Τοξικές ουσίες επικίνδυνες για την ανθρώπινη υγεία εκλύει στην
ατμόσφαιρα η καύση επεξεργασμένων ξύλων. Oι συγκεντρώσεις των αερίων
αυτών εμφανίζονται διπλάσιες έως και τριπλάσιες τις νυχτερινές ώρες από
τις ώρες κυκλοφοριακής αιχμής.
Η ανησυχία επεκτείνεται από το γεγονός ότι τη νύχτα, όπου παρατηρούνται
μεγάλα επίπεδα ρύπανσης, άνω του 90% της συγκέντρωσης σωματιδίων
οφειλόταν σε μικρά σωματίδια και συγκεκριμένα με διάμετρο μικρότερη από
2.5 μικρόμετρα (PM2.5).
Τα σωματίδια αυτά είναι πιο διεισδυτικά από τα αντίστοιχα μεγαλύτερης
διαμέτρου και συνεπώς ικανά να φτάνουν ευκολότερα στις κυψελίδες των
πνευμόνων, όπου και είναι ιδιαίτερα επιβλαβή. Οι υψηλές συγκεντρώσεις
παρατηρούνταν από περίπου τις 7 το βράδυ μέχρι και τις 3 το πρωί, με
μέγιστο λίγο πριν τα μεσάνυχτα.
Πρόκειται για μερικά από τα πιο σοβαρά ευρήματα του πειράματος που
διεξήχθη από τις 10 Ιανουαρίου έως τις 10 Φεβρουαρίου από επιστήμονες
στο πλαίσιο του προγράμματος ΕΣΠΑ - Θαλής, με θέμα «Προσδιορισμός των
πηγών και των φυσικοχημικών ιδιοτήτων των λεπτόκοκκων και
υπερλεπτόκοκκων αιωρούμενων σωματιδίων του ατμοσφαιρικού αερολύματος που
επηρεάζουν το κλίμα της Ελλάδας».
Σύμφωνα με τα αποτέλεσμα, η καύση ξύλων ήταν υπεύθυνη σχεδόν
αποκλειστικά (άνω του 80% συνεισφορά) για τις υψηλές συγκεντρώσεις τις
νυχτερινές ώρες. Το συμπέρασμα αυτό υποστηρίζεται από μετρήσεις του
ακετονιτριλίου (ενός αέριου ρύπου) και του καλίου (στοιχείο που
εντοπίζεται στα σωματίδια), που παίζουν το ρόλο του χημικού «δακτυλικού
αποτυπώματος» της συγκεκριμένης πηγής εκπομπών.
Τα σωματίδια από την καύση των ξύλων αποτελούνταν κατά 80% από οργανικές
ενώσεις, κατά 10% από στοιχειακό άνθρακα (μη καθαρό γραφίτη) και κατά
10% από ανόργανα άλατα (χλωριούχο κάλιο, θειικό κάλιο, κλπ). Οι
εκατοντάδες οργανικές ενώσεις συμπεριλαμβάνουν πολυκυκλικούς αρωματικές
υδρογονάνθρακες (ιδιαίτερα τοξικές ενώσεις), αλκάνια, μονο -και
δι-καρβοξυλικά οξέα, διτερπενοικά οξέα, λεβογλυκόζη, κλπ.
Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι για την περιορισμένη έκταση του
φαινομένου σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι ευνοϊκές καιρικές συνθήκες με τις
υψηλές θερμοκρασίες, (φετινός Ιανουάριος ήταν περίπου κατά 3.5 βαθμούς
θερμότερος του περσινού, δυνατός αέρας και βροχή).
Έτσι, για παράδειγμα στο Θησείο οι συγκεντρώσεις των PM2.5 ξεπέρασαν τα
50 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο μόνο έξι νύχτες κατά τη διάρκεια των
30 ημερών των μετρήσεων. Σε τρεις από αυτές τις νύχτες ξεπέρασαν και τα
100 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο.
Στους σταθμούς υποβάθρου στην Αθήνα, οι συγκεντρώσεις PM2.5 και των
συστατικών του μετρήθηκαν ήταν σε αισθητά χαμηλότερα επίπεδα, αλλά
παρατηρήθηκε αναλογικά η ίδια εικόνα. Τονίζεται ότι ενδεχομένως σε άλλες
περιοχές του Λεκανοπεδίου το πρόβλημα να ήταν πιο οξύ, και ότι οι
μετρήσεις στο Θησείο αποτελούν μια απεικόνιση της μέσης κατάστασης στο
αστικό περιβάλλον της πόλης.
Στις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις όπου πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις,
παρουσιάσθηκαν παρόμοια προβλήματα. Για παράδειγμα στην Πάτρα οι
συγκεντρώσεις των PM2.5 ξεπέρασαν τα 50 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο
δώδεκα νύχτες κατά τη διάρκεια του μήνα των μετρήσεων. Σε πέντε από
αυτές τις νύχτες ξεπέρασαν και τα 100 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο.
Παρόμοια εικόνα και στα Ιωάννινα, με τα επίπεδα των ανθρωπογενούς
προέλευσης σωματιδίων να ξεπερνούν τα 50 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο
σε 19 περιπτώσεις κατά την διάρκεια του μήνα των μετρήσεων και σε πέντε
από αυτές και τα 100 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο.
Με τη μέχρι στιγμής εικόνα, ο μικρότερος αριθμός υπερβάσεων παρατηρήθηκε
στο Ηράκλειο Κρήτης όπου και οι θερμοκρασίες είναι γενικώς υψηλότερες.
Τις κρύες νύχτες (ελάχιστη θερμοκρασία μικρότερη των 5 βαθμών Κελσίου)
με άπνοια, αυτά τα σωματίδια και αέρια παγιδεύονται σε ένα στρώμα λίγων
εκατοντάδων μέτρων πάνω από το έδαφος, φτάνοντας σε ιδιαίτερα υψηλές
συγκεντρώσεις.
Οι συγκεντρώσεις των αιωρουμένων σωματιδίων τις κρύες νύχτες με άπνοια
έφτασαν σε πολύ υψηλά επίπεδα. Για παράδειγμα, οι μέγιστες ωριαίες
συγκεντρώσεις που μετρήθηκαν στο Θησείο ήταν περίπου 300 μικρογραμμάρια
ανά κυβικό μέτρο και στο κέντρο της Πάτρας πάνω από 200 μικρογραμμάρια
ανά κυβικό μέτρο.
Για σύγκριση, το όριο (σαν ετήσιος μέσος όρος) για την συγκέντρωση των
PM2.5 στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 20 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο.
Συμπερασματικά, με βάση το μέγεθός τους και τη χημική τους σύσταση, τα
σωματίδια που παράγονται από την καύση του ξύλου φαίνονται να είναι το
ίδιο επικίνδυνα για την ανθρώπινη υγεία με τα σωματίδια από την
κυκλοφορία των οχημάτων και τις άλλες πηγές καύσης.
Οι μετρήσεις καταδεικνύουν το μέγεθος του προβλήματος ατμοσφαιρικής
ρύπανσης που μπορεί να δημιουργηθεί τόσο στην Αθήνα όσο και σε άλλες
ελληνικές πόλεις, αν συνδυασθούν η καύση ξύλων με τις κατάλληλες
καιρικές συνθήκες (χαμηλές θερμοκρασίες και άπνοια).
πηγη
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου