο, μόνο που θα γινόταν στη κοιλιά κι έτσι, αυτή τη φορά, τα έβλεπα όλα! Δε θα ξεχάσω ποτέ τη στιγμή που είδα τη βελόνα να μου τρυπάει την κοιλιά. Με κρατούσε δυνατά μία ομάδα γιατρών για να μην κουνιέμαι. Και σαν να μην έφτανε αυτό, δεν μπορούσαν να φτάσουν το υγρό, που έπρεπε να μου τραβήξουν και με τρύπησαν 2-3 φορές, γυρνώντας τη βελόνα γύρω-γύρω, προκαλώντας μου αφόρητους πόνους. Αυτό δεν ξέρω πόσες ώρες διήρκεσε και αν ήταν ώρες ή αιώνες, όμως, αυτό που ξέρω είναι πως δεν είχα πονέσει και δεν είχα φοβηθεί ποτέ τόσο στη ζωή μου. Νόμιζα πως θα πέθαινα, ένιωθα να σβήνω, ο ιδρώτας κυλούσε και μια κυρία -δεν ξέρω αν ήταν νοσηλεύτρια ή γιατρός- μου κράταγε το χέρι κι έκλαιγε κι εκείνη. Φαινόταν τόσο καλή, σαν να ήταν ο μόνος μου σύμμαχος εκεί μέσα, ο μόνος άνθρωπος που με καταλάβαινε και που ήθελε να τελειώσουν τα βασανιστήριά μου.
Τη Δευτέρα ίσως να με χειρουργούσαν. Η μαμά μου εξήγησε ότι έπρεπε να χειρουργηθώ για να μην μου κάνουν άλλες εξετάσεις. Αφού θα γλίτωνα, λοιπόν, τις εξετάσεις, άξιζε τον κόπο.
 Έτσι, με μετέφεραν από τον πρώτο όροφο, που ήταν το παιδιατρικό τμήμα, στο τρίτο, που ήταν το χειρουργικό! Στο χειρουργικό ήταν καλύτερα. Οι τοίχοι ήταν βαμμένοι σε όμορφα και έντονα χρώματα, χαρούμενες ζωγραφιές στόλιζαν τους τοίχους, το δωμάτιό μου, το οποίο ήταν σχεδόν στο τέλος του διαδρόμου, ήταν πιο περιποιημένο και, ευτυχώς, ήταν δίκλινο! Μόλις μπήκα μέσα, με περίμενε μια μεγάλη έκπληξη: υπήρχε άλλο ένα κορίτσι στην ηλικία μου. Συστηθήκαμε, την έλεγαν Πόπη. Είχε κάτι ξεχωριστό πάνω του αυτό το κορίτσι κι όταν συζητήσαμε λίγο, είδα πως είχαμε πολλά κοινά. Πηγαίναμε και οι δύο στην ΣΤ' Δημοτικού, είχαμε μπει την ίδια μέρα στο νοσοκομείο και ήμασταν και οι δύο αθλήτριες, βέβαια εκείνη σε άλλο άθλημα, στο στίβο. Ήταν πολύ γλυκιά και ένιωσα πολύ τυχερή που θα μέναμε μαζί. Μόνο που στεναχωριόμουν όταν την έβλεπα να πονάει. Είχε ένα σωλήνα συνδεδεμένο στο πλευρό της, που την ενοχλούσε και δεν μπορούσε να ξαπλώσει, με αποτέλεσμα να κοιμάται καθιστή. Η μητέρα και η γιαγιά της, που ήταν συνέχεια δίπλα της, της έλεγαν να κάνει υπομονή, πως σε λίγες μέρες όλα θα περνούσαν.
Στο μεταξύ, οι επισκέψεις συνεχίζονταν, οι γονείς μου ήταν συνέχεια δίπλα μου, περισσότερο η μαμά, γιατί ο μπαμπάς έπρεπε να γυρίζει και σπίτι για να φροντίζει τ' αδέρφια μου. Τη νύχτα ξάπλωνε πάνω στη καρέκλα που ήταν δίπλα μου, αλλά όσες φορές κι αν άνοιγα τα μάτια μου εκείνη ήταν ξύπνια., με μάτια κατακόκκινα από την αϋπνία. Της έλεγα να έρθει να ξαπλώσει δίπλα μου, αλλά συνήθως αρνιόταν, γιατί φοβόταν μην πέσει πάνω στον ορό και με τραυματίσει. Στεναχωριόμουν που είχε χάσει τη ζωντάνιά της, όμως, δεν την είδα να δυσανασχετεί ούτε λεπτό, αντιθέτως ήταν μ' ένα χαμόγελο μόνιμα. Υπήρχαν στιγμές που ένιωθα το χέρι της να με χαϊδεύει ενώ κοιμόμουν και αυτό μου ζέσταινε τη καρδιά. Εκείνο τα χάδι μου έδινε δύναμη και μου διέλυε κάθε φόβο. Τελικά, το χειρουργείο δεν έγινε τη Δευτέρα. Θα γινόταν την Τετάρτη. Σταμάτησε και ο μπαμπάς να πηγαίνει στη δουλειά του. Ήταν και οι δύο συνέχεια δίπλα μου. Μια μέρα πριν, ζήτησα από τη μαμά να ξαπλώσει δίπλα μου και για να μην αρνηθεί, της είπα πως ήθελα να με πάρει αγκαλίτσα. Ξάπλωσε δίπλα μου και αρχίσαμε να μιλάμε ψιθυριστά για να μην ενοχλούμε την Πόπη, που εξακολουθούσε να κοιμάται καθιστή και να βογκάει από τους πόνους. Και τι δεν είπαμε εκείνο το βράδυ... Μου περιέγραφε διάφορα γεγονότα από την παιδική μου ηλικία, μου έλεγε για τις γκάφες που είχα κάνει μικρούλα, ιστορίες από το σχολείο και γελούσαμε. Κάποια στιγμή, μου είπε πως έπρεπε να κοιμηθώ για να είμαι ξεκούραστη για την επόμενη μέρα και πριν κλείσω τα μάτια, της συλλάβισα τη λέξη "σ' αγαπώ" και τη γέμισα φιλιά. "Αύριο ξημερώνει μια καινούρια μέρα", την άκουσα να μου λέει πριν προλάβει να με πάρει βαθιά ο ύπνος, αλλά δεν φανταζόμουν πως αυτή η καινούρια μέρα θα ήταν για μένα μαρτυρική".
(Οι σκηνές από το χειρουργείο που ακολουθούν ξεπερνούν την έννοια της σκληράδας και της συγκίνησης, γι' αυτό και παραλείπονται. Η συνέχεια βρίσκει την εντεκάχρονη στο δωμάτιο της ανάρρωσης).
"Σαν μέσα από λήθαργο εκείνες τις στιγμές θυμάμαι πως είδα δύο αγγέλους δίπλα μου, οι οποίοι με κοίταζαν με τόση ζεστασιά και αγωνία, σαν να συναισθάνονταν τον πόνο μου και να ήθελαν να με βοηθήσουν. Ήταν οι φίλες μου: η Αφροδίτη και η Νάγια. Είχαν διαλέξει την πιο δύσκολη στιγμή για να έρθουν να με δουν και δεν είχα δυνάμεις ούτε καν να τους μιλήσω αλλά διάβασα μέσα στα βουρκωμένα μάτια τους πως το κατάλαβαν και ήξερα πως δεν θα με παρεξηγούσαν. Εκείνη ήταν η πιο "μεγάλη" νύχτα της ζωής μου, ατέλειωτη, γεμάτη από πόνους, θολούρα, κλάματα, ζαλάδες και σκοτάδι, τόσο απέραντο σκοτάδι, που σκέπασε όλη μου την ύπαρξη και γέμισε το παρόν και το μέλλον μου. Ένα μέλλον που δεν ήξερα πια αν μου ανήκε...
Όταν με νάρκωσαν, στο όνειρό μου ήρθε μία πολύ συμπαθητική κυρία, που φορούσε ένα μακρύ άσπρο φόρεμα. Το κεφάλι της και το στόμα της ήταν καλυμμένα με μαντίλι και τα μάτια της με κοίταζαν με τόση στοργή. Με πλησίασε και μου είπε να μην φοβάμαι και πως όλα θα πάνε καλά. Η παρουσία της γέμισε το χώρο με ζεστασιά και λάμψη. Δεν ξέρω τι μαγικά έκανε αλλά πραγματικά δεν ένιωθα ούτε φόβο, ούτε πόνο.
Τα όνειρα που έβλεπα στη συνέχεια, μετά την εγχείρηση, ήταν περίεργα. Άλλα με τρόμαζαν κι άλλα με έβαζαν σε σκέψεις. Συνήθως, έβλεπα το ίδιο όνειρο: ότι βρισκόμουν σε ένα άγνωστο σκοτεινό μέρος κι έτρεχα να ξεφύγω από κάποιες παράξενες μορφές που με κυνηγούσαν, περνούσα μια μεγάλη πόρτα και οι δυνάμεις μου με εγκατέλειπαν, τα πόδια μου λύγιζαν και έπεφτα κάτω (...)
 Ένας πολύ γλυκός χειρούργος, που εφημέρευε, μου έβγαλε το "λεβάιν". Τί καλός κύριος! Και τί ανακούφιση κι αυτή! Είχα φοβηθεί πως δεν θα μου το έβγαζαν ποτέ! Την άλλη μέρα, όμως, ήρθε πάλι εκείνη η ψυχολόγος και μου έκοψε τη χαρά στη μέση. Μου είπε πως θα μου έβαζαν ένα άλλο σωληνάκι, πολύ λεπτό, που το έλεγαν "χίκμαν". Θα μου το περνούσαν από το λαιμό και το καλώδιο θα έφτανε κοντά στη καρδιά. Κι όλα αυτά με χειρουργείο. Κι άλλο χειρουργείο. Μόλις θα το έβαζα, θα με ανέβαζαν σ' έναν άλλον όροφο, για να ξεκινήσω τις θεραπείες.
Βγήκα από το χειρουργείο και πάλι ζαλισμένη. Αυτό το πράγμα, παρ' όλο που υποτίθεται πως δεν θα το ένιωθα, με ενοχλούσε. Δεν μπορούσα να ξαπλώσω ή να σηκωθώ, ένιωθα ένα δυνατό σφίξιμο στο στήθος και μου κοβόταν η αναπνοή. Οι γιατροί δεν μου έδιναν καμιά σημασία. Μου έλεγαν πως υπερβάλω και πως το χίκμαν δεν πονάει. Λίγο μετά το χειρουργείο με μετέφεραν σ' έναν άλλον όροφο. Την ώρα που περνούσα την είσοδο, διάβασα την ταμπέλα που έγραφε "Ογκολογικό".
-Τί είναι εδώ μαμά;
-Είναι το τμήμα, που κάνουν τα παιδάκια θεραπείες.
-Ογκολογικό; Τί σημαίνει αυτό; Έχουμε όγκο;
-Όχι, κοριτσάκι μου, δεν έρχονται μόνο τα παιδάκια που έχουν όγκο, έρχονται όλα όσα χρειάζονται να κάνουν κάποιες θεραπείες.
-Και γιατί θα κάνω θεραπείες; Πώς το λένε αυτό που έχω εγώ;
-Λέμφωμα το λένε. Θα σου πω κάποια στιγμή περισσότερες λεπτομέρειες.
 Δεν κατάλαβα και πολλά. Άλλωστε, δεν χρειαζόταν να σπάω το κεφάλι μου, ήξερα πως ο,τι χρειαζόταν να ξέρω θα μου το 'λεγε η μαμά (...).
Το πρωί άνοιξαν το χίκμαν και ξεκίνησα τις χημειοθεραπείες. Λίγο μετά, όταν ξάπλωσα, οι γονείς μού άνοιξαν την τηλεόραση στο κανάλι 9, την γύρισαν μπροστά μου και είχαν σταθεί κι εκείνοι μπροστά σαν κάτι να περίμεναν. Μόλις ξεκίνησε η εκπομπή "Τέχνες Άμυνας", με περίμενε μια μεγάλη έκπληξη: οι υπότιτλοι έγραφαν "Αφιερωμένη στην πρωταθλήτρια Τζωρτζίνα Ξένου. Της ευχόμαστε περαστικά και γρήγορη ανάρρωση". Και ύστερα έδειξε ένα αφιέρωμα με διάφορα στιγμιότυπα από προπόνησή μου.
-Πώς έγινε αυτό; Ποιός το ετοίμασε; είπα μόνο.
-Το σκέφτηκε και το σκηνοθέτησε ο φίλος μας ο Γιώργος ο Ζαντιώτης! Σου άρεσε;
-Ήταν υπέροχο! πρόλαβα να πω πριν αρχίσουν να έρχονται στο δωμάτιο νοσηλευτές, παιδιά και γονείς του τμήματος, γεμίζοντας με ¨μπράβο" και "συγχαρητήρια". Συνειδητοποίησα πόσο μου είχε λείψει το καράτε μου! Ένας λόγος ακόμα που έπρεπε να γίνω γρήγορα καλά! Ήθελα τόσο να σηκωθώ και να κάνω προπόνηση. Το είπα στη μαμά κι εκείνη μου είπε χαμογελώντας με σιγουριά: "Σύντομα, μωρό μου, σύντομα θα γίνει! Στο υπόσχομαι!"
-Μαμά, θα μιλήσουμε κάποια στιγμή με ειλικρίνεια;
-Φυσικά, μωρό μου, τί θέλεις να πούμε;
-Τί ακριβώς έχω και μου αφιέρωσαν ακόμα και εκπομπή στην τηλεόραση;
-Λέμφωμα το λένε μωρό μου. Είναι μια αρρώστια αρκετά σοβαρή αλλά λιγότερο σοβαρή από τις υπόλοιπες, που υπάρχουν μέσα σ' αυτό το τμήμα.
-Δηλαδή πόσο σοβαρή; Κινδυνεύει η ζωή μου;
-Κοίτα, μέχρι στιγμής πηγαίνουν όλα καλά. Άρα, δεν πρέπει να ανησυχούμε και να προβληματιζόμαστε για τίποτα.
-Όμως, αν δεν συνεχίσουν να πηγαίνουν καλά, θα κινδυνέψει, έτσι δεν είναι;
-Όλα θα πάνε καλά, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να μην πάνε.
Δεν θα την άφηνα αυτή τη φορά να ξεφύγει αλλάζοντας κουβέντα κι έτσι επέμεινα.
-Δεν σου ζήτησα να μου πεις τη γνώμη σου αλλά τι συμβαίνει στ' αλήθεια.
-Κοίτα, τα περισσότερα παιδιά πηγαίνουν καλά, αλλά ναι, υπάρχουν και περιπτώσεις κάποιων παιδιών που δεν τα κατάφεραν. Αυτό, όμως, είναι σπάνιο.
-Είμαι σίγουρη πως εγώ θα πάω καλά, πάντως. Γι' αυτό μην ανησυχείς. Απλώς, ήθελα να ξέρω την αλήθεια.
Εκτίμησα που για πρώτη φορά μου μίλησε καθαρά και στ' αλήθεια δεν φοβήθηκα. Το μυαλό μου έτρεχε από τη μία σκέψη στην άλλη και, δυστυχώς, μετά από όλα αυτά, δεν ήταν σκέψεις ευχάριστες. Όμως, θα έβγαινε και κάτι καλό, έτσι είχα μάθει στη ζωή μου: μέσα σε κάθε τι κακό, υπάρχει και κάτι καλό και το αντίθετο. Αυτή ήταν η φιλοσοφία που είχα διδαχθεί από το Yin Yang, το σύμβολο του καλού και του κακού. Τίποτα δεν είναι απόλυτα μαύρο ή λευκό, τίποτα απόλυτα θετικό ή απόλυτα αρνητικό. Έπρεπε να βρω το θετικό που είχα να πάρω και να το κρατήσω. Έψαχνα να το βρω, αλλά δυσκολευόμουν. Όμως, ήμουν σίγουρη πως κάπου θα υπήρχε.
(...) Και να που ήρθε επιτέλους η στιγμή που θα επέστρεφα στο σπίτι μου. Υπήρχε ένα μόνο πράγμα που επιθυμούσα για να νιώσω καλά, όμως δεν τολμούσα να το ζητήσω, γιατί ήξερα πως δεν θα γινόταν: ήθελα να κάνω προπόνηση. Ήξερα πως δεν έπρεπε και ίσως να μην μπορούσα κιόλας με όλους αυτούς τους πόνους αλλά είχα βρει τον δικό μου τρόπο να προπονούμαι: όταν ξάπλωνα στο κρεβάτι μου έκλεινα τα μάτια και έκανα τις κινήσεις με τη φαντασία μου!
Το Σάββατο το πρωί η μαμά με πήγε σ' ένα μαγαζί με περούκες. Πρώτα, κοίταξαν τα μαλλιά μου και μου είπαν πως αν ήθελα να χρησιμοποιήσω τα δικά μου θα έπρεπε να μου τα έκοβαν εκεί, πολύ κοντά. Δεν ήθελα, δεν ήμουν έτοιμη ψυχολογικά να τα κόψω τόσο κοντά, εξάλλου, η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική, μύριζε έντονα τσιγάρο και μου ερχόταν αναγούλα. Διάλεξα μία περούκα αλλά όταν άκουσα τη τιμή είπα στη μαμά ότι δεν θέλω να μου την αγοράσει ακόμα. Ήθελα πρώτα να μου πέσουν τα μαλλιά και μετά.
Η μαμά μού μίλησε πάλι για εκείνη την απίστευτη ιδέα που είχε, να ξυρίσει κι εκείνη το κεφάλι της, όταν μου πέσουν τα μαλλιά, για να είμαστε ίδιες. Της έβαλα τις φωνές. Ασφαλώς και δεν ήθελα να κάνει κάτι τέτοιο! Ήξερα πως το σκεφτόταν για μένα, για να με κάνει να νιώθω καλύτερα, όμως, το θεωρούσα εντελώς παράλογο! (...)
Το απόγευμα ήρθε η κομμώτρια σπίτι. Με το ζόρι σηκώθηκα από το κρεβάτι. Μου έκοψε τα μαλλιά μου κοντό καρέ. Δεν μου άρεσαν καθόλου αλλά τί σημασία είχε; Αφού έτσι κι αλλιώς θα έπεφταν. Η μαμά μάζεψε τα μαλλιά και τα φύλαξε. Πάντως, μέχρι εκείνο το Σάββατο, τα μαλλιά μου κρατιόντουσαν με πείσμα πάνω στο κεφάλι μου! Το πρωί, όμως, μόλις σηκώθηκα από το κρεβάτι, παρατήρησα πάνω στο μαξιλάρι ολόκληρες τούφες. Τις έδειξα στη μαμά. Όπως κινιόμουν, συνέχισαν να πέφτουν μέσα στα μάτια μου, τη μύτη μου, το στόμα μου. Η μαμά με πήρε και με πήγε στο μπάνιο για να με λούσει. "Να φύγουν όσα είναι μωρό μου, μην σε ενοχλούν", μου είπε. Η μπανιέρα γέμισε μαλλιά αλλά μόλις τελείωσα το λούσιμο και κοιτάχτηκα στον καθρέφτη, είδα με μεγάλη μου έκπληξη πως είχα ακόμα, το κεφάλι μου ήταν γεμάτο! "Ουφ, τρόμαξα... ευτυχώς έχω ακόμα", είπα και η μαμά μού χαμογέλασε. Τελικά, τσάμπα είχα λουστεί! Όλη μέρα συνεχίστηκε το ίδιο. Τα μαλλιά μου έπεφταν συνέχεια, το σπίτι είχε γεμίσει τρίχες! Ευτυχώς που τα είχα κοντύνει! Διαφορετικά, θα τραβούσα μεγαλύτερη ταλαιπωρία! Το απόγευμα η κατάσταση με είχε κουράσει. "Τώρα θα δεις τι θα κάνω...", είπα στη μαμά κι εκείνη με κοίταξε με απορία. Μπήκα μέσα στο μπάνιο και τραβούσα απαλά μία μία τούφα. Από τη κάθε μία έμεναν στο χέρι μου τουλάχιστον οι μισές τρίχες, τις οποίες έριχνα μέσα στο νιπτήρα. Στο τέλος τα κατάφερα... Δεν υπήρχαν πολλά ακόμα για να πέφτουν και να μ'ενοχλούν! Το κεφάλι μου είχε μείνει σχεδόν άδειο. "Να τα ξυρίσω;", ρώτησα τη μαμά. "Όχι ακόμα, μωρό μου, άστα, θα πέσουν μόνα τους!", μου είπε. Με κοίταξα στον καθρέφτη. Δεν μου άρεσαν αλλά τι περίμενα; Να είναι και ωραία; Τουλάχιστον, θα έπαυαν να είναι ενοχλητικά. Αν πω πως αισθανόμουν καλά την ώρα που έβγαινα από το μπάνιο, θα πω ψέματα. Ντρεπόμουν, αλλά προσπάθησα να μην το δείξω. Όλη η οικογένεια μου χαμογελούσε. "Σου πάνε πολύ", μου είπαν όλοι μαζί, λες και ήταν συνεννοημένοι. Ήξερα πως προσπαθούσα να με κάνουν να αισθανθώ άνετα και δεν ήθελα να τους απογοητεύσω. Τους χαμογέλασα. Πήγα κατευθείαν στο δωμάτιο μου. Δεν ήθελα να με βλέπω".
Στους μήνες, που ακολουθούν, η ζωή της Τζωρτζίνας δεν ήταν εύκολη. Τα εισιτήρια και εξιτήρια στο νοσοκομείο έγιναν ρουτίνα, οι ανησυχίες και η αγωνία έρχονταν κι έφευγαν, οι θεραπείες ήταν επίπονες, μικρά παιδιά, φίλοι που έκανε στο νοσοκομείο και δέθηκε μαζί τους, ταξίδεψαν κοντά στο Θεό αλλά η πρωταθλήτρια τα κατάφερε. Ο καρκίνος έφυγε. Οριστικά. Λίγο μετά την τελευταία της χημειοθεραπεία, η Τζωρτζίνα επέστρεψε στο τατάμι -όπως λέγεται το "γήπεδο" των καρατερίστας και κερδίζει στο Παγκόσμιο. Το 2010 κερδίζει το Πανελλήνιο και το Βαλκανικό, φέτος κέρδισε και πάλι το Πανελλήνιο και η χρυσή συλλογή της φαίνεται πως έχει μεγάλο δρόμο ακόμα για να ολοκληρωθεί.
Λίγες μέρες μετά τις "Γυναίκες της Χρονιάς", έφτασε εδώ στο Life&Style ένα μπουκέτο με λουλούδια και μια κάρτα:
 "Γιώργο, σ' ευχαριστούμε πολύ για όλα όσα κάνατε για το παιδί μας. Η χαρά και η αγάπη, που εισέπραξε, καθώς επίσης και η δικαίωση, είναι η καλύτερη ανταμοιβή και το πιο ισχυρό φάρμακο για την υγεία της".
Λες και δεν ξέρει ο Νεκτάριος και η Μαρίζα πως δεν υπάρχει μεγαλύτερο φάρμακο απ' την αγάπη της οικογένειας.
ΠΗΓΗ
ΔΕΙΤΕ ΤΟ VIDEO ΕΔΩ

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...